Την εφαρμογή
του Πόθεν Εσχες στις εμπορικές τιμές των ακινήτων που αναγράφονται στο
συμβόλαιο αγοράς και όχι στις υψηλότερες αντικειμενικές τιμές καθώς και σειρά
άλλων θεμάτων προβλέπουν τροπολογίες που κατατέθηκαν στη Βουλή από τον υπουργό
Οικονομικών Γκίκα Χαρδούβελη.
Το μέτρο για την εφαρμογή του πόθεν έσχες αναμένεται να φέρει μεγάλη ανάσα στην
αγορά ακινήτων σύμφωνα με στελέχη του υπουργείου Οικονομικών καθώς εκτιμάται
ότι θα εξαλείψει ένα από τα εμπόδια που υπήρχαν μέχρι τώρα στην αγορά, όπου ο
αγοραστής ακινήτου ήταν αναγκασμένος να δικαιολογεί κεφάλαια μεγαλύτερα από
αυτά που κατέβαλε λόγω της αναντιστοιχίας αντικειμενικών και εμπορικών τιμών.
Με τις τροπολογίες που κατατέθηκαν στο σχέδιο νόμου «Ανοικτή διάθεση και
περαιτέρω χρήση εγγράφων , πληροφοριών και δεδομένων του δημόσιου τομέα,
τροποποίηση του ν. 3448/2006 (Α' 57), προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας στις
διατάξεις της οδηγίας 2013/37/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του
Συμβουλίου, Περαιτέρω ενίσχυση της διαφάνειας, Ρυθμίσεις Θεμάτων Εισαγωγικού
Διαγωνισμού ΕΣΔΔΑ και άλλες διατάξεις», ρυθμίζονται μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
-
Εξορθολογίζεται ο τρόπος φορολόγησης των αγροτών βάση των τεκμηρίων από το
2015. Έτσι οι αγρότες στην περίπτωση φορολόγησής τους με βάση τα τεκμήρια όταν
το δηλωθέν εισόδημα τους είναι μικρότερο από αυτά θα φορολογούνται με
συντελεστή 13% για τη διαφορά. Το ισχύον καθεστώς προέβλεπε ότι θα
φορολογούνταν με συντελεστή 26%
- Η απαλλαγή από το τέλος επιτηδεύματος φορολογούμενων με αναπηρία άνω του 80%
- Διαφορές στα τεκμήρια θα μπορούν να καλύπτουν και από τον σύζυγό ή τη σύζυγο
του φορολογούμενου
- Το δημόσιο θα ορίζει μίσθωμα για την παραχώρηση τμημάτων του αιγιαλού ανάλογα
με το είδος της παραχώρησης ( λιμάνι ή άλλη χρήση). Αυτό θα αναπροσαρμόζεται
ανά πενταετία αν διαπιστώνεται σημαντική αύξηση της μισθωτικής αξίας του
ακινήτου.
- Ταχύτερες διαδικασίες έξωσης από το ΤΑΙΠΕΔ για κρατικά ακίνητα που
προορίζονται για αξιοποίηση. Ο εισαγγελέας Πρωτοδικών θα διατάσσει την έξωση
όσων τα έχουν καταλάβει και θα επιβάλει και ποινές.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ - ΜΠΕ
Ακολουθούν, αναλυτικά, οι κατατεθείσες τροπολογίες με πρώτη την τροπολογία "Φορολογικές και λοιπές ρυθμίσεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών" που κατατέθηκε στο σχέδιο νόμου «Ανοικτή διάθεση και περαιτέρω χρήση εγγράφων , πληροφοριών και δεδομένων του δημόσιου τομέα, τροποποίηση του ν. 3448/2006 (Α' 57), προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της οδηγίας 2013/37/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, Περαιτέρω ενίσχυση της διαφάνειας, Ρυθμίσεις Θεμάτων Εισαγωγικού Διαγωνισμού ΕΣΔΔΑ και άλλες διατάξεις»
ΠΡΟΣΘΗΚΗ - ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ "Φορολογικές και λοιπές ρυθμίσεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών" ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «Ανοικτή διάθεση και περαιτέρω χρήση εγγράφων , πληροφοριών και δεδομένων του δημόσιου τομέα, τροποποίηση του ν. 3448/2006 (Α' 57), προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της οδηγίας 2013/37/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, Περαιτέρω ενίσχυση της διαφάνειας, Ρυθμίσεις Θεμάτων Εισαγωγικού Διαγωνισμού ΕΣΔΔΑ και άλλες διατάξεις»
Α. ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
1. Με την προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 1 επεκτείνεται η υφιστάμενη εξαίρεση από το τέλος επιτηδεύματος για τα άτομα με αναπηρία ίση ή μεγαλύτερη του 80% και για επόμενα του 2013 έτη.
2. Με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις της παραγράφου 2, εισάγονται οι ακόλουθες ρυθμίσεις:
Περίπτωση α: Ορίζεται ότι, προκειμένου να τύχουν εξαίρεσης από τον υπολογισμό του εισοδήματος οι αποζημιώσεις υπό μορφή εξόδων κίνησης, απαιτείται επιπλέον η ύπαρξη σχετικός νομίμως εκδοθέντων παραστατικών από τα οποία να αποδεικνύεται η σχετική δαπάνη, που αφορά τα εν λόγω έξοδα.
Περίπτωση β: Φορολόγηση ατομικής αγροτικής επιχείρησης βάσει αντικειμενικών δαπανών: Στις διατάξεις της παρ. 1 του αρ. 34 του ν.4172/2013, ορίζεται ότι «η διαφορά που προκύπτει μεταξύ του τεκμαρτού και του συνολικού εισοδήματος κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 30, η οποία προστίθεται στο φορολογητέο εισόδημα, προσδιορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση κατά το ίδιο φορολογικό έτος και φορολογείται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 29, εφόσον ο φορολογούμενος έχει εισόδημα μόνο από επιχειρηματική δραστηριότητα ή εφόσον το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του δεν προκύπτει από μισθωτή εργασία και συντάξεις». Στην παρ. 1 όμως του άρθρου 29 ορίζεται η κλίμακα φορολόγησης των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα. Ο συντελεστής φορολογίας των κερδών από ατομική αγροτική επιχείρηση καθορίζεται στην παρ. 3 του άρθρου αυτού (29) η οποία δεν αναφέρεται στο άρθρο 34 με συνέπεια όταν αυτός που ασκεί ατομική αγροτική επιχείρηση και έχει τεκμαρτό εισόδημα μεγαλύτερο του πραγματικού (αγροτικού), τότε για αυτή τη διαφορά φορολογείται με φορολογικό συντελεστή 26%. Με την προτεινόμενη διάταξη η διαφορά μεταξύ του τεκμαρτού και του συνολικού εισοδήματος των αγροτών που ασκούν ατομική αγροτική επιχείρηση, φορολογείται με φορολογικό συντελεστή 13% .
Περίπτωση γ: Δαπάνη απόκτησης ακινήτων: Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου γ’ του άρθρου 32 του ΚΦΕ ως ετήσια δαπάνη του φορολογουμένου και των εξαρτώμενων μελών του λογίζονται και τα χρηματικά ποσά που πραγματικά καταβάλλονται για αγορά ακινήτων. Ως τίμημα αγοράς λαμβάνεται η αξία που προσδιορίζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41 του ν. 1249/1982. Αν το τίμημα που καθορίζεται στα οικεία πωλητήρια συμβόλαια είναι μεγαλύτερο από την πιο πάνω αξία, ως καταβαλλόμενη δαπάνη λαμβάνεται το καθοριζόμενο σε αυτά τα συμβόλαια τίμημα. Ειδικά, για τις περιοχές που δεν ισχύει το αντικειμενικό σύστημα προσδιορισμού της αξίας των ακινήτων, ως καταβαλλόμενη δαπάνη λαμβάνεται:
αα) Το τίμημα που καθορίζεται στα οικεία πωλητήρια συμβόλαια,
ββ) Η διαφορά μεταξύ του τιμήματος ή της αξίας κατά περίπτωση, που φορολογήθηκε και της πραγματικής αξίας του ακινήτου, η οποία εξευρίσκεται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν στη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων. Με την προτεινόμενη διάταξη ως τίμημα αγοράς λαμβάνεται το ποσό της συνολικής επιβάρυνσης, όπως αυτό προκύπτει από τα οικεία πωλητήρια συμβόλαια αγοράς (δηλωθέν τίμημα, πλέον φόρων και λοιπών εξόδων που επιβαρύνουν τον αγοραστή), εκτός εάν από έλεγχο προκύπτει μεγαλύτερο ποσό , οπότε λαμβάνεται υπόψη το ποσό αυτό. Κατ' αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζονται τα όποια προβλήματα υπάρχουν στην αγορά-μεταβίβαση ακινήτων στην περίπτωση που η πραγματική καταβαλλόμενη δαπάνη εκ μέρους του αγοραστή υπολείπεται της αντικειμενικής αξίας.
Περιπτώσεις δ, ε και στ: Διαφορά εισοδήματος και υπολογισμός του φόρου αυτής: Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 34 του ΚΦΕ «η Φορολογική Διοίκηση κατά τον προσδιορισμό της διαφοράς της προηγούμενης παραγράφου υποχρεούται να λάβει υπόψη τα αναγραφόμενα στη δήλωση χρηματικά ποσά, τα οποία αποδεικνύονται από νόμιμα παραστατικά στοιχεία.» Ειδικά στην περ. α' της ίδιας παραγράφου αναφέρεται ότι ο φορολογούμενος φέρει το βάρος της απόδειξης για τα ποσά που ιδίως είναι πραγματικά εισοδήματα τα οποία αποκτήθηκαν από τον φορολογούμενο και τα εξαρτώμενα μέλη του και τα οποία απαλλάσσονται από το φόρο ή φορολογούνται με ειδικό τρόπο σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Αν τα εισοδήματα αυτά αποκτήθηκαν στην αλλοδαπή, αναγνωρίζονται, εφόσον υπόκεινται σε φόρο εισοδήματος στην Ελλάδα ή απαλλάσσονται νομίμως από αυτόν.
Με τις προτεινόμενες διατάξεις τακτοποιούνται τα θέματα που προκύπτουν κατά την κάλυψη των αντικειμενικών δαπανών μεταξύ συζύγων, δηλαδή στην περίπτωση που το τεκμαρτό εισόδημα ενός εκ των συζύγων υπερβαίνει το συνολικό εισόδημα που δηλώθηκε από αυτόν και τα εξαρτώμενα μέλη του και η διαφορά που προκύπτει δεν καλύπτεται με τα ποσά της παραγράφου 2 του άρθρου 34 που δηλώνονται από τον ίδιο σύζυγο, τότε η διαφορά αυτή ή το υπόλοιπο αυτής μπορεί να καλυφθεί από το συνολικό εισόδημα και με τα ποσά της ίδιας παραγράφου 2 του άλλου συζύγου.
Όταν και στους δύο συζύγους απομένει ακάλυπτο ποσό, τότε για τον καθένα σύζυγο λαμβάνεται υπόψη η διαφορά που προκύπτει από το δικό του τεκμαρτό εισόδημα.
3. Με την προτεινόμενη διάταξη αποσυναρτάται η προβλεπόμενη απαλλαγή του πρώτου εδαφίου του άρθρου 3από την υποχρέωση ιδιοχρησιμοποίησης των ακινήτων που ανήκουν σε μετατρεπόμενες επιχειρήσεις με κύριο αντικείμενο εργασιών την κατασκευή ή εκμετάλλευση ακινήτων καθώς εκ του σκοπού και του αντικειμένου των εργασιών τους, τα ακίνητα τους προορίζονται για εκμετάλλευση και όχι για ίδια χρήση.
4. Με την προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 4, επέρχονται τροποποιήσεις και συμπληρώσεις στο άρθρο 14 του ν. 3986/2011 με στόχο να αποσαφηνιστεί και να συμπληρωθεί η διοικητική διαδικασία που πρέπει να τηρείται κατά την παραχώρηση χρήσης αιγιαλού και παραλίας στις περιπτώσεις αξιοποίησης δημοσίων ακινήτων με βάση τις διατάξεις του ν. 3986/2011. Ειδικότερα, ορίζεται ότι προκειμένου περί παραχώρησης απλής χρήσης αιγιαλού και παραλίας, η σχετική απόφαση εκδίδεται αποκλειστικά από τον Υπουργό Οικονομικών, μετά από εισήγηση της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας και προβλέπεται ότι για την παραχώρηση, είτε απλής χρήσης είτε για το σκοπό εκτέλεσης, χρήσης και εκμετάλλευσης λιμενικών έργων ή επέκτασης λιμενικών εγκαταστάσεων, ορίζεται αντάλλαγμα που αναπροσδιορίζεται ανά πενταετία. Παράλληλα, τίθενται ενδεικτικά κριτήρια για τον καθορισμό του ανταλλάγματος και δίνεται στη Διοίκηση η δυνατότητα να αναπροσαρμόζει το καθορισθέν αντάλλαγμα και πριν την πάροδο της πενταετίας, εφόσον διαπιστώνεται σημαντική αύξηση της μισθωτικής αξίας του ακινήτου. Με τον τρόπο αυτό συμπληρώνεται το σχετικό νομικό πλαίσιο προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος καθώς το αντάλλαγμα που εισπράττει το Δημόσιο αντικατοπτρίζει την αξία του χώρου, όπως προκύπτει και από την εκάστοτε μορφή αξιοποίησης. Επιπλέον, με τις προτεινόμενες διατάξεις καθορίζονται τα δικαιολογητικά που πρέπει να υποβάλει ο ενδιαφερόμενος για την παραχώρηση χρήσης, τα οποία διαφοροποιούνται ανάλογα με τον σκοπό της παραχώρησης, δηλαδή αν πρόκειται περί παραχώρησης απλής χρήσης ή παραχώρησης για την εκτέλεση έργου. Προς άρση οποιασδήποτε αμφιβολίας, σημειώνεται ότι για την εκτέλεση έργων ακολουθείται η διαδικασία που προβλέπει ο ν.2971/2001, όπως ήδη ορίζεται στο τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του ν.3986/2011, το οποίο δεν τροποποιείται με τις παρούσες ρυθμίσεις. Τέλος, αντιμετωπίζεται το ειδικό ζήτημα της παραχώρησης της απλής χρήσης αιγιαλού και παραλίας που έχουν ανακηρυχθεί Τουριστικά Δημόσια Κτήματα.
5. Με την προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 5 αφού λήφθηκε υπ' όψιν ότι σύμφωνα με τα άρθρα 15 και 64 ν. 4182/2013, όπως τροποποιήθηκαν με τις παρ. 2 και 6 του άρθρου 171 ν. 4261/2014 (Α' 107), η προθεσμία για την υποβολή των στοιχείων που απαιτούνται για την κατάρτιση των φακέλων των μητρώων κοινωφελών περιουσιών και σχολαζουσών κληρονομιών έληγε στις 11.8.2014 καθώς και ότι από τους εμπλεκόμενους φορείς, ιδίως εκείνους που διαχειρίζονται μεγάλο αριθμό κοινωφελών περιουσιών διαπιστώθηκε ότι απαιτείται μεγάλος όγκος εργασίας για την υποβολή των αιτούμενων στοιχείων, ενώ πρόκειται για την πρώτη εφαρμογή της διαδικασίας, κρίνεται αναγκαία η σχετική παράταση έως και τις 31.10.2014.
6. Με την προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 6 επαναπροσδιορίζεται η δυνατότητα αναδιορισμού λειτουργών του Ν.Σ.Κ. και καθίσταται επιτρεπτή έως και τον βαθμό του Δικαστικού Πληρεξουσίου Α'.
7. Με την προτεινόμενη ρύθμιση της παραγράφου 7 συμπληρώνονται οι μεταβατικές διατάξεις της παραγράφου 7 του άρθρου 11 του ν. 4281/2014 ώστε οι εκκρεμείς διαδικασίες χάραξης αιγιαλού και παραλίας που βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο, ήτοι έχει εκδοθεί ήδη η πράξη καθορισμού από την αρμόδια Επιτροπή, να ολοκληρώνονται βάσει των προϋφιστάμενων διατάξεων του ν.2971/2001 όπως αυτές ίσχυαν πριν την τροποποίησή τους με το ν.4281/2014. Οι εν λόγω διαδικασίες θα ολοκληρωθούν με την αποστολή της πράξης καθορισμού στον αρμόδιο Γενικό Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης προς έγκριση και τη δημοσίευση της απόφασης του τελευταίου, συνοδευόμενη από το σχετικό τοπογραφικό διάγραμμα, στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η λύση αυτή προκρίνεται ως βέλτιστη προκειμένου να μην καθυστερήσουν αναίτια οι διαδικασίες χάραξης οι οποίες βρίσκονταν σε τελικό στάδιο κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4281/2014.
Β. ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο ...
Φορολογικές και λοιπές διατάξεις αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών
1. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του ν.3986/2011 (Α' 152) αντικαθίσταται ως εξής:
«Από το οικονομικό έτος 2013 και εφεξής, εξαιρούνται από την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος τα πρόσωπα που ασκούν ατομική εμπορική επιχείρηση ή ελευθέριο επάγγελμα και παρουσιάζουν αναπηρία ίση ή μεγαλύτερη του ογδόντα τοις εκατό (80%).»
2. α. Στην περίπτωση β' της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του ΚΦΕ, μετά τις λέξεις «υπηρεσίες του», προστίθενται οι λέξεις «και αποδεικνύονται από νόμιμα παραστατικά», β. Στην παράγραφοί του άρθρου 34 του ΚΦΕ, προστίθεται νέα περίπτωση γ' και η περίπτωση γ' αναριθμείται σε περίπτωση δ', ως εξής:
«γ) σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 29 , εφόσον ο φορολογούμενος έχει εισόδημα μόνο από ατομική αγροτική επιχείρηση ή εφόσον το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του προκύπτει από ατομική αγροτική επιχείρηση»
γ. Τα εδάφια δεύτερο έως και έκτο της παραγράφου γ' του άρθρου 32 του ΚΦΕ αντικαθίστανται ως εξής:
«Ως τίμημα αγοράς λαμβάνεται το το ποσό της συνολικής επιβάρυνσης, όπως προκύπτει από τα οικεία πωλητήρια συμβόλαια, εκτός εάν από έλεγχο προκύπτει μεγαλύτερο ποσό, οπότε λαμβάνεται υπόψη αυτό.»
δ. Στην παραγραφο 1 του άρθρου 31 μετά τη λέξη του πρώτου εδαφίου «φορολογουμένου» τίθεται κόμμα «,» και προστίθεται η φράση «της συζύγου του».
ε. Στην περίπτωση 1 του άρθρου 32 μετά τη λέξη του πρώτου εδαφίου «φορολογουμένου» τίθεται κόμμα «,» και προστίθεται η φράση «της συζύγου του».
στ. Στην περίπτωση α' της παραγρ. 2 του άρθρου 34 μετά τη λέξη του πρώτου εδαφίου «φορολογούμενο» τίθεται κόμμα «,» και προστίθεται η φράση «τη σύζυγό του».
3. Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 3 του ν.δ. 1297/1972 (Α' 217) προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Τα εδάφια δεύτερο έως και έκτο της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται για τα ακίνητα που ανήκουν σε μετατρεπόμενες επιχειρήσεις με κύριο αντικείμενο εργασιών την κατασκευή ή εκμετάλλευση ακινήτων.»
4. Το άρθρο 14 του ν. 3986/2011 (Α' 152) τροποποιείται ως εξής:
α. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, οι λέξεις «και με καταβολή ανταλλάγματος που προσδιορίζεται στην οικεία σύμβαση παραχώρησης» διαγράφονται.
β. Μετά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1, προστίθενται εδάφια ως εξής: «Αν πρόκειται για παραχώρηση απλής χρήσης, η πιο πάνω απόφαση εκδίδεται από τον Υπουργό Οικονομικών ύστερα από εισήγηση της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας. Το αντάλλαγμα παραχώρησης στις περιπτώσεις των προηγούμενων εδαφίων καθορίζεται, ανά πενταετία, με απόφαση του κατά περίπτωση αρμόδιου για την παραχώρηση οργάνου ύστερα από εισήγηση της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Περιουσίας. Για τον καθορισμό του ύψους του ανταλλάγματος λαμβάνονται υπόψη, ιδίως, το μέγεθος του παραχωρούμενου χώρου, το είδος της αιτούμενης δραστηριότητας ή του υπό εκτέλεση έργου καθώς και οι μισθωτικές αξίες της περιοχής. Με πράξη του κατά περίπτωση αρμόδιου οργάνου παραχώρησης μπορεί το καθορισθέν αντάλλαγμα να αναπροσαρμόζεται κατά τη διάρκεια της πενταετίας, αν διαπιστωθεί σημαντική αύξηση της μισθωτικής αξίας του ακινήτου. Η παραχώρηση απλής χρήσης αιγιαλού και παραλίας που έχουν χαρακτηριστεί Τουριστικά Δημόσια Κτήματα, καθώς και των επ' αυτών νομίμως υφιστάμενων συστατικών και παραρτημάτων, διενεργείται, για το χρόνο που ορίζεται στο δεύτερο εδάφιο, με απόφαση του φορέα διοίκησης αυτών, στην οποία καθορίζονται οι όροι και το αντάλλαγμα για την παραχώρηση.»
γ. Στην παράγραφο 4, η φράση «με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων,» αντικαθίσταται με τη φράση « με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών,».
δ. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 14 του ν. 3986/2011, όπως ισχύει, προστίθεται εδάφιο ως εξής: «Με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμοδίου Υπουργού καθορίζονται η διαδικασία, ο τρόπος και τα όργανα προσδιορισμού της αποζημίωσης των πρώην παραχωρησιούχων οι συμβάσεις των οποίων λύονται με βάση την παρούσα παράγραφο, καθώς Και κάθε σχετικό θέμα.»,
ε. Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται ως εξής:
«6. Για την έκδοση της απόφασης παραχώρησης υποβάλλεται αίτηση του κυρίου της επένδυσης ή του έλκοντος εξ αυτού δικαιώματα στην κατά τόπον αρμόδια Κτηματική Υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών, συνοδευόμενη:
α. Αν πρόκειται για παραχώρηση απλής χρήσης, από το οικείο Ειδικό Σχέδιο Χωρικής Ανάπτυξης Δημοσίου Ακινήτου που έχει εγκριθεί κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 12 του παρόντος νόμου.
β. Αν πρόκειται για παραχώρηση χρήσης για την εκτέλεση έργων, από την προβλεπόμενη στο άρθρο 13 απόφαση έγκρισης της χωροθέτησης του επενδυτικού σχεδίου ή, στις περιπτώσεις δημοσίων ακινήτων που πολεοδομούνται, από την προβλεπόμενη στην παράγραφο 7 του άρθρου 12 απόφαση έγκρισης της πολεοδομικής μελέτης. Αν στις πιο πάνω αποφάσεις δεν συμπεριλαμβάνονται όροι για τις αιτούμενες επεμβάσεις στον αιγιαλό, την κοινόχρηστη παραλία, τη θάλασσα και τον πυθμένα αυτής, προσκομίζεται ιδιαίτερη προς τούτο απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων. Σε κάθε περίπτωση, συνυποβάλλεται και η οριστική μελέτη του έργου με τα ακριβή όρια του ζητούμενου προς παραχώρηση χώρου.»
5 . Η προθεσμία της παραγράφου 1 του άρθρου 15 και της παραγράφου 2 του άρθρου 64 του ν. 4182/2013 (Α1 185), όπως τροποποιήθηκε με τις παραγράφους 2 και 6 αντίστοιχα του ν. 4261/2014 (Α' 107) για την υποβολή των απαιτούμενων για την κατάρτιση των φακέλων στοιχείων παρατείνεται από τότε που έληξε μέχρι και την 31.10.2014.
6. α. Στην παράγραφο 1 του άρθρου 36 του ν. 3086/2002 η λέξη «Παρέδρου» αντικαθίσταται
με τις λέξεις «Δικαστικού Πληρεξουσίου Α7» και στα εδάφια α’ και β' της παραγράφου 2 του άρθρου 55 του ν.4170/2013 μετά τις λέξεις «λειτουργών του Ν.Σ.Κ.» προστίθενται οι λέξεις «μέχρι και το βαθμό Δικαστικού Πληρεξουσίου Α'».
β. Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου ισχύουν από τον χρόνο έναρξης ισχύος του άρθρου 55 του ν. 4170/2013.
2. ΠΡΟΣΘΗΚΗ - ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ "1.Λοιπές ρυθμίσεις συναρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών και άλλων Υπουργείων. 2.Ρυθμίσεις θεμάτων της ΕΛΤΕ" ΣΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ «Ανοικτή διάθεση και περαιτέρω χρήση εγγράφων , πληροφοριών και δεδομένων του Δημόσιου τομέα, τροποποίηση του ν. 3448/2006 (Α' 57), προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της οδηγίας 2013/37/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, Περαιτέρω ενίσχυση της διαφάνειας, Ρυθμίσεις Θεμάτων Εισαγωγικού Διαγωνισμού ΕΣΔΔΑ και άλλες διατάξεις»
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Άρθρο ...
Λοιπές ρυθμίσεις συναρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών και άλλων Υπουργείων
1. Επί της
παραγράφου 1:
Με την παρ. 3 του άρθρου 23 ν. 4210/2013 (Α' 254) προστέθηκαν στις
αναρτητέες στο Πρόγραμμα Διαύγεια πράξεις οι πράξεις ανάληψης υποχρέωσης
δαπάνης, έγκρισης δαπάνης και οριστικοποίησης της πληρωμής από δημόσιους
φορείς. Περαιτέρω, με την παρ. 4 του άρθρου 23 ν. 4210/2013 ορίστηκε για
πρώτη φορά ότι οι αναρτητέες πράξεις στο Πρόγραμμα Διαύγεια (εφόσον δεν είναι
κατά νόμο δημοσιευτέες) ισχύουν από την ανάρτησή τους. Κατά την πρώτη εφαρμογή
του νόμου παρατηρήθηκαν καθυστερήσεις κατά την ανάρτηση των πράξεων ανάληψης
υποχρέωσης καθώς και των ανακλήσεων αυτών (σε περίπτωση μη εκτέλεσης της
οικείας δαπάνης) από τις οικονομικές υπηρεσίες των διατακτών και τις οικείες
Υπηρεσίες Δημοσιονομικού ελέγχου (ΥΔΕ), με συνέπεια να παρατηρούνται περαιτέρω
καθυστερήσεις στην πληρωμή πιστωτών του Δημοσίου. Για το λόγο αυτό, λαμβάνοντας
υπόψη τις υποχρεώσεις του Δημοσίου από την Οδηγία 2011/7/ΕΕ «για την
καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές», προτείνεται
για την πρώτη εφαρμογή του ν. 4210/2013, η εισαγωγή μεταβατικής
διάταξης, που θα επιτρέψει την ομαλή προσαρμογή των οικονομικών υπηρεσιών στις
νέες ρυθμίσεις. Σύμφωνα με την προτεινόμενη ρύθμιση πράξεις ανάληψης υποχρέωσης
δαπάνης και σχετικές ανακλητικές αποφάσεις των διατακτών, που έχουν εκδοθεί
αποκλειστικά μέχρι την 30.9.2014, ισχύουν από την ημερομηνία έκδοσης τους,
ανεξάρτητα από το χρόνο ανάρτησης αυτών στο Διαδίκτυο (Πρόγραμμα «Διαύγεια»).
Με τον τρόπο αυτό κατ' ουσίαν διατηρείται για περιορισμένο χρονικό διάστημα
(έως την 30.9.2014), και μόνο για τις πράξεις ανάληψης δαπανών και τις
ανακλητικές τους, το προγενέστερο καθεστώς που προέβλεπε μεν την υποχρεωτική
δημοσίευση ως όρο εκτέλεσης των πράξεων, πλην όμως δεν συναρτούσε το κύρος τους
με την προηγούμενη δημοσίευσή τους.
2. Με την προτεινόμενη ρύθμιση συμπληρώνεται η παρ. 9 του άρθρου 2 του ν. 3986/2011, ώστε, για την ταυτότητα του νομικού λόγου, η δυνατότητα του ΤΑΙΠΕΔ περί καταγγελίας μισθώσεων ή παραχωρήσεων χρήσης επί ακινήτων που του έχουν μεταβιβαστεί κατά κυριότητα, να επεκταθεί και σε περιουσιακά στοιχεία επί των οποίων το Ταμείο έχει δικαίωμα παραχώρησης της χρήσης, διαχείρισης και εκμετάλλευσης, όπως είναι οι λιμενικές εγκαταστάσεις, οι αυτοκινητόδρομοι και λοιπές υποδομές, καθώς και τα ακίνητα που σχετίζονται με τη λειτουργία τους. Περαιτέρω, προκειμένου να διασφαλιστεί η άμεση και απρόσκοπτη αξιοποίηση των ανωτέρω περιουσιακών στοιχείων, σύμφωνα με το Πρόγραμμα Αποκρατικοποίησης, προς όφελος του δημοσίου συμφέροντος, προβλέπεται η δυνατότητα του Ταμείου ή του προηγούμενου δικαιούχου του περιουσιακού στοιχείου (ο οποίος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παρ. 7 του άρθρου 2 του ν.3986/2011, παραμένει στη διοίκηση και διαχείριση του πράγματος μέχρι την αξιοποίησή του από το Ταμείο, ενεργώντας ως εκ του νόμου εντολοδόχος αυτού), αν ο μισθωτής ή ο παραχωρησιούχος του οποίου η συμβατική σχέση λύεται, μετά την καταγγελία της οικείας σύμβασης, αρνείται την απόδοση της κατοχής, να ζητηθεί η απόδοσή της κατά τη διαδικασία της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του ν. 1539/1938 περί διακατοχικών διαφορών του Δημοσίου. Σημειώνεται ότι ο προηγούμενος δικαιούχος του επιδίκου νομιμοποιείται να υποβάλει την αίτηση ακόμα και αν δεν είναι το Δημόσιο ή ΝΠΔΔ (π.χ. ΕΤΑΔ). Κατά την εφαρμογή της διαδικασίας περί διακατοχικών διαφορών στις ανωτέρω περιπτώσεις, ο έλεγχος του Εισαγγελέα Πρωτοδικών οριοθετείται στη διαπίστωση των προϋποθέσεων που θέτει η προτεινόμενη ρύθμιση, εξετάζεται, δηλαδή, αποκλειστικά αν έχει καταγγελθεί η σύμβαση μίσθωσης ή παραχώρησης από το Ταμείο (ή αν πρόκειται για αυθαίρετη κατοχή), αν έχει παρέλθει η προθεσμία δύο μηνών από την επίδοση της καταγγελίας. Τυχόν άλλες προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 22 του ν. 1539/1938 δεν εξετάζονται κατά την παρούοα διαδικασία, δεδομένου ότι μετά την παρέλευση της δίμηνης προθεσμίας από την καταγγελία ο προηγούμενος δικαιούχος του επίδικου περιουσιακού στοιχείου λογίζεται ως νομέας και κάτοχος και συνεπώς, στην προκειμένη περίπτωση, παρέλκει η οποιαδήποτε έρευνα γενόμενη δεκτή νομολογιακά στο πλαίσιο εφαρμογής του ως άνω άρθρου περί του επείγοντος ή του αστυνομικού χαρακτήρα του μέτρου, κωλύοντος την παροχή έννομης προστασίας, στην περίπτωση κατά την οποία κρίνεται ότι δεν συντρέχει τέτοια περίπτωση. Συνεπώς, η εδώ θεσπιζόμενη διαδικασία απόδοσης αποκλίνει ουσιωδώς από εκείνη του άρθρου 22 του ν. 1539/1938 καθώς αποτελεί διαγνωστική της νομής διαδικασία που αποβλέπει στην επίλυση του ζητήματος της νομής και όχι απλά στη συντήρηση της υπάρχουσας κατάστασης. Για την περαιτέρω εξασφάλιση των δικαιωμάτων του Ταμείου και του προηγούμενου δικαιούχου του δημόσιου ακινήτου προβλέπεται ότι αυτοί θεωρούνται κάτοχοι και νομείς μετά την παρέλευση της δίμηνης προθεσμίας από την καταγγελία της σύμβασης. Επίσης, κατά μείζονα λόγο, ορίζεται ότι η ίδια διαδικασία εφαρμόζεται και για ακίνητα που κατέχονται αυθαίρετα. Τέλος, προβλέπεται ότι εκατέρωθεν συμβατικές ή αδικοπρακτικές αξιώσεις λόγω της κατοχής των πιο πάνω ακινήτων, δεν κωλύουν τη διαδικασία αποβολής κατά το άρθρο 22 του ν.1539/1938.
3. Επί της
παραγράφου 3:
Η πλειοψηφία των συμβάσεων με οικονομικούς, τεχνικούς και νομικούς συμβούλους
προς υποστήριξη του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων συνήφθη αρχικά από το
Ελληνικό Δημόσιο, με αποφάσεις της Διυπουργικής Επιτροπής Αναδιαρθρώσεων και
Αποκρατικοποιήσεων, δυνάμει του ν. 3049/2002. Οι συμβάσεις αυτές μεταφέρθηκαν
στη συνέχεια στο ΤΑΙΠΕΔ, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο ν. 3986/2011, και
εκτελούνται έκτοτε από αυτό. Για διαφορετικούς λόγους που αφορούν τόσο σε
δυσκολίες κατά την ωρίμανση και προετοιμασία όσο και σε αναγκαίες αλλαγές
σχεδιασμού, οι αρχικώς προβλεπόμενοι χρόνοι ολοκλήρωσης των έργων του προγράμματος,
έχουν παραταθεί με αποτέλεσμα πολλές από τις παραπάνω συμβάσεις να λήγουν χωρίς
να έχουν ολοκληρωθεί τα αντίστοιχα έργα. Προκειμένου να μην καθυστερήσει η
επίτευξη των επιδιωκόμενων στόχων αλλά και να διασφαλιστεί η συνεχής και
απρόσκοπτη υποστήριξη των τρεχουσών διαδικασιών κρίνεται αναγκαία η χορήγηση
στο Δ.Σ. του ΤΑΙΠΕΔ της δυνατότητας ανανέωσης των εν λόγω συμβάσεων, μέχρι την
ολοκλήρωση της σχετικής διαδικασίας.
4. Επί της
παραγράφου 4:
Με την προτεινομένη ρύθμιση επιχειρείται η διευκόλυνση της διεξαγωγής των δικών
όπου διάδικος είναι το Ελληνικό Δημόσιο ή ΝΠΔΔ, ιδίως στις περιπτώσεις κατά τις
οποίες υπάρχει μεγάλος αριθμός αντιδίκων. Ειδικότερα, σε κατηγορίες υποθέσεων
με δεκάδες και συχνά με εκατοντάδες αντιδίκους, όπως για παράδειγμα οι εργατικές
διαφορές, έχει διαπιστωθεί ότι είναι δυσχερής η επίδοση των διαφόρων δικαστικών
και διαδικαστικών εγγράφων, είτε επειδή δεν υπάρχουν στοιχεία ως προς την
κατοικία ή διαμονή των παραπάνω προσώπων είτε επειδή τα διαθέσιμα στοιχεία
είναι εντωμεταξύ ανεπίκαιρα, λόγω μεταβολής της διεύθυνσης κατοικίας ή
διαμονής, με αποτέλεσμα να καθίσταται είτε δυσχερής είτε αδύνατη η συζήτηση των
υποθέσεων αυτών. Με την προτεινόμενη διάταξη, προβλέπεται ότι το Δημόσιο ή
οποιοδήποτε ΝΠΔΔ δύναται να επιδίδει όχι μόνο στον αντίδικο ή τον αντίκλητό
του, δυνατότητα η οποία υφίστατο μέχρι σήμερα με βάση τις κείμενες διατάξεις,
αλλά και στον δικηγόρο ο οποίος εκπροσώπησε τον αντίδικο κατά την τελευταία
συζήτηση της υπόθεσης ή έχει υπογράψει το τελευταίο δικόγραφο που αφορά στην
υπόθεση. Πλέον ο τελευταίος θα θεωρείται αντίκλητος και για κάθε μεταγενέστερη
επίδοση και θα φέρει το βάρος να παραδίδει αμελλητί το επιδιδόμενο έγγραφο στον
αντίδικο. Επιδόσεις που έχουν διενεργηθεί σύμφωνα με τα προαναφερόμενα θα
θεωρούνται νόμιμες και για εκκρεμείς σε οποιοδήποτε στάδιο και βαθμό
(συμπεριλαμβανομένου του σταδίου της αναίρεσης). Τέλος, προβλέπεται ότι οι
προτεινόμενες διατάξεις της παρ. 1 του προτεινόμενου άρθρου 6Α εφαρμόζονται
ανάλογα και για επιδόσεις που διενεργούνται, κατ' εφαρμογή των κείμενων
διατάξεων (Κώδικας Διοικητικής Δικονομίας ή Πολιτικής Δικονομίας κλπ), από τη
Γραμματεία οποιουδήποτε Δικαστηρίου ή την ίδια τη Δικαστική ή Εισαγγελική Αρχή.
Η κατά τα παραπάνω διεύρυνση των δυνατοτήτων επιδόσεως αναμένεται ότι θα
συμβάλει, ιδίως στις δίκες με μεγάλο αριθμό αντιδίκων, αφενός στην εξοικονόμηση
διοικητικού και χρηματικού κόστους, αφετέρου στην εξασφάλιση συμμετοχής των
αντιδίκων στις οικείες δίκες και στην γρήγορη εκκαθάριση των δικαστικών
εκκρεμοτήτων.
5. Επί της
παραγράφου 5:
Με την αριθ. ΔΕΛ Α 1139948 ΕΞ 2012 απόφαση του Υφυπ. Οικονομικών (Β' 2756)
αντικαταστάθηκε η παρ. 1 του άρθρου 1 της ΠΟΛ. 1188/2011 Α.Υ.Ο. (Β' 1993) και
οι καταλογιστικές πράξεις φόρου, τέλους, εισφοράς ή προστίμου που εκδίδονται
από φορολογικές ή τελωνειακές αρχές στις οποίες το ανά πράξη καταλογιοθέν ποσό
υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες (300.000) ευρώ, επιδίδονται με δικαστικούς
επιμελητές. Με τις διατάξεις του άρθρου 21, παρ. 2 του 2362/1995(247),
όπως ισχύει, καθώς και του άρθρου 2 του π.δ. 113/2010 (Α' 194 και 209) ορίζεται
ότι πριν από κάθε ενέργεια για την εκτέλεση οποιασδήποτε δαπάνης του Δημοσίου
και των λοιπών φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, απαιτείται η έκδοση σχετικής
απόφασης ανάληψης υποχρέωσης του αρμόδιου διατάκτη. Κατά συνέπεια, η έκδοση της
απόφασης ανάληψης υποχρέωσης θα πρέπει να προηγείται όλων των άλλων
διαδικασιών, που προβλέπονται για την πραγματοποίηση της δαπάνης, με την
επιφύλαξη των οριζομένων στο άρθρο 9 του ίδιου π.δ. όπως ισχύει που προβλέπουν
εξαιρέσεις από την κανονική διαδικασία. Σύμφωνα με το άρθρο 2 της αριθ.
2/43371/0026/12.6.2012 απόφασης του Υπ. Οικονομικών (Β.1843) οι δεσμεύσεις για
τις ανωτέρω δαπάνες αναλαμβάνονται για ολόκληρο το ετήσιο ποσό των
εγγεγραμμένων πιστώσεων από την έναρξη του οικείου οικονομικού έτους, με έκδοση
αποφάσεων ανάληψης υποχρέωσης. Για τις δαπάνες που αφορούν στην πληρωμή εξόδων
διοικητικής εκτελέσεως, σε βάρος της περιουσίας οφειλετών (δικαιωμάτων
δικαστικών επιμελητών, τυχόν οδοιπορικών εξόδων, πρόσθετων αμοιβών κ.λπ.) που
απορρέουν από διενεργηθείσες συναφείς πράξεις {επιδόσεις δικογράφων ή εγγράφων
ή καταλογιστικών πράξεων φορολογικών και τελωνιακών αρχών μέσω δικαστικών
επιμελητών, κατασχέσεις (αναγκαστικές κατασχέσεις κινητών ή ακινήτων),
πλειστηριασμούς (κινητών ή ακινήτων ή αναπλειστηριασμοί) και λοιπές πράξεις
(έρευνες σε δημόσια εν γένει βιβλία προς διαπίστωση της περιουσιακής κατάσχεσης
οφειλετών του Δημοσίου κ.λπ.)}, δεν είναι δυνατή η εκ των προτέρων εκτίμηση του
ύψους των πιστώσεων που πρέπει να δεσμευθούν κατά τα ανωτέρω. Ως εκ τούτου οι
δαπάνες αυτές θα πρέπει λόγω της ιδιάζουσας φύσης τους να υπαχθούν στις
εξαιρέσεις των διατάξεων του άρθρου 9 περί ανάληψης υποχρεώσεων κατά παρέκκλιση
της κανονικής διαδικασίας και οι δεσμεύσεις πιστώσεων για την πληρωμή τους
ενδείκνυται να αναλαμβάνονται μετά την παραλαβή των σχετικών λογαριασμών. Κατ'
ακολουθία των ανωτέρω προτείνεται η κατωτέρω ρύθμιση της περίπτωσης α σύμφωνα
προς την οποία οι ανωτέρω δαπάνες υπάγονται στις εξαιρέσεις των διατάξεων της
παρ. 2 του άρθρου 9 του π.δ 113/2010 και οι δεσμεύσεις σχετικών πιστώσεων για
την πληρωμή τους διενεργούνται με την παραλαβή των σχετικών λογαριασμών.
Περαιτέρω με τις διατάξεις της παραγράφου 10α του άρθρου 45 του ν.4071/2012
(Α'85) μετεβλήθη, από 11-4-2012, ο τρόπος πληρωμής των εξόδων διοικητικής
εκτέλεσης στους δικαιούχους δικαστικούς επιμελητές και ορίστηκε ότι οι δαπάνες
αυτές καταβάλλονται από τις οικείες ΥΔΕ, αντί των Δ.Ο.Υ., με την έκδοση
σχετικών χρηματικών ενταλμάτων, κατά τις κείμενες δημοσιολογιστικές διατάξεις.
Τόσο η προαναφερόμενη μεταβολή του νομοθετικού πλαισίου, όσο και η ανεπάρκεια
των πιστώσεων που διατέθηκαν προς τούτο από τον κρατικό προϋπολογισμό είχε ως
αποτέλεσμα να εκκρεμούν προς πληρωμή δαπάνες της κατηγορίας αυτής, οι οποίες,
ως ληξιπρόθεσμες οφειλές επιβαρύνουν το δημοσιονομικό έλλειμμα. Περαιτέρω, η
υφιστάμενη εκκρεμότητα έχει αρνητική επίπτωση στην είσπραξη των δημόσιων
εσόδων, που σε πολλές περιπτώσεις προϋποθέτει τη νόμιμη επίδοση των
προβλεπόμενων φορολογικών δικογράφων. Κατόπιν αυτών και προκειμένου να καταστεί
δυνατή η πληρωμή των οφειλομένων στους δικαιούχους προτείνεται η κατωτέρω
ρύθμιση με την οποία παρέχεται προς τούτο σχετική δυνατότητα με επιβάρυνση του
προϋπολογισμού του ΥΠΟΙΚ κατά το τρέχον και το επόμενο οικονομικό έτος
(περίπτωση β).
6. Επί της παραγράφου 6:
Με την προτεινόμενη διάταξη παρατείνονται για μικρό χρονικό διάστημα οι προθεσμίες που αφορούν κατά σειρά την καταχώρηση των φορέων στο ΕΣΥΠ, την καταχώρηση στοιχείων που αφορά υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο ΕΣΥΠ από τους παρόχους αυτών και τον καθορισμό με κοινή υπουργική απόφαση των φορέων που λόγω της ειδικής φύσεως και της αποστολής τους καλύπτονται από το απόρρητο και μπορούν να εξαιρεθούν. Η διάταξη αυτή κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να καλυφθούν περιπτώσεις φορέων που για διάφορους λόγους-παρότι εμπίπτουν στις περιπτώσεις για τις οποίες μπορεί να χορηγηθεί εξαίρεση - δεν προέβησαν εμπροθέσμως στις κατάλληλες ενέργειες.
7. Επί της παραγράφου 7:
Το μέτρο της δέσμευσης των τραπεζικών λογαριασμών και οιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου ελεγχομένου προσώπου αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος και συγκεκριμένα, στην διασφάλιση της διατηρήσεως των περιουσιακών στοιχείων του ελεγχομένου, ώστε να είναι δυνατή η ικανοποίηση αξιώσεων του Δημοσίου κατ' αυτού, σε περίπτωση που διαπιστωθεί η εκ μέρους του τέλεση των πιθανολογουμένων αδικημάτων του αρ. 17Α παρ. 3 ν. 2523/97 καθώς επίσης και στην διασφάλιση της διατηρήσεως στοιχείων, τα οποία μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο ελέγχου κατά την διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης. Δεδομένου όμως ότι η λήψη του μέτρου αυτού συνεπάγεται επέμβαση σε συνταγματικώς προστατευόμενα αγαθά, με την προτεινόμενη ρύθμιση οριοθετείται η σχετική δυνατότητα του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, ως προς τις προϋποθέσεις και την χρονική διάρκεια της δεσμεύσεως, η οποία ορίζεται ετήσια με δυνατότητα περαιτέρω παρατάσεως της λόγω δικαιολογημένης μη ολοκλήρωσης της προκαταρκτικής εξέτασης (πολυπλοκότητα υπόθεσης, πληθώρα στοιχείων, αναμονή αποστολής πληροφοριών στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ή της διεθνούς συνεργασίας, αναμονή διενέργειας ελεγκτικών επαληθεύσεων στο πλαίσιο άλλης διερευνώμενης υπόθεσης ή της επεξεργασίας στοιχείων που αφορούν την ίδια την υπόθεση κ.λ.π.). Για υφιστάμενες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών, περιεχομένου τραπεζικών θυρίδων και περιουσιακών εν γένει στοιχείων, οι οποίες έχουν επιβληθεί κατ' εφαρμογή του άρθρου 30 του ν. 3296/2006, οι Οικονομικοί Εισαγγελείς δύνανται να επιβάλουν τις προτεινόμενες δεσμεύσεις, υπό τις ανωτέρω οριζόμενες προϋποθέσεις. Σημειώνεται ότι ανάλογη εξουσία δέσμευσης τραπεζικών λογαριασμών παρέχεται υπό τους όρους του άρθρου 14 του ν. 2523/1997 και υπό τους όρους του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας στα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης, συνιστάμενη μεταξύ άλλων και στην απαγόρευση κατάρτισης συμβολαιογραφικών πράξεων μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων και στην δέσμευση των τραπεζικών καταθέσεων του παραβάτη, προς εξασφάλιση της διατήρησης των περιουσιακών στοιχείων του, ώστε να είναι δυνατή η ικανοποίηση των αξιώσεων του Δημοσίου κατ' αυτού από τις σχετικές πράξεις επιβολής φόρων, τούτο δε έχει κριθεί ότι θεμιτά περιορίζει την οικονομική και επαγγελματική ελευθερία του, η οποία δεν προστατεύει τους παραβάτες της φορολογικής νομοθεσίας από τη λήψη τέτοιων μέτρων εξασφάλισης της πληρωμής των οφειλών τους και του δημοσίου συμφέροντος (ΣΕ 2199/2013,1159/2012,2024/2010).
8. Επί της παραγράφου 8:
Λόγω της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας, προς το σκοπό διευκόλυνσης των ασκούντων ένδικα βοηθήματα κατά πράξεων επιβολής προστίμων ή αποζημιώσεων σύμφωνα με τις διατάξεις περί Δημόσιας Περιουσίας, η καταβολή του οριζόμενου από τη διάταξη ποσού για το παραδεκτό των εν λόγω ενδίκων βοηθημάτων μπορεί να λάβει χώρα έως τη συζήτηση της υπόθεσης, αντί υποχρεωτικά με την κατάθεση του δικογράφου, όπως προβλεπόταν έως τώρα.
Άρθρο ...
Ρυθμίσεις θεμάτων της ΕΛΤΕ
Με το προτεινόμενο άρθρο επιχειρείται ο περαιτέρω εκσυγχρονισμός της λειτουργίας της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης Ελέγχων (ΕΛΤΕ) και η θεσμική της θωράκιση προκειμένου να εξασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα του εποπτικού της ρόλους και η ενίσχυση της διαφάνειας.
Ειδικότερα:
Με τις προτεινόμενες παραγράφους 1 και 2 προστίθεται παράγραφος 12 στο άρθρο 1 του ν. 3148/2003, ιδρύεται γραφείο Νομικού Συμβούλου του Κράτους στην ΕΛΤΕ προκειμένου να επικουρεί τη λειτουργία του Διοικητικού Συμβουλίου και να παρέχει άρτια και επαρκή νομική υποστήριξη στην αρχή.
Με την προτεινόμενη με την παράγραφο 2 προσθήκη παραγράφου 13 στο άρθρο 1 του ν. 3148/2003, οι δαπάνες της ΕΛΤΕ υπάγονται στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Παρόλο που τα έσοδα της ΕΛΤΕ δεν προέρχονται από τον κρατικό προϋπολογισμό, η διάταξη αυτή κρίνεται επιβεβλημένη για τη βελτίωση της λειτουργίας της ΕΛΤΕ, με την υποστήριξη των θεσμών που διασφαλίζουν ένα εύρυθμο και διαφανές πλαίσιο λειτουργίας.
Με τις παραγράφους 3 και 4 δίνεται η δυνατότητα σε καθηγητές ανώτατης εκπαίδευσης να συμμετέχουν στα όργανα της ΕΛΤΕ, δηλαδή στο Συμβούλιο Λογιστικής Τυποποίησης και στο Συμβούλιο Ποιοτικού Ελέγχου προκειμένου αυτά να ενισχυθούν επιστημονικά με το κατάλληλο ακαδημαϊκό προσωπικό και με την εμπειρία που αυτό διαθέτει.
Με την παράγραφο 5 προστίθενται μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους στη σύνθεση του ΔΣ της ΕΑΤΕ, όταν αυτό συνεδριάζει ως Πειθαρχικό Όργανο προκειμένου να διασφαλίζεται η νομική αρτιότητα των αποφάσεων.
ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο ...
Λοιπές ρυθμίσεις συναρμοδιότητας Υπουργείου Οικονομικών και άλλων Υπουργείων
1. Πράξεις ανάληψης υποχρέωσης δαπάνης και σχετικές ανακλητικές αποφάσεις των διατακτών, που έχουν εκδοθεί μέχρι την 30.9.2014, ισχύουν από την ημερομηνία έκδοσης τους, ανεξάρτητα από το χρόνο ανάρτησης αυτών στο Διαδίκτυο (Πρόγραμμα «ΔΙΑΥΓΕΙΑ»).
2. Μετά το
τρίτο εδάφιο της παραγράφου 9 του άρθρου 2 του ν. 3986/2011 προστίθενται
εδάφια ως ακολούθως:
«Τα προηγούμενα εδάφια εφαρμόζονται και για περιουσιακά στοιχεία επί των οποίων
το Ταμείο έχει δικαίωμα παραχώρησης της χρήσης, διαχείρισης και εκμετάλλευσης,
δυνάμει σχετικών αποφάσεων της ΔΕΑΑ που εκδίδονται κατά την παράγραφο 2 του
άρθρου 5. Αν ο μισθωτής ή ή παραχωρησιούχος του οποίου η συμβατική σχέση έχει
καταγγελθεί αρνείται την απόδοση της κατοχής μπορεί να ζητηθεί η απόδοσή της
κατά τη διαδικασία της παραγράφου 1 του άρθρου 22 του ν. 1539/1938. Η σχετική
αίτηση προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών υποβάλλεται είτε από το Ταμείο είτε από
τον προηγούμενο, κατά την έννοια της παραγράφου 7, δικαιούχο του περιουσιακού
στοιχείου. Εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις των προηγούμενων εδαφίων, ο
Εισαγγελέας Πρωτοδικών διατάσσει την απόδοση στον προηγούμενο δικαιούχο καθώς
και χρηματική ποινή για κάθε ημέρα καθυστέρησης εκτέλεσης της απόφασης ή
μελλοντικής αμφισβήτησης της κατοχής. Για τις ανάγκες εφαρμογής της διαδικασίας
ενώπιον του Εισαγγελέα Πρωτοδικών, το Ταμείο και ο προηγούμενος δικαιούχος
θεωρούνται κάτοχοι και νομείς μετά την παρέλευση της προθεσμίας του δευτέρου
εδαφίου της παρούσας παραγράφου. Η προθεσμία για την άσκηση της ανακοπής
ενώπιον του Εισαγγελέα Εφετών και η άσκηση αυτής δεν αναστέλλουν την εκτέλεση.
Η ανωτέρω διαδικασία εφαρμόζεται και στην περίπτωση κατά την οποία τα
περιουσιακά στοιχεία επί των οποίων το Ταμείο έχει δικαίωμα παραχώρησης της
χρήσης, διαχείρισης και εκμετάλλευσης κατέχονται, με οποιοδήποτε τρόπο,
αυθαίρετα. Εκατέρωθεν συμβατικές ή αδικοπρακτικές αξιώσεις λόγω της κατοχής των
πιο πάνω ακινήτων, δεν κωλύουν τη διαδικασία αποβολής κατά τα ανωτέρω, ούτε η
άσκησή τους αποτελεί λόγο αναστολής αυτής. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι
διατάξεις του άρθρου 22 του ν.1539/1938 εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά από τα προηγούμενα
εδάφια της παρούσας παραγράφου.»
3. Στο τέλος
του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 9 του ν.3986/2011
προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Οι συμβάσεις αυτές δύνανται να ανανεώνονται ή να παρατείνονται μέχρι την
ολοκλήρωση της αξιοποίησης των περιουσιακών στοιχείων που αφορούν, αποκλειστικά
με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου, σύμφωνα με τους όρους και
τις διαδικασίες του Κανονισμού της παραγράφου 4 του άρθρου 8 του παρόντος.».
4. Μετά το
άρθρο 6 του διατάγματος της 26 Ιουνίου - 10 Ιουλίου 1944 "Περί κώδικος των
νόμων, περί δικών του Δημοσίου" (Α' 139), προστίθεται άρθρο 6Α ως εξής:
«Άρθρο 6Α
1. Η επίδοση από το Ελληνικό Δημόσιο ή οποιοδήποτε ΝΠΔΔ κάθε ενδίκου βοηθήματος
και ενδίκου μέσου, οποιασδήποτε κλήσης προς συζήτηση υπόθεσης, οποιοσδήποτε δικαστικής
απόφασης, προσωρινής διαταγής, για οποιαδήποτε υπόθεση σε οποιονδήποτε βαθμό ή
στο πλαίσιο της αναιρετικής δίκης, ενώπιον οποιουδήποτε πολιτικού ή διοικητικού
δικαστηρίου, δύναται να γίνει: α) στους αντιδίκους του ή τον αντίκλητό τους, β)
στο δικηγόρο ο οποίος τους εκπροσώπησε κατά την τελευταία συζήτηση της υπόθεσης
ή έχει υπογράψει το τελευταίο δικόγραφο που αφορά την υπόθεση, στην τελευταία
δηλωθείσα, κατά τις κείμενες διατάξεις, διεύθυνσή τους. Ο δικηγόρος στην
περίπτωση του προηγούμενου εδαφίου θεωρείται αντίκλητος και για κάθε
μεταγενέστερη επίδοση, εκτός εάν ο διάδικος, κατά περίπτωση, γνωστοποίησε με
δήλωση στην Κεντρική Υπηρεσία του ΝΣΚ ή την έδρα του ΝΠΔΔ τον
διορισμό νέου πληρεξουσίου ή αντικλήτου. Ο δικηγόρος ή ο αντίκλητος οφείλει να
παραδίδει αμελλητί το επιδιδόμενο έγγραφο. Επιδόσεις που έχουν διενεργηθεί κατά
τα αναφερόμενα στα προηγούμενα εδάφια θεωρούνται νόμιμες και για εκκρεμείς σε
οποιοδήποτε στάδιο υποθέσεις.
2. Τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 εφαρμόζονται ανάλογα και για επιδόσεις που
διενεργούνται, κατ' εφαρμογή κείμενων διατάξεων, από τη Γραμματεία οποιουδήποτε
Δικαστηρίου ή τις Δικαστικές και Εισαγγελικές Αρχές.»
5. α. Η
δέσμευση πιστώσεων για την πληρωμή δαπανών που αφορούν έξοδα διοικητικής
εκτέλεσης [αρθ.1 αριθ.2/43371/0026/12-6-2012 υ.α.(Β.1843)] διενεργείται κατά
τις διατάξεις της παρ.2 του άρθρου 9 του π.δ. 113/2010 (Α' 194) μετά την
παραλαβή των σχετικών λογαριασμών, τροποποιουμένων αναλόγως των διατάξεων του
πρώτου εδαφίου της παρ.1 του άρθρου 2 της ανωτέρω υπουργικής απόφασης.
β. Δαπάνες για την καταβολή των εξόδων της προηγούμενης περίπτωσης, που
απορρέουν από διενεργηθείσες συναφείς πράξεις οι οποίες πραγματοποιήθηκαν μέχρι
31.12.2013 καθ' υπέρβαση των εγγεγραμμένων πιστώσεων και χωρίς την τήρηση των
περί αναλήψεως υποχρεώσεων σχετικών διατάξεων μπορούν να πληρωθούν κατ'
εξαίρεση, σε βάρος των πιστώσεων του προϋπολογισμού του Υπουργείου Οικονομικών
τρέχοντος ή/και του επόμενου οικον. έτους κατά παρέκκλιση των περί δεσμεύσεως
πιστώσεων διατάξεων και με την επιφύλαξη των λοιπών προϋποθέσεων νομιμότητας
και κανονικότητας αυτών.
6. α. Στην
παράγραφο 2 του άρθρου 38 του ν. 3979/2011(Α' 138) οι λέξεις «εντός τριών (3)
μηνών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «εντός έξι (6) μηνών».
β. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 38 του ν. 3979/2011 η λέξη
«πέντε» αντικαθίσταται από τη λέξη «έξι».
γ. Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 38 του ν. 3979/2011 η λέξη
«τεσσάρων» αντικαθίσταται από τη λέξη «έξι».
7. α. Στην
παράγραφο 8 του άρθρου 17Α του ν. 2523/97 προστίθεται εδάφια ως εξής:
«Επίσης έχουν την δυνατότητα να προβαίνουν, με αιτιολογημένη διάταξή τους σε
δεσμεύσεις τραπεζικών λογαριασμών, περιεχομένου τραπεζικών θυρίδων και
περιουσιακών (ακινήτων και κινητών) εν γένει στοιχείων, προς το σκοπό
διασφάλισης των συμφερόντων του Δημοσίου, σε περίπτωση διενεργούμενης ποινικής
προκαταρκτικής εξέτασης για την εξακρίβωση τέλεσης εγκλημάτων της παραγράφου 3
του παρόντος άρθρου για χρονικό διάστημα μέχρι ένα έτος που μπορεί να
παρατείνεται με βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών λόγω δικαιολογημένης μη
ολοκλήρωσης της διενεργούμενης κατά τα ανωτέρω ποινικής προκαταρκτικής
εξέτασης. Η διάταξη εκδίδεται χωρίς προηγούμενη κλήση του καθ' ου ή τρίτου και
δεν είναι απαραίτητο να αναφέρει συγκεκριμένο λογαριασμό, τίτλο, χρηματοπιστωτικό
προϊόν, θυρίδα, κινητό ή ακίνητο περιουσιακό στοιχείο. Η δέσμευση ισχύει από
την χρονική στιγμή της επίδοσης της διάταξης προς τον Οργανισμό ή την Υπηρεσία
προς την οποία απευθύνεται. Η διάταξη επιδίδεται εντός προθεσμίας είκοσι (20)
ημερών στον καθ' ου ή στον τρίτο, οι οποίοι δύνανται να προσφύγουν και να
ζητήσουν την άρση της, με αίτησή τους προς το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών εντός
προθεσμίας τριάντα (30) ημερών, η οποία δεν αναστέλλει την εκτέλεσή της.»
β. Για υφιστάμενες, κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος, δεσμεύσεις τραπεζικών
λογαριασμών, περιεχομένου τραπεζικών θυρίδων και περιουσιακών εν γένει
στοιχείων, οι οποίες έχουν επιβληθεί κατ' εφαρμογή του άρθρου 30 του ν.
3296/2006, οι Οικονομικοί Εισαγγελείς δύνανται να επιβάλουν τις δεσμεύσεις της
παραγράφου 8 του άρθρου 17Α του ν. 2523/1997 υπό τις σχετικώς
αναφερόμενες στη διάταξη αυτή προϋποθέσεις.
8. α. Η
παράγραφος 23 α του άρθρου τρίτου του ν. 4092/2012 (Α' 220) αντικαθίσταται ως
ακολούθως:
«23α. Για το παραδεκτό των προβλεπόμενων ενδίκων βοηθημάτων και μέσων ενώπιον
των καθ' ύλη αρμόδιων δικαστηρίων κατά πράξεων των Κτηματικών Υπηρεσιών με τις
οποίες επιβάλλονται κάθε είδους πρόσημα ή καθορίζονται αποζημιώσεις, σύμφωνα με
την κείμενη νομοθεσία για τη Δημόσια Περιουσία, πρέπει, ως την πρώτη συζήτηση
της υπόθεσης, να προσκομισθεί αποδεικτικό καταβολής ποσοστού 20% του
επιβληθέντος προστίμου ή της καθορισθείσας αποζημίωσης, το οποίο δεν μπορεί να
υπερβαίνει τις τριάντα χιλιάδες (30.000) ευρώ. Το ανωτέρω ποσό, αν το ένδικο
βοήθημα ή μέσο απορριφθεί ή γίνει εν μέρει δεκτό για οποιονδήποτε λόγο,
συνυπολογίζεται κατά τη σχετική εκκαθάριση
της αξίωσης του Δημοσίου, ενώ, αν αυτό γίνει δεκτό, αποδίδεται σε αυτόν που το
κατέβαλε. Οι έννομες αυτές συνέπειες επέρχονται ακόμη και αν δεν υπάρχει
σχετική ρητή διάταξη στην απόφαση.» β. Η διάταξη της παραγράφου 23 α του άρθρου
τρίτου του ν. 4092/2012, όπως αντικαθίσταται από την προηγούμενη περίπτωση,
εφαρμόζεται και σε ένδικα βοηθήματα ή μέσα που έχουν ασκηθεί από 09.11.2012 και
εντεύθεν, χωρίς να έχει καταβληθεί το προβλεπόμενο ποσό, υπό την προϋπόθεση ότι
δεν έχουν συζητηθεί.
Άρθρο ...
Ρυθμίσεις θεμάτων της ΕΛΤΕ
1. Στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 17 του ν.3086/2002 μετά τις λέξεις «στον Οργανισμό Γεωργικών Ασφαλίσεων» προστίθενται οι λέξεις «στην Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης και Ελέγχων».
2. Στο άρθρο
1 του ν.3148/2003 (ΑΊ36), όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, προστίθενται
παράγραφοι 12 και 13 ως εξής:
«12. Στην ΕΛΤΕ λειτουργεί Γραφείο Νομικού Συμβούλου, σύμφωνα με τις διατάξεις
του ν.3086/2002 ( Α'324). Στο Διοικητικό Συμβούλιο παρίστανται επίσης ο
Προϊστάμενος του Γραφείου Νομικού Συμβούλου ή ο νόμιμος αναπληρωτής του, όταν
καλείται από τον Πρόεδρο του Δ.Σ. για να διατυπώσει τη γνώμη του σε νομικά
θέματα».
«13. Οι δαπάνες της Επιτροπής Λογιστικής Τυποποίησης Ελέγχων υπάγονται στον
προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΣ). Ο ασκούμενος από το Ελεγκτικό
Συνέδριο προληπτικός έλεγχος διενεργείται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις
και τα διεθνή ελεγκτικά πρότυπα επί δαπανών που υπερβαίνουν κατά χρηματικό
ένταλμα τα όρια που ορίζει ο νόμος για τις περιπτώσεις των νομικών προσώπων
δημοσίου δικαίου».
3. Στο τέλος
της παραγράφου 1 του άρθρου 4 του ν.3148/2003 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Μέλη του ΣΛΟΤ μπορεί να είναι και καθηγητές ΑΕΙ, όπως αυτοί ορίζονται στο
άρθρο 16 του ν.4009/2011 και εξαιρούνται από τις διατάξεις του αρ.24 του ιδίου
νόμου».
4. Στο τέλος
της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του ν.3148/2003 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Μέλη του ΣΠΕ μπορεί να είναι και καθηγητές ΑΕΙ, όπως αυτοί ορίζονται στο άρθρο
16 του ν.4009/2011, και εξαιρούνται από τις διατάξεις του αρ.24 του ιδίου
νόμου».
5. Στο τέλος
της παραγράφου 1 του άρθρου 6 του ν.3148/2003 προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Όταν το Διοικητικό Συμβούλιο συνεδριάζει ως Πειθαρχικό Συμβούλιο, στη σύνθεσή
του προστίθενται δύο μέλη του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, τα οποία
ορίζονται από την Ολομέλειά του, και οι αποφάσεις λαμβάνονται με απλή
πλειοψηφία, εφόσον τηρούνται οι όροι της απαρτίας και νόμιμης σύνθεσης του
οργάνου.
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε