Στην εποχή μας, εποχή μεγάλων ανακατατάξεων και ανατροπών, επιχειρείται με τρόπο δυναμικό και συχνά βίαιο μια σημαντική αλλαγή στα πρότυπα που ως τώρα καθοδήγησαν και άφησαν τη σφραγίδα τους σε ό,τι ονομάσαμε σύγχρονο πολιτισμό.
Ο άνθρωπος, ως αξία είτε ως άτομο, είτε στη συλλογική του δραστηριότητα, τέθηκε ως προτεραιότητα.
Αυτός ήταν και
ο κύριος στόχος, ως εμπεδωμένη κοινωνική απαίτηση, που η οργανωμένη Πολιτεία
καλούνταν να επιτύχει, με βασικό φορέα την εκπαίδευση. Έτσι εμπεδώθηκε η
αντίληψη της εκπαίδευσης ως Δημόσιο Αγαθό.
Στη λογική αυτή οι οργανωμένες κοινωνίες εναπόθεταν τις ελπίδες τους και τις
προσδοκίες τους, για κοινωνική πρόοδο και ευημερία, ατομική εξέλιξη, στην
εκπαίδευση.
Αυτή σε μεγάλο βαθμό εγγυόταν τη μόρφωση των
νέων και τον εξοπλισμό τους με τις γνώσεις εκείνες που ήταν απαραίτητες
προκειμένου να συγκροτηθούν ψυχικά, ηθικά και πνευματικά τα νέα μέλη της
κοινωνίας, ανοίγοντας τους ταυτόχρονα το δρόμο για κοινωνική καταξίωση και επαγγελματική
αποκατάσταση.
H αντίληψη αυτή
σταδιακά προς τα τέλη του 20ου αι. άρχισε να υποχωρεί. Η εκπαίδευση από βασικό
μέσο μόρφωσης (με το περιεχόμενο που παραπάνω αναφέρθηκε) άρχισε να μετατρέπεται
σε εργαλείο. Από χώρος μόρφωσης, να εκπίπτει σε μέσο επιμόρφωσης, κατάρτισης.
Μια μεθοδευμένη συρρίκνωση έχει επέλθει και συνεχίζει να επεκτείνεται στον χώρο
αυτό.
Βάση για την πιο πάνω εξέλιξη αποτέλεσε η ανάγκη του σύγχρονου ανθρώπου για την
εξασφάλιση απασχόλησης. Στον καιρό της παγκοσμιοποίησης, στο άγριο κυνήγι της
επιβίωσης, ο σύγχρονος άνθρωπος, όχι μόνο αλλά κυρίως ο νέος, υπέκυψε στην
ανάγκη του «χρηματιστηρίου». Από δω και πέρα η ζωή του θα εξαρτιόταν όλο και
περισσότερο από τις κερδοσκοπικές κινήσεις, επενδύσεις ή όχι, των μεγάλων
παικτών. Δυστυχώς και στον τομέα αυτό επικράτησε, ό,τι φάνταζε και φαντάζει ως
αυτονόητο, μιλάμε για τη λογική που σπάει κόκαλα: άσπρη γάτα, μαύρη γάτα,
φτάνει να πιάνει το ποντίκι.
Η απάντηση μαγειρεύονταν από καιρό από τους μεγάλους θεωρητικούς του
νεοφιλελευθερισμού. Η εκπαίδευση, σε άλλη μορφή και με διαφορετικούς
στόχους θα πρεπε τώρα να αλλάξει τρόπο και περιεχόμενο. Να την μπροστά σε
νέους στόχους.
Τα μεγάλα οράματα περί πολιτών, ολοκληρωμένων ανθρώπων δεν εξυπηρετούσαν πια.
Ευελιξία,
ευελιξία, ευελιξία!!! Αυτή ήταν η επιταγή που τα εκπαιδευτικά συστήματα σε όλο
τον κόσμο θα πρεπε να υπηρετήσουν. Οι κλασικές σπουδές, οι ανθρωπιστικές
επιστήμες, οι μη «παραγωγικές σχολές» δεν μπορούσαν πλέον να έχουν θέση και
ισότιμο ρόλο στο χώρο της γνώσης, της έρευνας, της επιστήμης.
Αυτό είχε και μια σειρά από σημαντικές ακυρώσεις, που η διαδρομή μας πάνω στη
γη είχε αναδείξει σε παγκόσμιες κοινωνικές σταθερές. Αναφέρομαι στην κατάργηση
της έννοιας «επάγγελμα» που στην ελληνική του ετυμολογία σημαίνει,
ανάληψη κοινωνικής ευθύνης, συμμετοχή, ατομική ταυτότητα, στοιχείο αναγνώρισης
και βεβαίως χαρά, δημιουργία. Από την έννοια αυτή ήδη από τα χρόνια της
μεταβιομηχανίας είχαμε εκπέσει στον όρο εργασία και στα χρόνια της
μετανεωτερικότητας η έκπτωση αυτή έφτασε στην απασχολησιμότητα, στην
ελαστικοποίηση, στην μερική απασχόληση για να αποθεωθεί με τη μορφή της
ανεργίας, ως βασικό μέσο εκφοβισμού και απαξίωσης κάθε ανθρώπου από τη μια άκρη
της γης ως την άλλη, αλλά κυρίως στον χαρακτηριζόμενο ως αναπτυγμένο κόσμο.
Σε αυτή τη λογική έχει πλέον δρομολογηθεί και κινείται η εκπαίδευση από τη
δεκαετία του ’90 και έπειτα. Με δούρειο ίππο την κανονικοποίηση του συστήματος,
η συζήτηση και το ενδιαφέρον μεταφέρθηκε από το περιεχόμενο στην μορφή.
Η κανονικοποίηση και ο φορμαλισμός κυριάρχησαν και κυριαρχούν στο discours για
τις αλλαγές στα εκπαιδευτικά συστήματα. Ο φορμαλισμός φορέθηκε τόσο είτε με τις
κατατάξεις – αξιολογήσεις ιδρυμάτων, είτε με τις εκπαιδευτικές μονάδες, είτε με
τους πίνακες τύπου PISA. Είναι γνωστό πως κάθε ανάλογη ιεράρχηση στηρίζεται σε
συγκεκριμένα πρότυπα οργάνωσης και μεθόδου διδασκαλίας. Εξάλλου σε αυτές τις
περιπτώσεις των πινάκων και των διαγραμμάτων, ισχύει πως «ό,τι ψάχνεις,
βρίσκεις». Νομίζω πως είναι λογικό να υπάρχει έλεγχος και αξιολόγηση σε κάθε
εκπαιδευτικό σύστημα. Όμως κι αυτός μπορεί και πρέπει να έχει εντελώς
συγκεκριμένους στόχους και βεβαίως «χωρικά ύδατα» παρέμβασης. Πέραν τούτου
λειτουργεί ισοπεδωτικά, αγνοώντας πολλές άλλες παραμέτρους που σε πολλές
περιπτώσεις κάνουν τη διαφορά που είναι και το ζητούμενο στην εκπαίδευση.
Εξάλλου δεν νομίζω πως μπορεί κανείς να υποστηρίξει πως η αξιολόγηση κάνει
ένα σύστημα, καλό ή κακό. Κυρίως καλείται να κρατήσει ένα σταθερό μέσο όρο
απόδοσης. Ως εκεί! Αλλού πρέπει να ψάξουμε για να βρούμε την ποιότητα και αλλού
τίθενται οι στόχοι κάθε συστήματος, σε άλλο επίπεδο.
Σε μια εποχή λοιπόν που έχουμε για
πρώτη φορά μετά την Αναγέννηση και τη βιομηχανική επανάσταση, αλλαγή
παραδείγματος και ο σύγχρονος άνθρωπος βρίσκεται αντιμέτωπος με τόσες και τόσες
αλλαγές στην προσωπική του ζωή, στον εργασιακό του χώρο, στην οικογένεια, στην
κοινωνία” σε αυτή την περίοδο που είχε απόλυτη ανάγκη μιας ισχυρής εκπαίδευσης,
ικανής να αναπτύξει την κριτική του ικανότητα, την πολιτειακή του συγκρότηση,
την ατομική του υπόσταση” σε μια εποχή που παραδοσιακοί θεσμοί υποχωρούν, όπως
η οικογένεια, άλλες συλλογικότητες (όπως τα κόμματα), κοινωνικές δομές απαξιώνονται
ή καταργούνται, ο άνθρωπος, ο νέος, βρίσκεται μόνος και χωρίς έρμα.
Ανερμάτιστος χάνεται, γεμάτος φόβο και αγωνία για το αβέβαιο μέλλον του. Κι
αυτό μιλώντας για τον ανεπτυγμένο κόσμο μια και οι στόχοι για το υπόλοιπο μέρος
του πλανήτη βρίσκονται ακόμη στη ζώνη της επιβίωσης.
Σε μια εποχή που είχε έχει άμεση
ανάγκη ισχυρής σύγχρονης εκπαίδευσης, οι νέες τάσεις έρχονται να τον εξοπλίσουν
με εφήμερα προσόντα. Βλέπε κατάρτιση και δεξιότητες. Γνώσεις πρόσκαιρης
εφαρμογής και ως εκ τούτου με ημερομηνία λήξης. Μένει λοιπόν το άτομο έρμαιο σε
μια αγωνιώδη προσπάθεια να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της αγοράς, ο ίδιος το
πιο φτηνό εμπόρευμα στα ράφια της.
Είναι λοιπόν ακριβώς η περίοδος, η ιστορική συγκυρία, εκείνη που απαιτεί γνώση,
συγκρότηση, ανάλυση, εργαλεία ερμηνευτικά για να μπορέσει να ισορροπήσει και να
σταθεί όρθιος, να επιλέξει και να δράσει, ο σύγχρονος Ιωνάς. Σε αυτό το
ναυάγιο, όπλο μοναδικό θα μπορούσε να είναι η εκπαίδευση. Δεν μπορεί να
υποκατασταθεί, ούτε από τις δυνατότητες που μας προσφέρει η άβυσσος του
διαδικτύου, ούτε μπορεί και να αφεθεί στις τηλεσχέσεις των κοινωνικών δικτύων
και των μηνυμάτων της. Ακόμη και η εξ αποστάσεως «εκπαίδευση» μπορεί να δίνει
λύσεις σε κάποιες περιπτώσεις, αλλά δεν μπορεί να είναι το εκπαιδευτικό μας
σύστημα. Τα μέσα ηλεκτρονικής δικτύωσης, λειτουργούν βεβαίως και έχουν το ρόλο
τους, στηρίζονται όμως στην τυχαιότητα, γίνονται για τον ανυποψίαστο χρήστη ως
και επικίνδυνα. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να αντικαταστήσουν την ανθρώπινη
σχέση, την άμεση επικοινωνία και συνύπαρξη.
Κι ας προωθούν την εικονική πραγματικότητα, κι ας αγωνίζονται να μας πείσουν
πως πλέον αυτή είναι η πραγματικότητα. Όχι ! Παραμένει εικονική και δεν μπορεί
να δώσει νόημα και ουσία στη ζωή μας. Είναι ένα παιχνίδι, που μερικές φορές γίνεται
επικίνδυνο και καταστρεπτικό. Σε καμιά περίπτωση η εικονική εμπειρία δεν θα
καταργήσει την εμπειρία, εκείνη που μας προσφέρουν οι αισθήσεις μας
μεσολαβημένη όχι από την οθόνη και τα μικροτσίπ, αλλά από τους νευρώνες μας και
τα αισθητήρια όργανα μας. Ας αντιγράψουν τη συγκίνηση που νιώθει μια μέλισσα τη
στιγμή που προσανθίζεται που θα λεγε και ο ποιητής.
Σε όλη αυτή την επιχείρηση κομβικό ρόλο, μια και εξυπηρετεί πολλαπλά τα
συμφέροντα της παγκοσμιοποίησης, έχει η απόσυρση των Κρατών και των δημόσιων
φορέων από την υποχρέωση τους να παρέχουν εκπαίδευση ως δημόσιο αγαθό. Όλο
και πιο πολύ το άτομο καλείται να αναλάβει την ευθύνη της μόρφωσης του. Μια
ευθύνη που μας υπερβαίνει και έρχεται να ανατροφοδοτήσει εκτός των άλλων μια
ταξική κοινωνική αντίληψη. Η λογική των ίσων ευκαιριών έχει από καιρό πάψει να
τίθεται ως προτεραιότητα και στόχος. Από δω και πέρα «ο έχων» θα έχει την
ευκαιρία να σπουδάζει, να μορφώνεται. Κι όσο η ανταγωνιστικότητα οδηγεί την
εργασία και την αμοιβή της στα όρια της δουλείας, πολύ κάτω από την επιβίωση, η
μόρφωση θα αποκτά όλο και πιο ισχυρά αριστοκρατικά χαρακτηριστικά.
Αντίδοτο φτηνό αντιβιοτικό η δια βίου μάθηση. Μια όμορφη πρόταση που
έχει μεγάλη παράδοση σε χώρες όπως οι σκανδιναβικές, αλλά και στην Ομοσπονδιακή
Γερμανία (volkshochschule). Μόνο που από διασκέδαση, ψυχαγωγία και πνευματική
αναζήτηση, τώρα με τρόπο έντεχνο και άδηλο, η δια βίου, έχει επιβληθεί ως μια
υποχρεωτική αγωνιώδης προσπάθεια, απόκτησης προσόντων και μάλιστα με εξαγορά,
επί πληρωμή.
Σε αυτή τη λογική έχει ενταχθεί και η επιχειρηματικότητα ως κριτήριο ενίσχυσης
και προτεραιοποίησης των τομέων της επιστήμης. Τα συμβόλαια με τις εταιρείες, η
εξάρτηση της έρευνας σε συμφέροντα παραγωγής και κέρδους, μπορούμε να
υπολογίσουμε με ακρίβεια που την οδηγούν και κατά πόσο εκείνη μπορεί να τηρήσει
τον πιο απλό κώδικα δεοντολογίας τη βασική της αποστολή να αναζητά την αλήθεια
και να προσφέρει λύσεις. Στις αγωνίες του ανθρώπου, όχι του καταναλωτή!
Αν σε όλα αυτά προσθέσουμε την απαξίωση των ανθρωπιστικών σπουδών, των επιστημών
που ανέπτυσσαν τα μέσα κατανόησης της πραγματικότητας, ανάλυσης των κοινωνικών
προβλημάτων, της ανθρώπινης συμπεριφοράς, μπορούμε να κατανοήσουμε ποιο θα
είναι το έλλειμμα που θα παρουσιαστεί στα αμέσως επόμενα χρόνια.
Μας περιμένουν κοινωνίες που δεν μπορούν να αφομοιώσουν τα επιτεύγματα από το
χώρο των εφαρμοσμένων επιστημών. Με μονόπλευρη «ανάπτυξη» των παραγωγικών
τομέων της δεν μπορεί η όλο και πιο πολύπλοκη κοινωνία μας να ελπίζει πως θα
βρει λύσεις στα όλο και διογκούμενα προβλήματα της.
Στην πορεία αυτή η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει κάνει την επιλογή της. Πιστός
υπηρέτης της Παγκοσμιοποίησης, εξάλλου ανήκει στα «ιδρυτικά μέλη» της,
υιοθέτησε εξαρχής τη λογική αυτή. Το έδαφος ήταν διαμορφωμένο και πρόσφορο,
δεδομένου ότι τα Κράτη-Μέλη με τρόπο επιδεικτικά υπερήφανο είχαν εξ αρχής
απορρίψει την ιδέα μιας ευρωπαϊκής πολιτικής στην εκπαίδευση. Η βάση αυτή
εξυπηρέτησε τη λογική, όπως αυτή αναδείχθηκε στην εποχή της επικράτησης του
νεοφιλελευθερισμού.
Η μόνη περίπτωση άσκησης εκπαιδευτικής πολιτικής ήταν εκείνη που ανοιγόταν μέσα
από το χώρο της εργασίας. Η απασχόληση ανήκει εξάλλου στην άμεση σφαίρα
πολιτικής της Ε.Ε. Ως εκ τούτου, μπορούσαμε να έχουμε την καλύτερη δυνατή
παρέμβαση και μάλιστα με το δώρο, να κρατάμε τα προσχήματα. Η εκπαιδευτική
πολιτική παρέμενε και παραμένει στην αρμοδιότητα των Κρατών – Μελών. Για να
υπάρχει όμως και η έξωθεν καλή μαρτυρία και να βλέπουν οι κινούντες τα νήματα
πως με τρόπο υπάκουο προχωρούν και σχεδιάζονται οι πολιτικές αυτές, δόθηκε το
στίγμα σε πολλά κείμενα, επίσημα. Χαρακτηριστική η θεσμική δέσμευση της
Συνθήκης της Λισαβόνα: «να γίνει η Ε.Ε. η ανταγωνιστικότερη οικονομία της
γνώσης στον κόσμο». Με αυτή τη στοχοθεσία επικεφαλής, ακάνθινο στέφανο,
πορεύεται λοιπόν η Ευρώπη, δηλαδή οι λαοί της. Στην οικονομία και όχι στην
κοινωνία της γνώσης. Ο νοών νοείτω!
Βεβαίως μια σειρά διαπιστωτικών ερευνών, μελετών καθώς και ο ορισμός σε ποσοστά
στόχων σε τομείς κομβικούς, όπως η ολοκλήρωση σπουδών στη δευτεροβάθμια, στην
τριτοβάθμια, η μείωση του αναλφαβητισμού δεν μπορούν να υποτιμηθούν. Μόνο που
οι διαπιστώσεις αυτές και οι στόχοι σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, έχουν ως πεδίο
εφαρμογής και καλούνται να τις εφαρμόσουν τα Κράτη- Μέλη. Δύσκολο λοιπόν να
συγχρονιστεί το σύστημα αυτό και να δώσει ικανοποιητικά αποτελέσματα. Για το
λόγο αυτό και οι κατά καιρούς τεθέντες στόχοι απέχουν της όποιας υλοποίησης.
Και κάτι ακόμη. Τα τελευταία χρόνια διαπιστώνεται διεύρυνση των ανισοτήτων σε
επίπεδο ευρωπαϊκών περιφερειών. Ως εκ τούτου οι ευρωπαϊκές πολιτικές έχουν ως
πεδίο εφαρμογής τις Περιφέρειες, σε πολλές όμως περιπτώσεις, οι πολιτικές αυτές
δε συμβαδίζουν ούτε σε επίπεδο προτεραιοτήτων με εκείνες των Κρατών – Μελών.
Κι είναι πραγματικά άδικο για την Ευρώπη που πρωταγωνίστησε στη συγκρότηση μιας
παιδαγωγικής αντίληψης που επικεντρώθηκε στο σεβασμό της προσωπικότητας του
μαθητή, στη διαμόρφωση ελεύθερων και υπεύθυνων πολιτών να υποχωρεί άτακτα και
να παραδίδεται σε πρακτικές που έρχονται να οδηγήσουν τον άνθρωπο του 21ου αι.
σε χωρίς όρους οπισθοχώρηση. Η ποικιλία των εκπαιδευτικών της μοντέλων και
παραδόσεων μπορούσε να τροφοδοτήσει νέες σύγχρονες αντιλήψεις ικανές να δώσουν
ουσιαστικές λύσεις στην κοινωνία, στην πολιτεία, στην οικονομία, στην επιστήμη
με επίκεντρο τον άνθρωπο και την αξιοπρέπεια του, την ευημερία του, επενδύοντας
στην αειφόρο και με σεβασμό στο περιβάλλον ανάπτυξη.
Όσον αφορά τη χώρα μας, παραμένει δέσμια των αδυναμιών της. Χωρίς
προγραμματισμό και στόχευση και κυρίως χωρίς συνέχεια. Πολιτικές επί πολιτικών,
μεταρρυθμίσεις επί μεταρρυθμίσεων, έχουν οδηγήσει σε πλήρη απορρύθμιση και
αποπροσανατολισμό.
Σήμερα σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες έχουμε χρέος να ξεπεράσουμε τις αδυναμίες
μας. Να κοιτάξουμε μπροστά και να αντλήσουμε διδάγματα από τους μεγάλους
παιδαγωγούς που ευτύχησε να αναθρέψει ο τόπος μας: Δελμούζος, Γληνός, Κουντουράς,
Παπανούτσος και τόσοι άλλοι μπορούν να τροφοδοτήσουν με ασφάλεια, ένα
εκπαιδευτικό σύστημα που θα λαμβάνει υπόψη του τις δυνατότητες και τις
προτεραιότητες μας για το μέλλον. Αξιοποιώντας την κοινωνική επένδυση και την
εμπιστοσύνη που η ελληνική οικογένεια δείχνει, ακόμη και σήμερα, στην
εκπαίδευση. Ας ξεπεράσουμε τις αγκυλώσεις και τις αδυναμίες μας για να δώσουμε
ελπίδα και λύσεις στους νέους μας.
Η επένδυση στη γνώση και η σωστή αξιοποίηση των πόρων της, η πολιτική
προτεραιότητας στην εκπαίδευση και στην έρευνα μπορεί να εγγυηθεί την έξοδο μας
από την κρίση. Όχι μόνο την οικονομική. Αλλά κυρίως την ηθική, κοινωνική,
πολιτική της οποίας και συνέπεια είναι το σημερινό αδιέξοδο.
Κλείνοντας ας επισημάνουμε πως η επένδυση στη γνώση και η εμπιστοσύνη σε ένα
εκπαιδευτικό σύστημα, προϊόν διαλόγου, τέτοιου που να αντιστοιχεί στις ανάγκες
των ανθρώπων και των κοινωνιών και όχι μόνο των εταιρειών, μπορεί να δώσει την
ισορροπία και την ασφάλεια, την προοπτική ισόρροπης και δημοκρατικής ανάπτυξης
στον πλανήτη.
Ας μην υποχωρούμε από αυτό το στόχο.
ΕΝ ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΙ
Σε μια εποχή υψηλών απαιτήσεων,
εργαλειοποιούμε τα εφόδια ιδιωτικοποιούμε την ευθύνη περιορίζουμε τη δυνατότητα ανάλυσης, κατανόησης των προβλημάτων και του μεγέθους τους επενδύουμε μονοσήμαντα στην οικονομία και όχι στη γνώση, στα κέρδη και όχι στον άνθρωπο από την ΠΑΙΔΕΙΑ, υποχωρήσαμε στην εκπαίδευση οπισθοχωρήσαμε στην κατάρτιση εκπέσαμε στις δεξιότητες
Από τα Άτομα
με:
Ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας
Συμβιβαστήκαμε στην Πιστοποίηση των προσόντων
Επικεντρωθήκαμε στις Δεξιότητες
Από την Κοινωνία:
Των υπεύθυνων πολιτών
Εκπέσαμε στη συνύπαρξη ιδιωτών
με ελάχιστες αφορμές συνοχής μια που η συνοχή μετατρέπεται σε ευκαιρία και όχι σε θεσμική συλλογική ευθύνη
Από τους
επαγγελματίες
Μετακινηθήκαμε στους εργαζόμενους
Εκπέσαμε στους ημιαπασχολούμενους
συμβιβαστήκαμε στους απασχολήσιμους
Τελικός στόχος η αξιοποίηση της ΑΝΕΡΓΙΑΣ ως μέσο πολιτικού και κοινωνικού
εκβιασμού, απαξίωσης του ανθρώπου.
Ας μην αναρωτιόμαστε λοιπόν γιατί επανέρχονται λογικές απαράδεκτες, τακτικές
τόσο συντηρητικές.
Αυτά γιατί…
Όλα είναι ζήτημα ΠΑΙΔΕΙΑΣ!!!
Ο Μανόλης Αλέξάκης είναι εκπαιδευτικός – συγγραφέας
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε