Ένας χρόνος από τη στροφή στην πολιτική της ΕΚΤ και τη δήλωση Ντράγκι που ηρέμησε τις αγορές η ουσιαστική πολιτική των ιθυνόντων της ευρωζώνης δεν έχει αλλάξει: χρήμα για τις τράπεζες, εξοντωτική λιτότητα για τις κοινωνίες
Του ΜΩΥΣΗ ΛΙΤΣΗ*
Ένα χρόνο πριν, στις 26 Ιουλίου, ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι προέβαινε σε μία δήλωση που έμελλε να κάνει αίσθηση. «Είναι μέσα στις αρμοδιότητες μας, η ΕΚΤ είναι έτοιμη να κάνει οτιδήποτε είναι αναγκαίο για να διατηρήσει το ευρώ. Και πιστέψτε με θα είναι αρκετό», δήλωνε πέρυσι τέτοια εποχή ο Ντράγκι σε ομιλία του ενώπιον τραπεζιτών του Λονδίνου.
Ήταν η εποχή που έμπαινε και η Ιταλία στο «κλαμπ της κρίσης», οι αναλύσεις για επικείμενο Grexit έδιναν και έπαιρναν και το αδιανόητο, η πιθανότητα να διαλυθεί το ευρώ, έμοιαζε πλέον με εφικτό σενάριο.
Η δήλωση-απειλή του Ντράγκι, που ορισμένοι αναλυτές παρομοίασαν με τα πυρηνικά όπλα της εποχής του Ψυχρού Πολέμου που λειτουργούσαν αποτρεπτικά, ήταν το πρώτο σήμα που έστελνε η νέα ηγεσία στις αγορές, ότι η ΕΚΤ δεν είναι πλέον διατεθειμένη να παρακολουθεί απαθής, αλλά «θα κάνει οτιδήποτε είναι αναγκαίο», θα ρίξει δηλαδή χρήμα μέσω της αγοράς ομολόγων, όπως έκαναν ήδη η αμερικανική Fed, η τράπεζα της Αγγλίας και η τράπεζα της Ιαπωνίας.
Έξι εβδομάδες ακόμη παρασκηνιακών διαβουλεύσεων κατέληξαν στο να ανακοινώσει το Σεπτέμβριο η ΕΚΤ το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, γνωστό με την κωδική ονομασία «Έκτακτες Νομισματικές Συναλλαγές», υποσχόμενη την απεριόριστη αγορά ισπανικών και ιταλικών ομολόγων. Τα υψηλά επιτόκια δανεισμού της Ισπανίας και της Ιταλίας έπεσαν, η κρίση φάνηκε προς στιγμήν να ελέγχεται και ο Ντράγκι απέκτησε το προσωνύμιο «σούπερ Μάριο».
Δισεκατομμύρια στο βρόντο...
Τι άλλαξε με την επίμαχη δήλωση Ντράγκι; Πριν τη δήλωση αυτή η ΕΚΤ παρενέβαινε με μισή καρδιά στις αγορές ομολόγων, μέσω ενός προγράμματος το οποίο αποκαλούνταν Πρόγραμμα Αγοράς Χρεογράφων. Δημιουργήθηκε το Μάιο του 2010 στο απόγειο της ελληνικής κρίσης και αποσκοπούσε μέσω της αγοράς αρχικά ελληνικών ομολόγων, να αποτρέψει τη μετάδοση της κρίσης.
Μεταξύ 2010 και 2011, η ΕΚΤ αγόρασε 200 δισ. ευρώ σε ελληνικά, ιρλανδικά, πορτογαλικά, ισπανικά και ιταλικά ομόλογα. Το πρόγραμμα δεν κατάφερε ωστόσο να αποτρέψει την μετάδοση της κρίσης, από την Ελλάδα, στην Ιρλανδία και την Πορτογαλία, καθώς και από το να κτυπήσει η κρίση την Ισπανία και την Ιταλία, να «καταπιεί» την Κύπρο, να απειλήσει τη Σλοβενία και να συνεχίζει να είναι σοβαρή απειλή για την ισχυρή γαλλική οικονομία.
Οικονομικοί παρατηρητές αποδίδουν την αποτυχία της ΕΚΤ στο γεγονός ότι η κεντρική τράπεζα επέμενε να μιλά για «περιορισμένη» και «προσωρινή» δράση, καθότι το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων θεωρούνταν ότι παραβιάζει τις ευρωπαϊκές συνθήκες περί μη διάσωσης των κρατών-μελών και συναντούσε την έντονη αντίδραση της Μπούντεσμπανκ και μέρους του συντηρητικού πολιτικού κατεστημένου της Γερμανίας.
Συστημική η κρίση
Από την πρώτη στιγμή ωστόσο ήταν εμφανές ότι η κρίση ήταν συστημική. Ήταν ένα ακόμη επεισόδιο της χρηματοπιστωτικής κρίσης που ξεκίνησε το 2008 στις ΗΠΑ με την κατάρρευση της Lehman Brothers. Οι εστίες που θα χτύπαγε η κρίση είχαν από πολύ νωρίς χαρτογραφηθεί: δεν ήταν άλλοι από τους ασθενείς κρίκους, τα «προβληματικά» κράτη μέλη της ευρωζώνης, η κρούση των οποίων θα έφερνε στην επιφάνεια την «ατελή» αρχιτεκτονική του ενιαίου νομίσματος.
Με το νέο πρόγραμμα των «Έκτακτων Νομισματικών Συναλλαγών(OMT)», η ψυχολογία των αγορών υποτίθεται άλλαξε αφού είδε μία πιο αποφασιστική ΕΚΤ να είναι έτοιμη να χρησιμοποιήσει το «πυρηνικό της οπλοστάσιο» για να αποτρέψει τη διάχυση της κρίσης σε δύο από τις μεγαλύτερες οικονομίες της ευρωζώνης, την ισπανική και την ιταλική, που θα σήμαινε και το τέλος του ευρώ.
Στο απόγειο της κρίσης πέρυσι τον Ιούλιο τα επιτόκια των ισπανικών και ιταλικών δεκαετών ομολόγων έφθαναν σε επίπεδα ρεκόρ, στο 7,4% και 6,5% αντίστοιχα. Αν έμεναν εκεί θα σήμαινε το κλείσιμο των διεθνών κεφαλαιαγορών για τις δύο αυτές χώρες, οι οποίες θα αναγκάζονταν να ζητήσουν οικονομική βοήθεια από την τρόικα(ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ). Μία βοήθεια που θα απαιτούσε αστρονομικά ποσά-το ιταλικό δημόσιο χρέος ξεπερνά τα δύο τρισ. ευρώ-και θα πολλαπλασίαζε τις φωνές για διάλυση ή μετασχηματισμό της ευρωζώνης σε ένα πιο σκληρό πυρήνα «αξιόπιστων» κρατών μελών.
Τα επιτόκια έπεσαν στο 4,4% και 4,6% αντίστοιχα μετά τις δηλώσεις Ντράγκι, παραμένοντας σχετικά χαμηλά και οι αγορές ηρέμησαν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ωστόσο η πρόθεση της ΕΚΤ να «τυπώσει» χρήμα δεν έγινε ποτέ πράξη. Αλλά και αν γινόταν τι θα άλλαζε πραγματικά; Στις ΗΠΑ η Fed έχει τυπώσει τρισεκατομμύρια δολάρια, έχει υποτίθεται θετική ανάπτυξη σε αντιδιαστολή με τη δεύτερη χρονιά ύφεσης στην οποία εισέρχεται η ευρωζώνη, αλλά το χρήμα ουδέποτε έχει φθάσει στα κατώτατα στρώματα της αμερικανικής κοινωνίας, όπως ήλθε να μας θυμίσει με τραγικό τρόπο η πρόσφατη πτώχευση της αμερικανικής μεγαλούπολης του Ντιτρόιτ.
Στην ευρωζώνη η ανεργία έχει σκαρφαλώσει στο 12,2%, στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου ξεπερνά το 25%, η ανεργία στους νέους αγγίζει το 60%, θορυβώντας ακόμη και τους Ευρωπαίους ηγέτες που με παχιά λόγια και… πρωτοβουλίες, επιχειρούν να αντιμετωπίσουν.
Μετά άλλωστε μία σχετικά μακρά περίοδο ηρεμίας, η κρίση έχει αρχίσει και δείχνει ξανά τα δόντια της, με αφορμή τις πρόσφατες πολιτικές εξελίξεις στην Πορτογαλία, την Ιταλία και την Ισπανία. Η αδυναμία υλοποίησης των δημοσιονομικών στόχων και η ογκούμενη κοινωνική δυσαρέσκεια έχει καταστήσει επισφαλές το μέλλον πρόσφατα εκλεγμένων κυβερνήσεων, ανεβάζοντας ξανά τα spreads.
Από την άλλη η διαφαινόμενη πρόθεση της αμερικανικής Fed να σταματήσει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων, καθιστά την ΕΚΤ μοναδική πηγή διεθνούς ρευστότητας. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε που το ΔΝΤ τον τελευταίο καιρό πιέζει όλο και περισσότερο την ΕΚΤ να μειώσει τα επιτόκια, να βάλει μπρος στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων και να διευκολύνει το δανεισμό των τραπεζών και κατ’ επέκταση των επιχειρήσεων, βλέποντας να πυκνώνουν τα μαύρα σύννεφα στον ουρανό της παγκόσμιας οικονομίας.
Διαφωνεί ο Βάϊντμαν
Επιπλέον η ΕΚΤ έχει να λύσει και το πρόβλημα των εσωτερικών της αντιθέσεων. Η Μπούντεσμπανκ και ο πρόεδρος της Γιενς Βάϊντμαν έχουν αντιταχθεί επισήμως στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της ΕΚΤ, θεωρώντας ότι αντιβαίνει τις ιδρυτικές εντολές της τράπεζας. Γερμανοί πολιτικοί αμφισβητούν τη συνταγματικότητα των αποφάσεων της ΕΚΤ και περιμένουν την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Καρλσρούης. Στην πράξη το Ανώτατο γερμανικό Δικαστήριο δεν μπορεί να κάνει και πολλά, να εμποδίσει δηλαδή την ΕΚΤ να υλοποιήσει το πρόγραμμά της, αλλά σίγουρα μία απόφαση που θα εγείρει θέμα συνταγματικότητας θα επέφερε σοβαρό πολιτικό πλήγμα.
Αναλυτές και οικονομολόγοι θεωρούν ότι η πολιτική της ΕΚΤ παραβιάζει τις ιδρυτικές συνθήκες της ΕΕ. Ανησυχίες που δεν έχουν να κάνουν τόσο με την ουσία, όσο με το φόβο που εδράζεται στην γερμανική κοινή γνώμη, ότι το Βερολίνο θα κληθεί να πληρώσει το κόστος των αποφάσεων της ΕΚΤ.
Ένα χρόνο μετά την περιβόητη δήλωση Ντράγκι, η ευρωζώνη δείχνει να παραμένει στο σημείο μηδέν: Το αδιέξοδο της σκληρής λιτότητας που έχει προκαλέσει κοινωνικές εκατόμβες στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, την εμμονή στη λογική του Μάαστριχτ και μάλιστα επαυξημένη με τη νέα γερμανική απαίτηση για μηδενικά ελλείμματα και ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς και μάλιστα σε συνθήκες πρωτοφανούς ύφεσης. Το μαχαίρι δεν βρίσκεται τόσο στους όποιους χειρισμούς της ΕΚΤ, η οποία ούτως ή άλλως έχει στο νου της τις αγορές και όχι την κοινωνία, αλλά στη ριζική ανατροπή των εφαρμοζόμενων πολιτικών. Κάτι που δεν φαίνεται προς το παρόν στον ορίζοντα…
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε