Περί «αφοσίωσης» και «κοινωνίας πολιτών» του Παναγιώτη Καρκατσούλη
Ο συγγραφέας του «Exit, Voice and Loyalty» που απεβίωσε πρόσφατα υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους ηθικούς φιλοσόφους του εικοστού αιώνα.
Κεφαλαιοποιώντας την περιπετειώδη νεότητά του, η οποία συνδέθηκε με τον αγώνα του για την υπεράσπιση της δημοκρατίας με τη συμμετοχή του στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και τη διάσωση πολλών Γάλλων από τον ναζιστικό διωγμό, ανήκει στην κατηγορία των λαμπρών πνευμάτων που μεταλαμπάδευσαν στις ΗΠΑ την ιδέα ενός τρόπου οργάνωσης πέραν του καθαρόαιμου (άγριου) καπιταλισμού και του χομπσιανού (άγριου) κρατισμού, την κοινωνία πολιτών.
Θεμελίωσε την άποψη ότι η πρόοδος είναι αποτέλεσμα μιας παραγωγικής έντασης μεταξύ ιδιωτικών διαφερόντων και κοινωνίας πολιτών. Μεταξύ αποχώρησης και αφοσίωσης αναπτύσσονται συμπεριφορές εθνών, οργανώσεων και υποκειμένων απέναντι σε κανόνες ή καταστάσεις που τους πιέζουν. Προστιθέμενη αξία έχει η διαφωνία των μελών της οργάνωσης. Η διαφωνία συναρτάται προς την ανάληψη προσπάθειας να αλλάξουν τα πράγματα κι αυτή η εναλλακτική εμφανίζεται ως τρίτη επιλογή. Η διαφωνία εμπλουτίζει το νόημα της αμοιβαιότητας αφού ενσωματώνει την κριτική στάση στις καθαρόαιμες εναλλακτικές της πλήρους συμφωνίας ή απόρριψης.
Μπορούμε να σκεφτούμε με βάση τον Hirschmann όσον αφορά την ελληνική τραγωδία; Μεταξύ εκείνων που ξιφουλκούν υπέρ μιας δημοσιονομικής ορθοδοξίας κι εκείνων που αντιτίθενται σ’ αυτήν υπάρχει τρίτος δρόμος; Μπορεί ένας πόλος που διαφωνεί με τους δύο προηγούμενους να δώσει δείγμα γραφής μιας άλλης κοινωνικής οργάνωσης με σκοπό την επίλυση των πιεστικών προβλημάτων μας;
Στην Ελλάδα, σήμερα, καταγράφεται μια άνευ προηγουμένου κινητικότητα σε κάθε κοινωνικό χώρο. Τα καλά παραδείγματα βρίσκονται στην επικαιρότητα- όχι όπως η αποσύνθεση της κεντρικής πολιτικής σκηνής, αλλά ως δεύτερη είδηση. Το καταρρέον κατεστημένο θα επιδιώξει την χειραγώγηση αυτών των κινήσεων και πολλές απ’ αυτές θα αποτελέσουν την χρυσή εφεδρεία του (υπό την έννοια αυτή, η ανανέωση του πολιτικού σκηνικού έχει ήδη αρχίσει). Πολλές, όμως, από τις νέες ομαδοποιήσεις δεν θα ενσωματωθούν και θα εκφράσουν την πανταχόθεν αναζητούμενη νέα πολιτική πραγματικότητα.
Το θεμελιακό ερώτημα που άπτεται αξιακών θεμάτων είναι: Θα μπορέσει η ανάληψη προσωπικής ευθύνης καθενός απέναντι στην ομάδα να αντικαταστήσει τον καιροσκοπισμό και την τύφλωση που χαρακτήριζε την ένταξη στους μεγάλους κομματικούς στρατούς του παρελθόντος; Εάν ναι, τότε όντως ο ελληνικός κοινωνικός σχηματισμός θα έχει διαφοροποιηθεί περαιτέρω, αποκτώντας μια εναλλακτική φόρμα οργάνωσης.
Ποιός είναι ο αντίπαλος σε μια τέτοια κατεύθυνση ανάταξης του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού; Μα, οι συντηρητικές πολιτικές. Αυτές που δεν θεσπίζονται μόνον από εκείνους οι οποίοι αυτο-προσδιορίζονται ως τέτοιοι, αλλά και από εκείνους που υποπίπτουν στις τρεις μορφές σοφιστείας, την «διαστρέβλωση», τη “ματαιότητα” και την “διακινδύνευση”, τις οποίες ο Ηirschman χαρακτηρίζει ως ουσία του συντηρητισμού.
Διαστρέβλωση είναι η κατάσταση κατά την οποία δρομολογούνται πολιτικές προς την αντίθετη κατεύθυνση από εκείνες που θα έλυναν το πρόβλημα. Είμαστε σήμερα σ’ αυτή την κατάσταση; Η απάντηση είναι προφανής. Στην κατάσταση της ματαιότητας δεν λαμβάνονται μέτρα, επειδή το κράτος είναι καταδικασμένο να αποτύχει. Μπορεί η Ελλάδα να αποκτήσει κράτος ή δεν μπορεί; Απειλή είναι η κατάσταση κατά την οποία δεν λαμβάνονται μέτρα, γιατί υπάρχει ο φόβος της ακύρωσης των προηγούμενων. Ακόμη κι όταν τα προηγούμενα μέτρα έχουν καταφανώς αποτύχει, όπως οι προβλέψεις του ελληνικού μνημονίου.
Αυτές οι τρεις πλευρές του συντηρητισμού οδηγούν στην ανάσχεση της προόδου που η νέα συλλογική συνείδηση εγκυμονεί. Είναι οι πολιτικές και αντιλήψεις που εκφράζονται εγκαρσίως στο σύνολο του πολιτικού φάσματος. Κανένας δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα εάν η διελκυστίνδα θα οδηγήσει σε μια εθνική τραγωδία ή σε μια νέα αρχή. Ο Ηirschmann έδωσε χρήσιμα εργαλεία με τα οποία μπορούμε να αναδιφήσουμε το θολό τοπίο γύρω μας.
*Ο Παναγιώτης Καρκατσούλης είναι καθηγητής στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης και ιδρυτής του Ινστιτούτου Έρευνας Ρυθμιστικών Πολιτικών (ΙΝΕΡΠ). Το 2012 τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο για τη Δημόσια Διοίκηση, από την Αμερικανική Εταιρεία Διοικητικής Επιστήμης (ASPA) ως ο καλύτερος δημόσιος υπάλληλος του κόσμου, ενώ τα ΚΕΠ που θεσπίστηκαν το 2002 από τον Σταύρο Μπένο βασίστηκαν σε μια δική του ιδέα.
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε