ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ, ΠΩΣ ΤΗ ΜΕΤΡΑΜΕ, ΠΟΤΕ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΡΘΕΙ (ΑΝ ΕΡΘΕΙ) ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΕΠΩΦΕΛΗΣ ΣΤΟΥΣ ΠΟΛΙΤΕΣ
Η ελληνική οικονομία και το παραμύθι της ανάπτυξης
Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν (ΑΕΠ) είναι ένας πρόσφορος δείκτης της οικονομικής υγείας, αλλά...
Ανεξήγητη η εμμονή στις αλλεπάλληλες και συνεχιζόμενες επιδρομές στο εισόδημα των νοικοκυριών. Η ισχνή βελτίωση των εξαγωγών στο πρώτο εννιάμηνο του 2013 είναι σταγόνα στον ωκεανό στο ΑΕΠ
Ομαγικός όρος στην ελληνική οικονομία από την επιβολή των Μνημονίων είναι η λέξη ανάπτυξη. Παρουσιάζεται και αναμένεται ως το μαγικό εργαλείο που θα μας απαλλάξει από την τετραετή συνεχόμενη λιτότητα και φτωχοποίηση και θα μας οδηγήσει στην ευημερία.
Τη χρησιμοποιούν, με τη σκοπιμότητα που καθένας επιδιώκει, κυρίως οι πολιτικοί και τα ΜΜΕ συνεπικουρούμενοι από οικονομολόγους, χωρίς να πολυκαταλαβαίνουν οι περισσότεροι τι ακριβώς σημαίνει και πώς επιτυγχάνεται. Οπως δεν κατάλαβαν πώς μας οδήγησαν στα Μνημόνια και στην κατεδάφιση της ελληνικής οικονομίας και της κοινωνίας, αντί να μας σώσουν.
Απόδειξη, ότι από εφαρμογής των Μνημονίων τούς ακούμε καθημερινά να γενικολογούν και να προβλέπουν χωρίς στοιχεία και αριθμούς, αλλά μάλλον διά χειρομαντείας, οσφρήσεως, φλιντζανιού ή τράπουλας, ότι σωθήκαμε ή βουλιάξαμε, ότι περάσαμε ή δεν περάσαμε τον κάβο, ότι σταθεροποιήθηκε η οικονομία και από τον επόμενο χρόνο θα βγούμε στις αγορές και θα έλθει η ανάπτυξη, ότι οι θυσίες μας έπιασαν τόπο και ότι τελειώνουν ή δεν τελειώνουν τα Μνημόνια.
Αντί όμως για ανάπτυξη, είχαμε νέα Μνημόνια και νέα μέτρα που μας βύθιζαν περισσότερο στην ύφεση και στην απόγνωση. Ετσι, η αναμονή της ανάπτυξης κατάντησε στα μάτια του κόσμου ανέκδοτο και για τους πολιτικούς κυνήγι μαγισσών. Κάτι το διακαώς αναμενόμενο αλλά μη ερχόμενο, για να θυμηθούμε το «Περιμένοντας τον Γκοντό» του Μπέκετ.
Ολα αυτά δείχνουν την ανεπάρκεια του πολιτικού συστήματος στην εκπλήρωση της αποστολής του, βασικό στοιχείο της οποίας είναι η προστασία του εισοδήματος του πολίτη. Με το να επιδιώκει τη γνώση στα σχετικά ζητήματα για να μπορεί να προβλέπει, να ελέγχει και να προλαμβάνει και όχι να άγεται, να φέρεται και να ταπεινώνεται ατομικά και συλλογικά.
Ψέματα ή μισές αλήθειες
Πρόθεσή μας στο παρόν άρθρο είναι να αναδείξουμε με τον απλό και κατανοητό τρόπο των συγκριτικών στοιχείων και όχι με οικονομικά μοντέλα τι σημαίνει οικονομική ανάπτυξη, πώς τη μετράμε, πότε μπορεί να έλθει (αν έλθει) και πότε είναι πραγματικά επωφελής στον πολίτη.
Απλό και κατανοητό μάθημα και για τους πολιτικούς και τους λοιπούς, για να μάθουν πώς πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους και να ελέγχουν αποτελεσματικά αυτούς που σχεδιάζουν και εφαρμόζουν την οικονομική πολιτική. Γιατί, αν τους εμπιστεύονται άκριτα ή τους κατακρίνουν χωρίς στοιχεία επειδή είναι πολιτικά ομόσταβλοι ή αντίπαλοι, τότε μεταφέρουν ψέματα ή μισές αλήθειες στον κόσμο, επιτρέποντάς τους έτσι να οδηγούν εκόντες-άκοντες σε τετελεσμένα.
Η οικονομική ανάπτυξη είναι μια αύξηση της δυναμικότητας της οικονομίας για την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών μία χρονική περίοδο, σε σύγκριση με μία άλλη. Συνδέεται συνήθως με τις τεχνολογικές αλλαγές. Ενα παράδειγμα είναι η μεγάλη ανάπτυξη της οικονομίας των ΗΠΑ που έφερε η εισαγωγή του Διαδικτύου και της τεχνολογίας στο σύνολο της αμερικανικής βιομηχανίας.
Η ανάπτυξη μιας οικονομίας θεωρείται όχι μόνο ως αύξηση της παραγωγικής ικανότητας, αλλά και ως βελτίωση της ποιότητας ζωής για τους ανθρώπους της, καθώς αυξάνεται το πραγματικό τους εισόδημα. Επίσης οδηγεί σε περισσότερες θέσεις εργασίας βοηθώντας έτσι τους νέους που εισέρχονται στην αγορά εργασίας.
Οι οικονομολόγοι χρησιμοποιούν παραδοσιακά το ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν - Gross Domestic Product) για να μετρούν την οικονομική πρόοδο.
Αν αυξάνεται, η οικονομία πηγαίνει καλά και το κράτος προχωρά μπροστά. Αν μειώνεται, η οικονομία έχει προβλήματα και το κράτος χάνει έδαφος.
Με τη στενή έννοια των αριθμών, το ΑΕΠ είναι ένας πρόσφορος δείκτης της οικονομικής υγείας. Για την καθημερινή πραγματικότητα όμως στη ζωή των πολιτών, το ΑΕΠ μπορεί να είναι παραπλανητικό.
Γιατί, δεν λαμβάνει υπ' όψιν τον τρόπο κατανομής του εισοδήματος, την αξία της εργασίας που παρέχεται στην οικογένεια και στον εθελοντισμό, την αύξηση ή όχι της μόρφωσης, τα κόστη για την επισκευή των οικοσυσκευών, των υποδομών, καθώς και αυτά που συνδέονται με την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας και την εξυπηρέτηση των ατυχημάτων που θεωρούνται όλα ως αύξηση του ΑΕΠ, ενώ πρέπει να αφαιρούνται ως μη παραγωγικές δαπάνες.
Το ίδιο, δεν λαμβάνει υπ' όψιν ως κόστος για τις επόμενες γενιές και όχι ως αύξηση του ΑΕΠ, την οικονομική δραστηριότητα που ελαττώνει τους φυσικούς πόρους, που αυξάνει τη ρύπανση και τις μακροπρόθεσμες βλάβες του περιβάλλοντος, όπως επίσης τη χρήση δανείων από το εξωτερικό, τα οποία θεωρούνται ότι αυξάνουν το ΑΕΠ, ενώ πρέπει να το μειώνουν όταν πάνε σε καταναλωτικούς και όχι σε παραγωγικούς σκοπούς.
Η ανάπτυξη διακρίνεται σε βραχυπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη. Στην περίπτωση της Ελλάδας με τη διαρκούσα ύφεση, δεν μπορούμε να μιλάμε ούτε καν για βραχυπρόθεσμη ανάπτυξη, αλλά για σταμάτημα πρώτα του φαύλου κύκλου της ύφεσης.
Θα επικεντρωθούμε στα δεδομένα των ετών 2008, τελευταίο έτος ανάπτυξης, έως και 2012, για να δούμε την εξέλιξη του φαύλου κύκλου της ύφεσης. Επίσης θα συγκρίνουμε τα δεδομένα του πρώτου εννιαμήνου του 2013 με τα αντίστοιχα του 2012 για να δούμε αν βαδίζουμε σε πορεία ανάσχεσης της ύφεσης ή όχι.
Η ίδια ακολουθία των συγκριτικών στοιχείων θα μας δείξει πόσο εύκολα και αλόγιστα κατεδαφίστηκε η ελληνική οικονομία, πόσο δύσκολο είναι να ανακάμψει και ακόμη δυσκολότερο να ανακτήσει το χαμένο έδαφος, όταν βεβαίως ασκούνται οι ίδιες εγκληματικές πολιτικές που την οδήγησαν στα τάρταρα.
Το ΑΕΠ μετράται είτε με το σύνολο της αγοραίας αξίας (σε βασικές τιμές) των τελικών προϊόντων και υπηρεσιών που παράγονται σε μία χώρα μία χρονική περίοδο (προσέγγιση παραγωγής) είτε με το συνολικό εισόδημα που αποκτάται για την παραγωγή τους (προσέγγιση εισοδήματος) είτε με τη συνολική δαπάνη για την αγορά τους (προσέγγιση δαπάνης). Μην ξεχνάμε ότι κάθε ευρώ που δαπανά ένας αγοραστής για να αγοράσει ένα αγαθό είναι αντίστοιχο εισόδημα για τον πωλητή.
Στην περίπτωσή μας θα αναλύσουμε το ΑΕΠ με την προσέγγιση της δαπάνης, επειδή προσφέρεται περισσότερο για την ανάδειξη και την κατανόηση των επιπτώσεων που επέφεραν οι πέρα από κάθε έννοια της επιστήμης και της λογικής πολιτικές που ασκήθηκαν.
Η εξίσωση υπολογισμού του ΑΕΠ με βάση την προσέγγιση δαπάνης δίδεται από τον τύπο:
ΑΕΠ = ΚΔ + ΔΓΚ + ΕΠ + (ΕΞ - ΕΙΣ) όπου, ΚΔ: η Καταναλωτική Δαπάνη των νοικοκυριών και των Μη Κυβερνητικών Ιδρυμάτων που Εξυπηρετούν Νοικοκυριά (ΜΚΙΕΝ).
ΔΓΚ: η καταναλωτική Δαπάνη Γενικής Κυβέρνησης.
Ο όρος ΚΔ+ΔΓΚ: η τελική καταναλωτική δαπάνη.
ΕΠ: οι επενδύσεις (ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου).
ΕΞ: οι εξαγωγές και ΕΙΣ: οι εισαγωγές.
Ο όρος (ΕΧ-ΕΙΣ) είναι το γνωστό εμπορικό ισοζύγιο που έχει θετική ή αρνητική επίδραση στο ΑΕΠ ανάλογα με το ύψος εξαγωγών και εισαγωγών.
Τα στοιχεία αυτά σε τρέχουσες τιμές, όπως δίδονται από την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία και τη Eurostat για τα έτη 2008-2012, οι ετήσιες μεταβολές τους και οι μεταβολές τους το 1ο εννιάμηνο του 2013 σε σύγκριση με το 1ο εννιάμηνο του 2012 απεικονίζονται στον ΠΙΝΑΚΑ 1. Για τις ανάγκες της ανάλυσης απεικονίζονται επίσης οι ετήσιες μεταβολές του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος (Υ-Ι, εισόδημα μείον φόροι) των νοικοκυριών (World Bank).
Στον ΠΙΝΑΚΑ 2 απεικονίζονται οι συντελεστές που συμμετέχουν θετικά στο ΑΕΠ ως ποσοστό επί του ΑΕΠ το αντίστοιχο έτος, με επιμερισμένη την αφαίρεση των εισαγωγών αναλογικά μεταξύ τους (καθαρή συμμετοχή).
Από τον πρώτο πίνακα παρατηρούμε διαρκή συρρίκνωση του ΑΕΠ (ύφεση) την πενταετία 2008-2012, η οποία έφτασε συνολικά σε ελάττωση του ΑΕΠ κατά 39,5 δισ. ―, ποσοστό -16,92%.
Σε όρους παρούσας αξίας 2008 με ετήσιο επιτόκιο 3% η ελάττωση του ΑΕΠ ανέρχεται σε 61 δισ., ήτοι ποσοστό -26,2%.
Το 2012 η ύφεση έτρεχε με -7,08%. Αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στη μείωση της κατανάλωσης των νοικοκυριών (-15,4%). Με τη μικρή συνεπικουρία της μείωσης των Δαπανών Γενικής Κυβέρνησης (-18%) η μείωση της τελικής Καταναλωτικής Δαπάνης ανέρχεται σε -16,02%. Ο όρος αυτός ως τελική Καταναλωτική Δαπάνη είναι ο κυριότερος διαμορφωτής του ΑΕΠ, κατά 70%, περίπου (πίνακας 2).
Οι λοιποί όροι που συμμετέχουν κατά 30% στη διαμόρφωση του ΑΕΠ παρουσιάζουν, οι μεν επενδύσεις διαρκή μείωση που φθάνει στο -53%, οι δε εξαγωγές μικρή αύξηση μετά τη σημαντική μείωση του 2009. Υπολείπονται όμως των εξαγωγών του 2008 κατά 7%.
Οσον αφορά τη δυναμική των μεγεθών αυτών (τάσεις) για το 2013, η τελική κατανάλωση αναμένεται να συρρικνωθεί περισσότερο λόγω της αύξουσας τάσης μείωσης της κατανάλωσης των νοικοκυριών και της τάσης μείωσης της κρατικής δαπάνης.
Η τάση μείωσης των επενδύσεων παρουσιάζει σημαντική μείωση, αλλά εξακολουθεί να παραμένει σε αρνητική δυναμική.
Μείωση της κατανάλωσης
Οι εξαγωγές με ελάχιστη αύξηση το α' εννιάμηνο του 2013 δείχνουν να σταθεροποιούνται στα επίπεδα του 2011 και του 2012. Η ισχνή αυτή βελτίωση είναι σταγόνα στον ωκεανό στο ΑΕΠ σε σχέση με τη συρρίκνωση που προκαλείται από τους προηγούμενους παράγοντες. Αντίθετα η μείωση των εισαγωγών κατά 31,1% ωφέλησε σημαντικά στην ανάσχεση της μείωσης του ΑΕΠ. Ουσιαστικά υπερκάλυψε σε απόλυτες τιμές τη μείωση της κατανάλωσης των νοικοκυριών την πενταετία 2012-2013.
Αυτό όμως δεν υπήρξε απόρροια σχεδιασμένης πολιτικής, αλλά απόρροια της μείωσης του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών, που προκάλεσε και τη μείωση της κατανάλωσης. Η σχέση της κατανάλωσης και των εισαγωγών είναι ευθέως ανάλογη του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών {ΚΔ, ΕΙΣ = α + β(Υ- Ι)}.
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η δυναμική της ύφεσης για το 2013 συνεχίζει ακάθεκτη στους ρυθμούς του 2011 και του 2012. Η εικόνα των στοιχείων του ΠΙΝΑΚΑ 1 δείχνει ξεκάθαρα την έλλειψη σχεδιασμού οικονομικής πολιτικής και την πορεία στην ύφεση με αυτόματο πιλότο.
Γιατί όμως φθάσαμε ώς εδώ και τα πράγματα βαίνουν από το κακό στο χειρότερο;
Η απάντηση δυστυχώς είναι, είτε από ασχετοσύνη και άγνοια των αρμοδίων που έπαιρναν τις αποφάσεις στα οικονομικά επιτελεία και τις κυβερνήσεις είτε από εγκληματική αμέλεια, προχειρότητα και ελαφρότητα είτε από νοσηρή σκοπιμότητα.
Διότι, πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς τη μονόπλευρη εμμονή τους, καθ' υπόδειξιν ή με εκβιασμούς των δανειστών δεν έχει σημασία -η ευθύνη είναι δική τους, στις αλλεπάλληλες και συνεχιζόμενες επιδρομές στο εισόδημα των νοικοκυριών με περικοπές, μεσαιωνικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και βάρβαρη άμεση και έμμεση φορολογία;
Αποδίδοντας μάλιστα εθνικές διαστάσεις στη μέγιστη αυτή προσπάθεια καταλήστευσης της κοινωνίας για να πετύχουν -λέει- πρωτογενές πλεόνασμα και να εξυπηρετήσουν -λέει- έτσι το δημόσιο χρέος, που οι ίδιοι είχαν φθάσει σε επικίνδυνα επίπεδα.
Μια παγκόσμια πρωτοτυπία να πετύχουν πλεόνασμα από το υστέρημα μιας διαρκώς φτωχότερης κοινωνίας και μιας διαρκώς συρρικνούμενης οικονομίας, την οποία επέβαλαν κάποιοι επιτήδειοι για να καταστρέψουν την Ελλάδα και τους Ελληνες.
Και βέβαια πέτυχαν να ξεχαρβαλώσουν την οικονομία, να εξαθλιώσουν την ελληνική κοινωνία, να διογκώσουν το χρέος σε δυσθεώρητα ύψη και να καταντήσουν την Ελλάδα παρία και πιόνι στην ευρωπαϊκή και διεθνή σκακιέρα.
Διότι η γιατροσοφική αυτή συνταγή που εφαρμόστηκε και εφαρμόζεται, μειώνει διαρκώς, όπως φαίνεται στον πρώτο πίνακα, το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, πράγμα το οποίο έχει άμεση επίπτωση και οδηγεί σε αυξανόμενη μείωση της κατανάλωσης, η οποία αποτελεί τον κυριότερο διαμορφωτή του ΑΕΠ.
Αυτό σημαίνει συνεχιζόμενο κλείσιμο επιχειρήσεων, συνεχιζόμενη μείωση των επενδύσεων, συνεχιζόμενη αύξηση της ανεργίας, συνεχιζόμενη μείωση της εισπραξιμότητας των δημοσίων εσόδων και εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία κ.λπ., ήτοι πολλαπλασιαστικές συνέπειες σε όλο το φάσμα της οικονομίας.
Σε συνδυασμό, δε, με τη μείωση, αντί για τη μέριμνα αύξησης, των άλλων παραγόντων που διαμορφώνουν θετικά το ΑΕΠ (κρατικές δαπάνες, επενδύσεις, εξαγωγές) οδηγούν σε συνεχιζόμενη μείωσή του, δηλαδή σε βάθεμα της ύφεσης.
Το γεγονός ότι δεν έκαναν καμία προσπάθεια να επιβάλουν αναλογική μείωση των τιμών στα ολιγοπώλια που τις κρατούν στα ύψη (λένε για δέκα οικογένειες) προκειμένου να παραμείνει τουλάχιστον στα ίδια επίπεδα η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, να μην κλείσουν επιχειρήσεις και να μην αυξηθεί με γεωμετρική πρόοδο η ανεργία, αν δεν δείχνει ανεπάρκεια, δείχνει έλλειψη βούλησης και ποια συμφέροντα προστατεύουν. Γεγονός το οποίο ενισχύεται από την πρόσθετη βάρβαρη φοροεπιδρομή στα ίδια υποχείρια, με αύξηση της άμεσης και της έμμεσης φορολογίας, τις έκτακτες εισφορές και τα χαράτσια στην ιδιοκτησία.
Ποιοι όμως ωφελήθηκαν από όλη αυτή την καταιγίδα;
Το ξεχαρβάλωμα των μισθών, των ημερομισθίων και των εργασιακών σχέσεων αύξησε τα περιθώρια κέρδους τόσο των ολιγοπωλίων που διαμορφώνουν τις τιμές στην εσωτερική αγορά όσο και των εξαγωγικών επιχειρήσεων. Το ότι δεν μείωσαν τις τιμές στο εσωτερικό και δεν αυξήθηκαν οι εξαγωγές και οι επενδύσεις σημαίνει ότι κρατάνε τα κέρδη τους και δεν τα έχουν ρίξει στην οικονομία για να ανακουφίσουν τη χειμαζόμενη κοινωνία.
Απέναντι στους ειδήμονες που εφάρμοσαν και εφαρμόζουν αυτές τις καταστροφικές πολιτικές δεν έχω παρά να παραθέσω τις απόψεις του πατέρα της θεωρίας της κατανάλωσης J.Μ. Keynes, ο οποίος έχει γράψει από τον Φεβρουάριο του 1936, στο βιβλίο του «The General Theory of Employment, Interest and Money» τα εξής:
«Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Υφεσης οι απώλειες της παραγωγής από τον ιδιωτικό τομέα, ως αποτέλεσμα ενός συστηματικού σοκ (Κραχ του 1929), θα έπρεπε να καλυφθούν από κρατικές δαπάνες. Πρώτον, εξαιτίας της χαμηλότερης πραγματικής συνολικής ζήτησης, ή του συνολικού ποσού που δαπανάται στην οικονομία (μειώθηκε λόγω του Κραχ), ο ιδιωτικός τομέας θα μπορούσε να περιέλθει σε μια παρατεταμένη περίοδο μειωμένου επίπεδου δραστηριότητας και αθέλητης ανεργίας, εκτός αν υπήρχε ενεργός παρέμβαση. Οι επιχειρήσεις έχασαν έτσι την πρόσβαση σε κεφάλαια, με συνέπεια απολυμένους εργαζομένους. Αυτό σήμαινε ότι οι εργαζόμενοι είχαν να ξοδεύουν λιγότερα ως καταναλωτές, οι καταναλωτές αγόραζαν λιγότερα από τις επιχειρήσεις, οι οποίες εξαιτίας της επιπλέον μείωσης της ζήτησης βρέθηκαν στην ανάγκη να απολύσουν εργαζομένους. Η καθοδική πορεία θα μπορούσε να σταματήσει και να διορθωθεί μόνο με εξωτερική παρέμβαση. Δεύτερον, οι άνθρωποι με τα υψηλότερα εισοδήματα έχουν χαμηλότερη οριακή ροπή προς κατανάλωση των εισοδημάτων τους. Οι άνθρωποι με χαμηλά εισοδήματα τείνουν να δαπανούν τις αποδοχές τους αμέσως, για να αγοράσουν στέγαση, τρόφιμα, μεταφορές κ.λπ., ενώ τα άτομα με τα πολύ υψηλότερα εισοδήματα δεν καταναλώνουν. "Το αντίθετο· αυτοί αποταμιεύουν, πράγμα που σημαίνει ότι η «ταχύτητα κυκλοφορίας του χρήματος" ή η κυκλοφορία του εισοδήματος μέσω διαφορετικών χεριών στην οικονομία μειώνεται. Αυτό μείωσε το ρυθμό της ανάπτυξης. Οι δαπάνες έπρεπε να στοχεύουν κατά συνέπεια σε προγράμματα δημοσίων έργων σε μια αρκετά μεγάλη κλίμακα για την επιτάχυνση της ανάπτυξης στα προηγούμενα επίπεδα».
Αν τα διαβάσουν και ξαναθυμηθούν τι έχουν σπουδάσει, ελπίζω αν δεν στενοχωρηθούν ή νιώσουν τύψεις, τουλάχιστον να ντραπούν. Γιατί για αξιοπρέπεια δεν τίθεται λόγος, τους είναι άγνωστη λέξη.
Η εμφανιζόμενη επιτυχία του πρωτογενούς πλεονάσματος, του οποίου το 70% θα πηγαίνει στο χρέος, από το αίμα της κοινωνίας και από τη μείωση των κρατικών δαπανών εις βάρος της κοινωνικής πρόνοιας, της υγείας, της παιδείας και των δημοσίων έργων, δείχνει ξεκάθαρα ότι η ανάπτυξη για την Ελλάδα είναι και θα εξακολουθήσει να παραμένει, με τις ασκούμενες πολιτικές, όνειρο θερινής νυκτός.
Κυρίως όμως γιατί η οικονομία είναι κλίμα και εμπιστοσύνη. Και όταν αυτές οι προϋποθέσεις έχουν κατακρεουργηθεί, με μια κοινωνία στην ανέχεια και στα κάγκελα και με μία γερμανική Ε.Ε. σε διαρκή ρόλο παιδονόμου, τότε οι πολυαναμενόμενες εγχώριες και ξένες άμεσες επενδύσεις (FDI) θα εξαντλούνται σε εκδηλώσεις και δηλώσεις καλών προθέσεων και συμπάθειας.
Του ΘΕΟΔΩΡΟΥ Γ. ΚΟΚΚΙΝΑΚΗ* tgkokkinakis@hotmail.com
* Χημικός μηχανικός, ΜΒΑ Finance
www.enet.gr
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε