Με συνέπεια και Ανεξάρτητο λόγο Κινούμαστε Δυναμικά

Για ένα Απαλλαγμένο απο κομματικές εξαρτήσεις ΟΕΕ

Για την Αναβάθμιση της Οικονομικής Επιστήμης

Για Επαγελματική Αξιοπρέπεια

Brexit: Από την διεύρυνση στη… συρρίκνωση. Του Μωυσή Λίτση

Brexit: Από την διεύρυνση στη… συρρίκνωση.



 
 Του Μωυσή Λίτση*

  Δώδεκα χρόνια μετά την τελευταία διεύρυνση της, τον Μάιο του 2014 με την εισδοχή δέκα ακόμη κρατών και δεκατέσσερα χρόνια μετά την καθιέρωση του ευρώ, εγχείρημα που προορίζονταν μετά την νομισματική ένωση να φέρει και την πολιτική, η ΕΕ βρίσκεται μπροστά στο ενδεχόμενο αποχώρησης ενός κράτους μέλους. Και μάλιστα ενός κράτους, της Βρετανίας, η οποία παρά την αμφίσημη σχέση της με την Ευρώπη, είναι μία από τις επτά ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου και στρατιωτική υπερδύναμη.
 Με το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου, υπέρ της παραμονής ή αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ, το ευρωπαϊκό εγχείρημα βρίσκεται αντιμέτωπο με μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην ιστορία του.
 Για πρώτη φορά τίθεται στην λαϊκή ετυμηγορία, όχι η ένταξη ή μη μιας χώρας στην ΕΕ, ούτε η απόρριψη ή έγκριση κάποιας συμφωνίας, όπως συνέβη με τα εξίσου σημαντικά δημοψηφίσματα για τη συνθήκη του Μάαστριχτ στις αρχές της δεκαετίας του ’90 σε Γαλλία και Δανία ή του λεγόμενου ευρωσυντάγματος το 2005 σε Γαλλία και Ιρλανδία, αλλά η ίδια η παραμονή μιας χώρας σε αυτήν και μάλιστα μιας χώρας με σημαίνουσα πολιτική και οικονομική βαρύτητα.
 Το παράδοξο στην βρετανική περίπτωση είναι ότι η πρόκληση δημοψηφίσματος για την ΕΕ, προήλθε κυρίως από το Συντηρητικό Κόμμα, το οποίο εδώ και καιρό εμφανιζόταν διχασμένο όσον αφορά την ευρωπαϊκή πολιτική, δεχόμενο πιέσεις από την άνοδο του ακροδεξιού ευρωσκεπτικιστικού Κόμματος της Ανεξαρτησίας (UKIP).
 
Αντιθέτως οι Εργατικοί εμφανίζονται αναφανδόν υπέρ της παραμονής, με τον θεωρούμενο υπεραριστερό νέο ηγέτη του κόμματος Τζέρεμι Κόρμπιν να υιοθετεί, με προοπτική μιας διαφορετικής περισσότερο φιλοκοινωνικής ΕΕ, τη στήριξη στην καμπάνια του «ναι».
 
 Πίσω από την  επιδίωξη της Βρετανίας, να μείνει έξω από τις διαδικασίες περαιτέρω ενοποίησης, κρύβεται η ανησυχία για την απώλεια της πρωτοκαθεδρίας του λονδρέζικου Σίτι ως ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό κέντρο.
 Η αντίθεση στα προνόμια που απολαμβάνουν και δικαίως στα πλαίσια του ευρωπαϊκού κεκτημένου οι μετανάστες που προέρχονται από κράτη μέλη της ΕΕ που ανήκουν στο πρώην ανατολικό μπλοκ(Πολωνία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Τσεχία κλπ), είναι περισσότερο δικαιολογία για τον επαναπατρισμό των ψηφοφόρων του UKIP  στο Συντηρητικό Κόμμα, παρά η θεμελιώδης αιτία  για τον τρέχοντα βρετανικό ευρωσκεπτικισμό.

 Αμφίσημη σχέση.
 
   Η σχέση του Λονδίνου με την ΕΕ μπορεί να ήταν πάντοτε αμφίσημη, η αυξανόμενη γερμανική επιρροή και η υποχώρηση του λεγόμενου γαλλογερμανικού άξονα τα τελευταία χρόνια, ενίσχυσε  ωστόσο την αίσθηση περιθωριοποίησης και συνέτεινε στη διάθεση «ανεξαρτητοποίησης» από τη μέγγενη Βρυξελλών-Βερολίνου.
 Η πρώην πρωθυπουργός των Συντηρητικών «σιδηρά κυρία» Μάργκαρετ Θάτσερ είχε αντιταχθεί το 1990 αρχικά στην γερμανική ενοποίηση, φοβούμενη προφανώς την ισχυροποίηση της Γερμανίας, σε αντίθεση για παράδειγμα με το Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Μιτεράν, που είχε δει στη νομισματική ενοποίηση, μέσο χειραγώγησης πιθανής αναβίωσης του γερμανικού σωβινισμού.
 Δεν είναι τυχαίο ότι στην προεκλογική αντιπαράθεση, επιστρατεύονται «μπρουτάλ» επιχειρήματα, περί «σχεδίου Χίτλερ» από τον υποστηρικτή του «όχι» πρώην δήμαρχο του Λονδίνου Μπορίς Τζόνσον ή αναβίωσης των εθνικισμών και πιθανού τρίτου παγκοσμίου πολέμου…, από τον υποστηρικτή του «μένουμε ΕΕ» Βρετανό πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον. Επιχειρήματα που παραπέμπουν στη σκοτεινή περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τους ευρωπαϊκούς ανταγωνισμούς που προηγήθηκαν.
 Οι ίδιες οι σχέσεις Κάμερον-Μέρκελ δεν ήταν οι καλύτερες, παρά τα κατά καιρούς φωτογραφικά ενσταντανέ « οικογενειακής ευτυχίας». Ο Κάμερον αρνιόταν μέχρι την τελευταία στιγμή να στηρίξει το 2014 την υποστηριζόμενη από το Βερολίνο υποψηφιότητα Γιουνκέρ για τη θέση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με μόνο σύμμαχο τον αμφιλεγόμενο ηγέτη της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν.
 Η ταμπλόιντ εφημερίδα Sun, ανακάλυψε μάλιστα «ναζιστική σχέση» στο οικογενειακό παρελθόν του Γιουνκέρ, αναφερόμενη στη με τη βία κατάταξη του εργάτη χαλυβουργίας πατέρα του στην Βέρμαχτ και τον τραυματισμό του στο ανατολικό μέτωπο. Πληροφορία που λέγεται ότι προήλθε από κύκλους της Ντάουνιγκ Στριτ.
 Η επιφυλακτικότητα απέναντι σε μία ισχυροποιημένη οικονομικά και κυρίως πολιτικά Γερμανία, η οποία δίνει τον τόνο των ευρωπαϊκών εξελίξεων τα τελευταία χρόνια, είναι αυτή που έχει στρέψει ένα μεγάλο τμήμα της επιχειρηματικής ελίτ να αναζητήσει άλλους δρόμους, προσβλέποντας σε μία πιθανή δημιουργία αγγλόφωνης ζώνης επιρροής με επίκεντρο τις χώρες της βρετανικής κοινοπολιτείας. Επί Κάμερον οι σχέσεις Ηνωμένου Βασιλείου και Κίνας έγιναν ακόμη πιο στενές, εξέλιξη ενδεικτική του αυξανόμενου βρετανικού ενδιαφέροντος προς ανατολάς…
 Διχασμένη άλλωστε δεν εμφανίζεται ως προς το ενδεχόμενο Brexit, μόνο η βρετανική κοινή γνώμη, με τις δημοσκοπήσεις να ευνοούν οριακά,  πότε το ένα και πότε το άλλο στρατόπεδο, αλλά και η επιχειρηματική και κατ’ επέκταση πολιτική ελίτ της χώρας.

   Οι Επιπτώσεις

 Η πιθανότητα ενός Brexit  θα εκληφθεί ως ένδειξη αποσύνθεσης της ΕΕ και της προβληματικής της ούτως ή άλλως συνοχής. Η πρώτη σε πολιτικό επίπεδο επίπτωση θα είναι η «παράλυση» καθώς η ΕΕ θα πρέπει να εμπλακεί σε μία μακρά διαδικασία «βελούδινου διαζυγίου» με το Λονδίνο, η οποία εκτιμάται ότι θα κρατήσει τουλάχιστον δύο χρόνια..
 Αλλά και στην περίπτωση επικράτησης του «ναι», θα ενισχυθεί η αίσθηση ότι με την απειλή εξόδου μπορεί να κερδίσεις παραχωρήσεις, ανοίγοντας την όρεξη και σε άλλους «δύστροπους» της ΕΕ να δοκιμάσουν το χαρτί του δημοψηφίσματος μπροστά μάλιστα στην πίεση της αυξανόμενης επιρροής των ευρωσκεπτικιστών σε πολλές χώρες.
 Αν είναι δε οριακή η πλειοψηφία των υποστηρικτών της παραμονής στην ΕΕ, οι πιέσεις των ευρωσκεπτικιστών θα εντείνονται, αφού η επιρροή τους θα έχει επισφραγιστεί από την ετυμηγορία ενός δημοψηφίσματος, στο οποίο θα έχουν ανταποκριθεί ψηφοφόροι με εντελώς διαφορετική αφετηρία και σκεπτικό.
  Η πρώτη άμεση επίπτωση μιας βρετανικής εξόδου θα είναι μία μικρότερη πληθυσμιακά και λιγότερο ισχυρή οικονομικά και γεωπολιτικά ΕΕ.
 Το μερίδιο της ΕΕ στον παγκόσμιο πληθυσμό θα μειωθεί από 7% σε 6,1%. Σε όρους παγκόσμιου ΑΕΠ με βάση την αγοραστική αξία το μερίδιο της ΕΕ θα μειωθεί από 17% σε 14,6% και σε τρέχουσες τιμές δολαρίου από 23,8% σε 20%.
 Το μερίδιο της ΕΕ στις παγκόσμιες εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών σε τρέχουσες τιμές και συναλλαγματικές ισοτιμίες θα μειωθεί από 33,9% σε 30%.
 Το οικονομικό και πολιτικό σοκ ενός Brexit  θα έχει ως αποτέλεσμα ή να προχωρήσει ταχύτερα η διαδικασία ενοποίησης με την ΕΕ απαλλαγμένη από μια «χώρα βαρίδι» ή θα προκαλέσει την περαιτέρω αποσύνθεσή της. Με δεδομένο τον αυξανόμενο ευρωσκεπτικισμό και την αδυναμία αντιμετώπισης  των κρίσεων χρέους και της πρόσφατης προσφυγικής κρίσης, το δεύτερο σενάριο φαντάζει πιο πιθανό.
 Ακόμη και στην περίπτωση του «ναι», οι εξαιρέσεις που πέτυχε η Βρετανία θα απορροφήσουν μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής ενέργειας προκειμένου να μετουσιωθούν σε πράξη, χωρίς να είναι βέβαιο, εκτός από τις πιθανές νομικές επιπλοκές, ότι δεν θα υπάρξουν και πολιτικές, από χώρες ή πολιτικές δυνάμεις που δεν καλοβλέπουν την ιδιαίτερη μεταχείριση προς το Λονδίνο.
 Με δεδομένα όλα τα παραπάνω η ΕΕ θα εισέλθει κατά πάσα πιθανότητα μετά τις 23 Ιουνίου σε μία περίοδο έντονης εσωστρέφειας, αφού όπως αναφέραμε ήδη, ακόμη και η περίπτωση ενός οριακού «ναι» δεν φαντάζει αρκετή για να αποτρέψει τις προκλήσεις που ούτως ή άλλως δημιουργεί η απόφαση του Λονδίνου να θέσει σε δημοψήφισμα την παραμονή ή όχι της χώρας σε αυτήν.
 Ασχέτως του αποτελέσματος η ΕΕ δεν θα είναι η ίδια όπως πριν. Ή θα αποδυναμωθεί εξαιτίας του Brexit  ή με την Βρετανία εντός-αλλά τους ευρωσκεπτικιστές να έχουν καταγράψει σημαντικά ποσοστά επιρροής-θα έχει μικρότερη συνοχή.
  Η ΕΕ είτε θα αλλάξει-κάτι ούτως ή άλλως πολύ δύσκολο και αναγκαστικά αργό λόγω της ίδιας της πολιτικής δομής του ευρωπαϊκού εγχειρήματος-ή θα βουλιάξει… μπροστά στην αδυναμία να ανταποκριθεί στις προκλήσεις και τις ευαισθησίες των λαών που την απαρτίζουν.

 Πηγές:





http://bruegel.org/2016/03/brexit-and-the-eu-uk-deal-consequences-for-the-eu/Brexit: Από την διεύρυνση στη… συρρίκνωση.


 
 Του Μωυσή Λίτση*

  Δώδεκα χρόνια μετά την τελευταία διεύρυνση της, τον Μάιο του 2014 με την εισδοχή δέκα ακόμη κρατών και δεκατέσσερα χρόνια μετά την καθιέρωση του ευρώ, εγχείρημα που προορίζονταν μετά την νομισματική ένωση να φέρει και την πολιτική, η ΕΕ βρίσκεται μπροστά στο ενδεχόμενο αποχώρησης ενός κράτους μέλους. Και μάλιστα ενός κράτους, της Βρετανίας, η οποία παρά την αμφίσημη σχέση της με την Ευρώπη, είναι μία από τις επτά ισχυρότερες οικονομίες του κόσμου και στρατιωτική υπερδύναμη.
 Με το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου, υπέρ της παραμονής ή αποχώρησης της Βρετανίας από την ΕΕ, το ευρωπαϊκό εγχείρημα βρίσκεται αντιμέτωπο με μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις στην ιστορία του.
 Για πρώτη φορά τίθεται στην λαϊκή ετυμηγορία, όχι η ένταξη ή μη μιας χώρας στην ΕΕ, ούτε η απόρριψη ή έγκριση κάποιας συμφωνίας, όπως συνέβη με τα εξίσου σημαντικά δημοψηφίσματα για τη συνθήκη του Μάαστριχτ στις αρχές της δεκαετίας του ’90 σε Γαλλία και Δανία ή του λεγόμενου ευρωσυντάγματος το 2005 σε Γαλλία και Ιρλανδία, αλλά η ίδια η παραμονή μιας χώρας σε αυτήν και μάλιστα μιας χώρας με σημαίνουσα πολιτική και οικονομική βαρύτητα.
 Το παράδοξο στην βρετανική περίπτωση είναι ότι η πρόκληση δημοψηφίσματος για την ΕΕ, προήλθε κυρίως από το Συντηρητικό Κόμμα, το οποίο εδώ και καιρό εμφανιζόταν διχασμένο όσον αφορά την ευρωπαϊκή πολιτική, δεχόμενο πιέσεις από την άνοδο του ακροδεξιού ευρωσκεπτικιστικού Κόμματος της Ανεξαρτησίας(UKIP). Αντιθέτως οι Εργατικοί εμφανίζονται αναφανδόν υπέρ της παραμονής, με τον θεωρούμενο υπεραριστερό νέο ηγέτη του κόμματος Τζέρεμι Κόρμπιν να υιοθετεί, με προοπτική μιας διαφορετικής περισσότερο φιλοκοινωνικής ΕΕ, τη στήριξη στην καμπάνια του «ναι».
 Πίσω από την  επιδίωξη της Βρετανίας, να μείνει έξω από τις διαδικασίες περαιτέρω ενοποίησης, κρύβεται η ανησυχία για την απώλεια της πρωτοκαθεδρίας του λονδρέζικου Σίτι ως ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό κέντρο.
 Η αντίθεση στα προνόμια που απολαμβάνουν και δικαίως στα πλαίσια του ευρωπαϊκού κεκτημένου οι μετανάστες που προέρχονται από κράτη μέλη της ΕΕ που ανήκουν στο πρώην ανατολικό μπλοκ(Πολωνία, Ρουμανία, Βουλγαρία, Τσεχία κλπ), είναι περισσότερο δικαιολογία για τον επαναπατρισμό των ψηφοφόρων του UKIP  στο Συντηρητικό Κόμμα, παρά η θεμελιώδης αιτία  για τον τρέχοντα βρετανικό ευρωσκεπτικισμό.

 Αμφίσημη σχέση
 
   Η σχέση του Λονδίνου με την ΕΕ μπορεί να ήταν πάντοτε αμφίσημη, η αυξανόμενη γερμανική επιρροή και η υποχώρηση του λεγόμενου γαλλογερμανικού άξονα τα τελευταία χρόνια, ενίσχυσε  ωστόσο την αίσθηση περιθωριοποίησης και συνέτεινε στη διάθεση «ανεξαρτητοποίησης» από τη μέγγενη Βρυξελλών-Βερολίνου.
 Η πρώην πρωθυπουργός των Συντηρητικών «σιδηρά κυρία» Μάργκαρετ Θάτσερ είχε αντιταχθεί το 1990 αρχικά στην γερμανική ενοποίηση, φοβούμενη προφανώς την ισχυροποίηση της Γερμανίας, σε αντίθεση για παράδειγμα με το Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Μιτεράν, που είχε δει στη νομισματική ενοποίηση, μέσο χειραγώγησης πιθανής αναβίωσης του γερμανικού σωβινισμού.
 Δεν είναι τυχαίο ότι στην προεκλογική αντιπαράθεση, επιστρατεύονται «μπρουτάλ» επιχειρήματα, περί «σχεδίου Χίτλερ» από τον υποστηρικτή του «όχι» πρώην δήμαρχο του Λονδίνου Μπορίς Τζόνσον ή αναβίωσης των εθνικισμών και πιθανού τρίτου παγκοσμίου πολέμου…, από τον υποστηρικτή του «μένουμε ΕΕ» Βρετανό πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον. Επιχειρήματα που παραπέμπουν στη σκοτεινή περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τους ευρωπαϊκούς ανταγωνισμούς που προηγήθηκαν.
 Οι ίδιες οι σχέσεις Κάμερον-Μέρκελ δεν ήταν οι καλύτερες, παρά τα κατά καιρούς φωτογραφικά ενσταντανέ « οικογενειακής ευτυχίας». Ο Κάμερον αρνιόταν μέχρι την τελευταία στιγμή να στηρίξει το 2014 την υποστηριζόμενη από το Βερολίνο υποψηφιότητα Γιουνκέρ για τη θέση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με μόνο σύμμαχο τον αμφιλεγόμενο ηγέτη της Ουγγαρίας Βίκτορ Όρμπαν.
 Η ταμπλόιντ εφημερίδα Sun, ανακάλυψε μάλιστα «ναζιστική σχέση» στο οικογενειακό παρελθόν του Γιουνκέρ, αναφερόμενη στη με τη βία κατάταξη του εργάτη χαλυβουργίας πατέρα του στην Βέρμαχτ και τον τραυματισμό του στο ανατολικό μέτωπο. Πληροφορία που λέγεται ότι προήλθε από κύκλους της Ντάουνιγκ Στριτ.
 Η επιφυλακτικότητα απέναντι σε μία ισχυροποιημένη οικονομικά και κυρίως πολιτικά Γερμανία, η οποία δίνει τον τόνο των ευρωπαϊκών εξελίξεων τα τελευταία χρόνια, είναι αυτή που έχει στρέψει ένα μεγάλο τμήμα της επιχειρηματικής ελίτ να αναζητήσει άλλους δρόμους, προσβλέποντας σε μία πιθανή δημιουργία αγγλόφωνης ζώνης επιρροής με επίκεντρο τις χώρες της βρετανικής κοινοπολιτείας. Επί Κάμερον οι σχέσεις Ηνωμένου Βασιλείου και Κίνας έγιναν ακόμη πιο στενές, εξέλιξη ενδεικτική του αυξανόμενου βρετανικού ενδιαφέροντος προς ανατολάς…
 Διχασμένη άλλωστε δεν εμφανίζεται ως προς το ενδεχόμενο Brexit, μόνο η βρετανική κοινή γνώμη, με τις δημοσκοπήσεις να ευνοούν οριακά,  πότε το ένα και πότε το άλλο στρατόπεδο, αλλά και η επιχειρηματική και κατ’ επέκταση πολιτική ελίτ της χώρας.

   Οι Επιπτώσεις

 Η πιθανότητα ενός Brexit  θα εκληφθεί ως ένδειξη αποσύνθεσης της ΕΕ και της προβληματικής της ούτως ή άλλως συνοχής. Η πρώτη σε πολιτικό επίπεδο επίπτωση θα είναι η «παράλυση» καθώς η ΕΕ θα πρέπει να εμπλακεί σε μία μακρά διαδικασία «βελούδινου διαζυγίου» με το Λονδίνο, η οποία εκτιμάται ότι θα κρατήσει τουλάχιστον δύο χρόνια..
 Αλλά και στην περίπτωση επικράτησης του «ναι», θα ενισχυθεί η αίσθηση ότι με την απειλή εξόδου μπορεί να κερδίσεις παραχωρήσεις, ανοίγοντας την όρεξη και σε άλλους «δύστροπους» της ΕΕ να δοκιμάσουν το χαρτί του δημοψηφίσματος μπροστά μάλιστα στην πίεση της αυξανόμενης επιρροής των ευρωσκεπτικιστών σε πολλές χώρες.
 Αν είναι δε οριακή η πλειοψηφία των υποστηρικτών της παραμονής στην ΕΕ, οι πιέσεις των ευρωσκεπτικιστών θα εντείνονται, αφού η επιρροή τους θα έχει επισφραγιστεί από την ετυμηγορία ενός δημοψηφίσματος, στο οποίο θα έχουν ανταποκριθεί ψηφοφόροι με εντελώς διαφορετική αφετηρία και σκεπτικό.
  Η πρώτη άμεση επίπτωση μιας βρετανικής εξόδου θα είναι μία μικρότερη πληθυσμιακά και λιγότερο ισχυρή οικονομικά και γεωπολιτικά ΕΕ.
 Το μερίδιο της ΕΕ στον παγκόσμιο πληθυσμό θα μειωθεί από 7% σε 6,1%. Σε όρους παγκόσμιου ΑΕΠ με βάση την αγοραστική αξία το μερίδιο της ΕΕ θα μειωθεί από 17% σε 14,6% και σε τρέχουσες τιμές δολαρίου από 23,8% σε 20%.
 Το μερίδιο της ΕΕ στις παγκόσμιες εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών σε τρέχουσες τιμές και συναλλαγματικές ισοτιμίες θα μειωθεί από 33,9% σε 30%.
 Το οικονομικό και πολιτικό σοκ ενός Brexit  θα έχει ως αποτέλεσμα ή να προχωρήσει ταχύτερα η διαδικασία ενοποίησης με την ΕΕ απαλλαγμένη από μια «χώρα βαρίδι» ή θα προκαλέσει την περαιτέρω αποσύνθεσή της. Με δεδομένο τον αυξανόμενο ευρωσκεπτικισμό και την αδυναμία αντιμετώπισης  των κρίσεων χρέους και της πρόσφατης προσφυγικής κρίσης, το δεύτερο σενάριο φαντάζει πιο πιθανό.
 Ακόμη και στην περίπτωση του «ναι», οι εξαιρέσεις που πέτυχε η Βρετανία θα απορροφήσουν μεγάλο μέρος της ευρωπαϊκής ενέργειας προκειμένου να μετουσιωθούν σε πράξη, χωρίς να είναι βέβαιο, εκτός από τις πιθανές νομικές επιπλοκές, ότι δεν θα υπάρξουν και πολιτικές, από χώρες ή πολιτικές δυνάμεις που δεν καλοβλέπουν την ιδιαίτερη μεταχείριση προς το Λονδίνο.
 Με δεδομένα όλα τα παραπάνω η ΕΕ θα εισέλθει κατά πάσα πιθανότητα μετά τις 23 Ιουνίου σε μία περίοδο έντονης εσωστρέφειας, αφού όπως αναφέραμε ήδη, ακόμη και η περίπτωση ενός οριακού «ναι» δεν φαντάζει αρκετή για να αποτρέψει τις προκλήσεις που ούτως ή άλλως δημιουργεί η απόφαση του Λονδίνου να θέσει σε δημοψήφισμα την παραμονή ή όχι της χώρας σε αυτήν.
 Ασχέτως του αποτελέσματος η ΕΕ δεν θα είναι η ίδια όπως πριν. Ή θα αποδυναμωθεί εξαιτίας του Brexit  ή με την Βρετανία εντός-αλλά τους ευρωσκεπτικιστές να έχουν καταγράψει σημαντικά ποσοστά επιρροής-θα έχει μικρότερη συνοχή.
  Η ΕΕ είτε θα αλλάξει-κάτι ούτως ή άλλως πολύ δύσκολο και αναγκαστικά αργό λόγω της ίδιας της πολιτικής δομής του ευρωπαϊκού εγχειρήματος-ή θα βουλιάξει… μπροστά στην αδυναμία να ανταποκριθεί στις προκλήσεις και τις ευαισθησίες των λαών που την απαρτίζουν.

 Πηγές:






Σχολιάστε εδώ

για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε


x

Τι θέλετε να αναζητήσετε;