Το «κινεζικό ‘29» απειλεί την παγκόσμια οικονομία εν μέσω γεωπολιτικών προκλήσεων στην ευρύτερη περιοχή της νοτιοανατολικής Ασίας.
Του ΜΩΥΣΗ ΛΙΤΣΗ
Την ίδια στιγμή που στην Ελλάδα ετοιμαζόμαστε για τις εκλογές του Σεπτεμβρίου και το τρίτο μνημόνιο, στη διεθνή ειδησεογραφία κυριαρχεί η «Μαύρη Δευτέρα» των κινεζικών χρηματιστηρίων και των ευρύτερων επιπτώσεων τους στα διεθνή χρηματιστήρια, τις αναδυόμενες αγορές και τις αγορές εμπορευμάτων(πετρέλαιο). Τι ακριβώς συμβαίνει στην Κίνα και τι αυτό σημαίνει για την παγκόσμια οικονομία κα κατ’ επέκταση την Ελλάδα;
Την Δευτέρα(24/08) το κινεζικό χρηματιστήριο υποχώρησε 8,5%, καταγράφοντας την μεγαλύτερη ημερήσια πτώση από το 2007-την εβδομάδα 17/8-21/08 το κινεζικό χρηματιστήριο υποχώρησε 11%.
Η «Μαύρη Δευτέρα» έχει στην πραγματικότητα ξεκινήσει από τον Ιούλιο, όταν άρχισαν οι πρώτες μεγάλες πτώσεις των κινεζικών χρηματιστηρίων, οι προσπάθειες της κυβέρνησης του Πεκίνου να αντιστρέψει το κλίμα, με την τονωτική ένεση άνω του ενός τρισ. δολαρίων και την υποτίμηση του γουάν.
H Κίνα χρησίμευσε ως «ατμομηχανή» της παγκόσμιας οικονομίας μετά την κατάρρευση της Lehman Brothersτο 2008. Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης αντιστάθμισαν τις επιπτώσεις της ύφεσης που ακολούθησε για τις περισσότερες αναπτυγμένες οικονομίες, ενώ οι κρουνοί ρευστότητας από την αμερικανική Fed και άλλες κεντρικές τράπεζες με την περιβόητη πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης(αγοράς ομολόγων που ισοδυναμούσε έμμεσα με τύπωμα χρήματος) διοχετεύτηκαν στην κινεζική αγορά μετοχών και ακινήτων, καθώς το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα αναζητούσε διέξοδο…
Οι ρυθμοί ανάπτυξης της Κίνας ξεπερνούσαν το 10%. Το 2007 η κινεζική οικονομία αναπτυσσόταν κατά 14,2%. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο η κυβέρνηση του Πεκίνου προσπαθούσε μέσω συνεχών τονωτικών ενέσεων να κρατήσει την ανάπτυξη πάνω από το 7%, όριο που θεωρείται το ελάχιστο για να μπορέσει η κινεζική οικονομία να συνεχίσει να υπόσχεται υψηλές αποδόσεις στη διεθνή της χρηματιστηριακής κερδοσκοπίας. Επισήμως η κινεζική οικονομία συνέχισε να αναπτύσσεται το πρώτο εξάμηνο φέτος κατά 7%. Εκφράζονται ωστόσο φόβοι ότι η ανάπτυξη έχει ήδη περιοριστεί στο 5% με 6% ίσως και χαμηλότερα.
Μέχρι στιγμής η κυβέρνηση της Κίνας χρησιμοποιούσε ως τονωτική ένεση για την οικονομία τις επενδύσεις σε έργα υποδομής, αποφεύγοντας να ανοίξει τους κρουνούς του τραπεζικού δανεισμού όπως έκανε το 2008. Το πακέτο στήριξης που ανακοίνωσε η Κίνα το 2008- 4 τρισ. γουάν(586 δισ. δολάρια) προκειμένου να αποτρέψει τα κύματα ύφεσης που έφερνε η διεθνής χρηματοπιστωτική ασφυξία, οδήγησε σε τετραπλασιασμό του κινεζικού χρέους από 7 τρισ. δολάρια το 2007 σε 28 τρισ. δολάρια στα μέσα του 2014, ποσό που ισοδυναμεί με 282% του ΑΕΠ. Το μεγαλύτερο μέρος, 125% του ΑΕΠ, είναι χρέος των επιχειρήσεων με τη μορφή εταιρικών ομολόγων.
Άρχισε η κατηφόρα...
Μία σειρά από οικονομικούς δείκτες που ανακοινώθηκαν τις τελευταίες ημέρες αντικατοπτρίζουν την κατηφόρα την οποία έχει πάρει η κινεζική οικονομία με αποτέλεσμα από τον Ιούλιο και μετά να πολλαπλασιάζονται οι βουτιές στα χρηματιστήρια. Οι πωλήσεις smartphones φέτος στην Κίνα, την μεγαλύτερη κατασκευάστρια στον κόσμο, άρχισαν να μειώνονται για πρώτη φορά, σύμφωνα με τα στοιχεία των εταιρειών έρευνας IDC καιGartner.
Οι πωλήσεις αυτοκινήτων μειώθηκαν κατά 3,4% τον Ιούνιο σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα πέρυσι, καταγράφοντας την πρώτη μείωση από τις αρχές του 2013. Εκεί που παρατηρείται η μεγαλύτερη κάμψη είναι στον τεράστιο βιομηχανικό και κατασκευαστικό κλάδο, οι οποίοι είναι οι ατμομηχανές της κινεζικής οικονομίας. Η κάμψη μάλιστα στους κλάδους αυτούς είναι η αιτία της μεγάλης πτώσης στις τιμές στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων, κυρίως του πετρελαίου, καθώς η Κίνα είναι ένας από τους μεγαλύτερους καταναλωτές ενέργειας και πρώτων υλών στον κόσμο.
Πίσω από τις τάσεις υποχώρησης της κινεζικής οικονομίας, βρίσκεται ο θεμελιώδης νόμος του καπιταλισμού, η μείωση της κερδοφορίας και η αδυναμία του χρηματοπιστωτικού συστήματος να συνεχίσει να συντηρεί τη φούσκα στην αγορά ακινήτων και μετοχών.
Η αύξηση στην κερδοφορία της βιομηχανίας στην Κίνα, παρουσιάζει έντονες διακυμάνσεις τα τελευταία χρόνια, επηρεαζόμενη και από το γενικότερο κλίμα στην παγκόσμια οικονομία.
Το 2007 η κερδοφορία αυξήθηκε κατά 39%, το 2008 και 2009 όμως με την πτώση της διεθνούς ζήτησης λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης, η κερδοφορία μειώθηκε σε 12,5% και 13% αντίστοιχα. Το 2010 αυξήθηκε 53,5%, για να περιοριστεί στο 16% την επόμενη χρονιά. Το 2012 η αύξηση της κερδοφορίας ήταν μικρότερη του 1% και το 2013 ήταν 10,5%. Το 2014, η κερδοφορία είχε αρνητική ανάπτυξη.
Η μείωση της κερδοφορίας είχε αποτέλεσμα να μειώνονται οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου. Για παράδειγμα το 2007 τα αποθέματα σε μηχανήματα κλπ. παρουσίαζαν αύξηση 21%, το 2013 όμως, με βάση τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα στοιχεία, η αύξηση περιορίστηκε σε 11%.
Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης είχαν δημιουργήσει μία χρηματιστηριακή φούσκα, στην οποία επένδυε τόσο η διεθνής των αγορών αναζητώντας υψηλές αποδόσεις, εκμεταλλευόμενη τις συνθήκες φθηνής διεθνώς ρευστότητας λόγω των μηδενικών επιτοκίων και των πακέτων ποσοτικής χαλάρωσης των κεντρικών τραπεζών, όσο και ανερχόμενη κινεζική μεσαία τάξη που έβλεπε το χρηματιστήριο ως μέσο εξασφάλισης ενός καλύτερου ατομικού μέλλοντος(θυμηθείτε την Ελλάδα στα τέλη του ’90).
Στο απόγειο της χρηματιστηριακής φούσκας, οι τιμές των μετοχών στο χρηματιστήριο της Σενζέν, ήταν 60 φορές πάνω από τα κέρδη, ποσοστό σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με τα επίπεδα στα τέλη του 2014. Τον Ιούνιο οι κινεζικές αρχές περιόρισαν τα περιθώρια δανεισμού πυροδοτώντας την απαρχή της τρέχουσας χρηματιστηριακής κατρακύλας.
Η Υποτίμηση
Πρόσφατα η κινεζική κυβέρνηση επιχειρώντας να αντιστρέψει το κλίμα, προχώρησε σε υποτίμηση της ελεγχόμενης ισοτιμίας του γουάν, κατά 2%, προκειμένου να τονώσει την ανταγωνιστικότητά της. Η κίνηση αυτή θεωρήθηκε προοίμιο στην κατεύθυνση της πλήρους απελευθέρωσης του γουάν, εξέλιξη που θεωρείται προϋπόθεση για την εκπλήρωση της στρατηγικής του Πεκίνου για μεγαλύτερη διεθνοποίηση του νομίσματος, με απώτερο στόχο να συμπεριληφθεί στο καλάθι νομισμάτων του ΔΝΤ-γνωστό ως ειδικά τραβηχτικά δικαιώματα-και αμφισβήτησης της ηγεμονίας του δολαρίου στις διεθνείς συναλλαγές.
Η υποτίμηση, η οποία συνεχίστηκε με πτώση του γουάν στις διεθνείς χρηματαγορές, ήταν η μεγαλύτερη μεταβολή στην ισοτιμία του κινεζικού νομίσματος από το 2005 που η Κίνα εγκατέλειψε την πρόσδεση με το δολάριο και προχώρησε σε ελεγχόμενη διακύμανση του νομίσματός της. Για να κατανοήσουμε τη σημασία της κίνησης αυτής αρκεί να αναφέρουμε ότι πριν την υποτίμηση η μεγαλύτερη διακύμανση του γουάν για φέτος έφθανε στο 0,16%.
Η υποτίμηση εκδηλώθηκε υπό το φως των ανησυχητικών μακροοικονομικών δεδομένων. Οι κινεζικές εξαγωγές μειώθηκαν τον Ιούλιο κατά 8,3%, ενώ οι εισαγωγές μειώθηκαν επίσης τον ίδιο μήνα κατά 8,1% σε σχέση με πέρυσι, έχοντας επίσης μειωθεί τον Ιούνιο 6,1%. Με την υποτίμηση η Κίνα ελπίζει να τονώσει τις εξαγωγές της και να αποτρέψει την οικονομική επιδείνωση.
Οι διεθνείς εξελίξεις έχουν επηρεάσει την κινεζική οικονομία. Η παραγωγή στην Ευρώπη δεν έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 2007, με το ίδιο το ΔΝΤ να προειδοποιεί σε πρόσφατη έκθεσή του ότι η παγκόσμια οικονομία δεν πρόκειται να επιστρέψει στα προ του 2008 επίπεδα. Οι κινεζικές εξαγωγές προς την Ευρώπη έχουν μειωθεί κατά 12% σε σχέση με πέρυσι, ενώ κατά 10% έχουν μειωθεί και οι εξαγωγές προς την Ιαπωνία.
Το «κινεζικό ‘29»-270 δισ. ευρώ χάθηκαν από την αξία των ευρωπαϊκών μετοχών μόνο μέχρι το μέσον της συνεδρίασης την Δευτέρα, σε 1 τρισ. δολάρια ανέρχονται οι απώλειες από τις αρχές Αυγούστου- είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει η Κίνα από τις απαρχές της οικονομικής φιλελευθεροποίησης στις αρχές της δεκαετίας του ’80.
Συμπίπτει επίσης με εντεινόμενες γεωπολιτικές ανακατατάξεις στην ευρύτερη περιοχή: Την ένταση στις σχέσεις Πεκίνου-Τόκιο για την αμφισβητούμενη κυριότητα στα νησιά Σενκάκου/Ντιαγοού, την εντεινόμενη κινεζική στρατιωτική παρουσία στη θαλάσσια περιοχή της Νότιας Κίνας και την αναζωπύρωση της έντασης στην κορεατική χερσόνησο με τη Βόρεια Κορέα να διατηρεί στενές σχέσεις με την κυβέρνηση του Πεκίνου.
Ακόμη και αν καταφέρει η κυβέρνηση της Κίνας με τις παρεμβάσεις της να αντιστρέψει για λίγο το κλίμα στην κινεζική χρηματοπιστωτική αγορά, ένα νέο κεφάλαιο φαίνεται να ανοίγει στη συστημική κρίση που πυροδότησε η κατάρρευση της Lehman Bothers το 2008.
Σε αντίθεση όμως με τότε, «οι κεντρικές τράπεζες διαθέτουν ελάχιστα πυρομαχικά αυτή την στιγμή για να αντιμετωπίσουν μια ακόμα παγκόσμια ύφεση», όπως έγραψε και στο Twitter ο γνωστός μεγιστάνας Ρούπερτ Μέρντοχ.
Πηγές:
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε