Τον Ιούνιο του 2013, δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι, με επίκεντρο την πλατεία Ταξίμ, στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και σε ολόκληρη την Τουρκία, ξεσηκώθηκαν κατά της κυβέρνησης και κατήγγειλαν τις αυταρχικές παρεκτροπές του πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Παρόλο που ο Ερντογάν κατάφερε να ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων και οι αντιδράσεις υποχώρησαν, το κίνημα με τις πολλές όψεις αντανακλά τις κοινωνικές αλλαγές που έχουν συντελεστεί στη χώρα τα τελευταία δέκα χρόνια.
«Capulcu» (πλιατσικολόγοι) : έτσι χαρακτηρίζει ο Τούρκος πρωθυπουργός, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τους χιλιάδες ανθρώπους που συμμετέχουν στον λαϊκό ξεσηκωμό εναντίον της κυβέρνησής του. Πρόκειται για ένα κίνημα που γεννήθηκε ως αντίδραση στη βιαιότητα της αστυνομικής επέμβασης κατά των διαδηλωτών που αντιτίθεντο στην καταστροφή του πάρκου Γκεζί, στην Κωνσταντινούπολη, στις 31 Μαϊου 2013. Από τότε, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μετέτρεψαν τη λέξη στα αγγλικά, chapulling, και της απέδωσαν νέα σημασία : αυτός ή αυτή που αγωνίζεται για τα δικαιώματα όλων. Και, βέβαια, είναι πολλοί σήμερα στην Τουρκία που διαδηλώνουν τη βούλησή τους να κάνουν chapulling.
Η κατάσταση αντανακλά, πρώτα απ’όλα, τη βαθιά διαίρεση της κοινωνίας. Μακριά από στερεότυπα,–έγινε λόγος για κινητοποίηση περιορισμένη στην προστασία των δέντρων του πάρκου Γκεζί ή για νεολαιίστικο ακτιβισμό- το κίνημα φέρνει στην επιφάνεια μια «διαχωριστική γραμμή μεταξύ διαφορετικών τρόπων ζωής», η οποία «αποκρυσταλλώνεται στο πρόσωπο του Ερντογάν», παρατηρεί ο Αϊζεγκιούλ Μποζάν, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Ο ίδιος Ερντογάν που, το 2002, ενσάρκωνε τη «ρήξη», υποβιβάζοντας τους αντιπάλους του στην κατηγορία των ξεπερασμένων οπισθοδρομικών, συναντιέται τώρα με τους παλαιούς εθνικούς δαίμονες: υιοθετεί τη θέση του θύματος, δηλώνοντας αντιμέτωπος με διεθνή συνωμοσία που θέλει να αποσταθεροποιήσει τη χώρα.
Ήδη, την 1η Απριλίου, ο Τούρκος πρωθυπουργός δεν είχε διάθεση για αστεία. «Σε περίπτωση που η κοινοβουλευτική επιτροπή συμφιλίωσης για το ζήτημα του Συντάγματος δεν καταφέρει να συντάξει προσχέδιο, εμείς στο ΑΚΡ (Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης) διαθέτουμε δικό μας σχέδιο», είχε δηλώσει στην τηλεόραση, με αυταρχικό τόνο.
Όπως ο Λευκός Κούνελος στην Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων, και παρά τις προσπάθειές του, ο Μπουρχάν Κουζού άργησε. Ο επικεφαλής της πολυκομματικής κοινοβουλευτικής επιτροπής είχε ως αρχική προθεσμία την 31η Δεκεμβρίου 2012 για να υποβάλλει το προσχέδιο Συντάγματος στην Εθνοσυνέλευση. Όμως, «ελάχιστα ζητήματα αποτέλεσαν αντικείμενο συμφωνίας», διαπιστώνει με λύπη. Και, εξάλλου, έχει άραγε ακόμη τη δυνατότητα να επεξεργαστεί ένα Σύνταγμα που θα βάλει την Τουρκία στον δρόμο μιας κάποιας δημοκρατικής ωριμότητας;
Η διάκριση των εξουσιών ως « εμπόδιο »
Στη Χώρα των Θαυμάτων, η κακιά βασίλισσα Ντάμα Κούπα θα παρουσίαζε τη συνταγματική αναθεώρηση ως απαραίτητη προκειμένου να επικυρωθεί η μετάλλαξη μιας κοινωνίας αποφασισμένης να προωθήσει με μια κίνηση τις ηθικές επιταγές που πηγάζουν από τη μουσουλμανική ταυτότητά της και την επιθυμία της για περισσότερες ελευθερίες. Αλλά, εάν ο Ερντογάν επιδεικνύει τέτοιο ζήλο και τολμά μια τέτοια ανάμιξη, αυτό συμβαίνει επειδή «έχει εισέλθει σε νέα φάση της διακυβέρνησής του», εκτιμά η Ελίζ Μασικάρ, ερευνήτρια στο Γαλλικό Ινστιτούτο Ανατολικών Σπουδών. «Μέχρι το 2011, το ΑΚΡ εστίασε στην καταστροφή ή στον έλεγχο των διαφόρων κέντρων εξουσίας, όπως ο στρατός ή η Δικαιοσύνη. Η προσπάθεια αυτή έχει πρακτικά ολοκληρωθεί » (1). Πρακτικά, όντως… Οι συλλήψεις και οι πολύκροτες δίκες στρατιωτικών, δικηγόρων, δημοσιογράφων, πανεπιστημιακών ή φοιτητών είναι αντισυνταγματικές.
Σε μια χώρα όπου τα διάφορα αντίπαλα κέντρα εξουσίας είναι φιμωμένα και η κοσμική αντιπολίτευση πολιτικά αποδυναμωμένη, το κυβερνών κόμμα του Ερντογάν προωθεί σταθερά ένα καινούργιο Σύνταγμα, με σκοπό να επιβάλει ένα προεδρικό ή ημι-προεδρικό σύστημα.
Όμως, μετά από το κίνημα λαϊκής αμφισβήτησης του Μαΐου-Ιουνίου, το οποίο πυροδότησε σε μεγάλο βαθμό η αλαζονεία του πρωθυπουργού, το εγχείρημα συναντά όλο και μεγαλύτερες επιφυλάξεις, ακόμα και στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος. Αρκετά στελέχη του ΑΚΡ ζητούν, πλέον, συνταγματικές αλλαγές πιο περιορισμένες και πιο συντονισμένες με τις προσδοκίες της κοινωνίας.
Από την πρώτη νίκη του, στις 3 Νοεμβρίου 2002, το κυβερνών κόμμα αύξανε διαρκώς τα εκλογικά ποσοστά του. Αλλά, θητεία με τη θητεία, το καθεστώς άρχισε να αξιοποιεί την ηγεμονία του για να τείνει προς τον αυταρχισμό. Ως απόδειξη, στις 17 Δεκεμβρίου 2012, ο Ερντογάν, σε ομιλία του στην Κόνια, προέβαινε στην εκτίμηση ότι «η διάκριση των εξουσιών» αποτελούσε «εμπόδιο» για τις ενέργειες της κυβέρνησής του. Δημοκρατικό έλλειμμα που πολύ απέχει από τις προθέσεις που εξέφρασε το ΑΚΡ το 2002. Ο Ερντογάν, ιδρύοντας το ΑΚΡ, τη μεταρρυθμιστική πτέρυγα του Κόμματος Ευημερίας, το οποίο είχε τεθεί εκτός νόμου για τον υποτιθέμενο ισλαμιστικό προσανατολισμό του, επεδίωκε να καταλάβει τον κεντροδεξιό χώρο της πολιτικής σκακιέρας. Ο ίδιος επέλεξε να το προσδιορίσει ως πολιτιστικά συντηρητικό, πολιτικά εθνικιστικό και οικονομικά φιλελεύθερο.
Για τον Μποζάν, «το ΑΚΡ επωφελήθηκε από την απαξίωση των μέχρι τότε κομμάτων. Κατάφερε να προσελκύσει όχι μόνο μεγάλο μέρος της μάζας των ψηφοφόρων που υποστήριζε διάφορους σχηματισμούς στην παράδοση του Εθνικού Οράματος (ισλαμιστικό κίνημα), αλλά και κεντροδεξιούς ψηφοφόρους που δεν συνήθιζαν να προτιμούν τέτοια κόμματα. Οι φιλελεύθεροι διανοούμενοι, ή και ορισμένοι σοσιαλδημοκράτες, είδαν στο ΑΚΡ το πολιτικό μόρφωμα που θα ήταν ικανό να μετασχηματίσει τις απόψεις της λαϊκής βάσης σε μια προοπτική εκδημοκρατισμού της χώρας».
Η αύρα του Ερντογάν διατηρήθηκε μετά από δέκα χρόνια παραμονής στην εξουσία, γιατί ο απολογισμός του περιλαμβάνει πολύ σημαντικά βήματα προόδου. Πρώτα απ’ όλα, η οικονομία κατέγραψε θετικά αποτελέσματα, σύμφωνα με τα νεοφιλελεύθερα μέτρα και σταθμά. Μεταξύ 2000 και 2010, η οικονομική ανάπτυξη ανερχόταν, κατά μέσο όρο, στο 7% ετησίως. Ο πληθωρισμός κατατροπώθηκε και οι ξένες άμεσες επενδύσεις πέρασαν, μέσα σε δέκα χρόνια, από τα 1,2 δισ. σχεδόν στα 20 δισ. δολάρια. Οι ανισότητες μειώθηκαν. Το εθνικό πρόγραμμα εν όψει της ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ένωση, διεύρυνε τις ατομικές ελευθερίες. Η «διαδικασία διευθέτησης» του κουρδικού ζητήματος έδειξε την ικανότητα του Τούρκου πρωθυπουργού να περιορίζει τις πιο ριζοσπαστικές εθνικιστικές φωνές, που ακούγονταν ακόμη και στο δικό του στρατόπεδο (2). Τέλος, οι μεταρρυθμίσεις επέτρεψαν και τον δραστικό περιορισμό της επιρροής του στρατού, ο οποίος είχε ανατρέψει τέσσερις κυβερνήσεις από το 1960 και μετά. Από τότε, το ΑΚΡ ήταν πια σε θέση να συνεχίσει τη μάχη του ενάντια στην κοσμική μεγαλοαστική τάξη και να την παρουσιάσει ως αναμέτρηση ανάμεσα στον λαό και την ελίτ.
Για τον μισό πληθυσμό της χώρας, ο Ερντογάν ενσαρκώνει τον ταξικό αγώνα και την υπόσχεση τερματισμού των αποκλεισμών. Σύμφωνα με έκθεση του τουρκικού ερευνητικού ινστιτούτου Konda, στις εκλογές του Ιουνίου του 2011, οι ψηφοφόροι του ΑΚΡ ψήφισαν περισσότερο τον ηγέτη του κόμματος (57%) παρά το ίδιο το κόμμα.
«Τα στελέχη του ΑΚΡ εργάζονται για τον επηρεασμό της κοινής γνώμης και για την εξεύρεση ατομικών λύσεων στα προβλήματα του καθενός», σημειώνει η ερευνήτρια και πολιτική επιστήμονας Ντιλέκ Γιανκάγια. «Εάν θέλετε να παντρευτείτε μια καλή μουσουλμάνα, σας την παρουσιάζουν. Εάν έχετε ανάγκη από κάρβουνο ή πρέπει να μπείτε στο νοσοκομείο, σας αναλαμβάνουν αυτοί. Δίνουν ανάλογα με τις ανάγκες του καθενός και, σε αντάλλαγμα, αποσπούν τις ψήφους».
«Το ΑΚΡ λειτουργεί ως κινητήρια δύναμη απελευθέρωσης της αγοράς από την κρατική παρέμβαση και, ταυτόχρονα, ως φορέας επανενσωμάτωσης των αποκλεισμένων. Πρεσβεύει, δηλαδή, αξίες προκαπιταλιστικές και, ταυτόχρονα, κοινωνικές», αναλύουν, από την πλευρά τους, οι πολιτικοί επιστήμονες Αντρέ Μπανκ και Ρόι Κάρανταγκ (3). Στην εκλογική στρατηγική του κόμματος, η πολιτική αναδιανομής διευκολύνει την εφαρμογή μιας μορφής κοινωνικού νεοφιλελευθερισμού, προσθέτοντας έναν «ελεγχόμενο λαϊκισμό» (4), στην αρχή της μουσουλμανικής αλληλεγγύης.
Το κράτος αποσύρεται από τις κοινωνικές υποχρεώσεις του, προς όφελος ιδιωτών που πρόσκεινται στο κυβερνών κόμμα, ιδιαίτερα τους λεγόμενους «τίγρεις της Ανατολίας». Αυτή η νέα γενιά επιχειρηματιών, οι οποίοι συχνά κατάγονται από αγροτικές περιοχές της Ανατολίας και εγγράφονται στη συντηρητική και ευσεβή παράδοση, βρίσκεται συγκεντρωμένη στους κόλπους της Musiad (5). Έτσι, η ισχυρή Ένωση Ανεξάρτητων Βιομηχάνων και Επιχειρηματιών έχει μετατραπεί σε εργοδοτικό εταίρο του πολιτικού ισλαμισμού και, σε τελική ανάλυση, του ΑΚΡ. Η Ένωση συμβολίζει την εκδίκηση της «Τουρκίας των από κάτω» επί της κοσμικής ελίτ. «Οι πολιτικές που εφαρμόζει ο Ερντογάν», αναλύει η Γιανκάγια, «είναι η ιδεολογικοποιημένη μορφή του συστήματος αξιών της αστικής τάξης της Ανατολίας: εργασία, οικογένεια, θρησκεία. Μια συμβατική αστική ιδεολογία» (6).
Όταν ιδρύεται το ΑΚΡ, έξι μήνες πριν από τις εκλογές του 2002, αντιπροσωπεύει, στα μάτια των περισσότερων Τούρκων, το μόνο μέσο να αμφισβητηθεί ο έλεγχος των οικονομικών και πολιτικών κέντρων εξουσίας από τους «λευκούς Τούρκους» που προέρχονται από την αστική τάξη της Κωνσταντινούπολης και την κάστα των στρατιωτικών. Το κόμμα δίνει την εντύπωση ότι διασφαλίζει τη συμφιλίωση του τζαμιού με το επιχειρηματικό πνεύμα. Ο Ερντογάν φιλοτεχνεί την εικόνα του ως θρησκευόμενου πολιτικού άνδρα, ικανού να προσαρμοστεί στην παγκοσμιοποίηση. Επομένως, η ισχύς του ΑΚΡ βρίσκεται στην ικανότητά του να παρουσιάζεται ως το κόμμα του λαού, μολονότι εφαρμόζει νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική.
Μεταξύ 1985 και 2010, το τουρκικό Δημόσιο εισέπραξε 41,98 δισ. δολάρια από ιδιωτικοποιήσεις, από τα οποία πάνω από 34 δισ. δολάρια μετά το 2002. Το 2010 υπήρξε «ιστορική χρονιά» στον συγκεκριμένο τομέα, διευκρινίζει ο επικεφαλής της τουρκικής Διεύθυνσης Ιδιωτικοποιήσεων (ΟΙΒ), με δημόσια περιουσία αξίας 10,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων να περνά στον ιδιωτικό τομέα. «Ο λαός δεν αντιλαμβάνεται τις επιπτώσεις των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Και όσοι τις έχουν συνειδητοποιήσει, δεν βλέπουν εναλλακτική λύση», αναφέρει με λύπη ο Μποζάν.
Εξάρτηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση
Σύμφωνα με στοιχεία της Συνομοσπονδίας Προοδευτικών Συνδικάτων Τουρκίας (DISK), η ανεργία πρέπει να ανέρχεται γύρω στο 17%, τη στιγμή που, επισήμως, δεν υπερβαίνει το 10%. Η αγοραστική δύναμη των μισθών στη βιομηχανία υπολογίζεται ότι συρρικνώθηκε κατά 15,9% μεταξύ 2002 και 2011. Μια πραγματικότητα που συσκοτίστηκε από τις υποσχέσεις του Ερντογάν κατά την προεκλογική εκστρατεία της άνοιξης του 2011. Ο Τούρκος πρωθυπουργός, αξιοποιώντας την πειθώ του και την κορύφωση της αύξησης του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) (11,5% ανάπτυξη κατά το πρώτο τρίμηνο του 2011), προβλέπει τη γρήγορη μείωση του ποσοστού ανεργίας στο 5% και την άμεση αναρρίχηση της Τουρκίας στη 10η θέση της παγκόσμιας οικονομίας -το 2012, η Τουρκία βρισκόταν στη 17η θέση. Ο διπλασιασμός του τουρκικού ΑΕΠ μεταξύ 2000 και 2010 επιτρέπει στον Ερντογάν να κομπάζει για μια «Ευρώπη σε συρρίκνωση» και «μια Τουρκία σε επέκταση».
Παρά τη ρητορική των Τούρκων ηγετών για χειραφέτηση απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η χώρα οφείλει σημαντικό μέρος της ανάπτυξής της στην ένταξή της στον συγκεκριμένο δυτικό οικονομικό χώρο: η αναπτυξιακή πορεία της Τουρκίας είναι άρρηκτα δεμένη με την ευρωπαϊκή οικονομική ζώνη. Μολονότι οι Τούρκοι αξιωματούχοι υπογραμμίζουν ότι, το 2011, το μερίδιο των εξαγωγών προς τη ζώνη αυτή μειώθηκε στο 46%, παραλείπουν να επισημάνουν ότι… αυξήθηκε κατά 22% σε απόλυτους αριθμούς. Σε διαρκή αναζήτηση νέων αγορών, οι τουρκικές επιχειρήσεις επιδεικνύουν συμπεριφορά «οικονομικού οθωμανισμού» στον αραβικό κόσμο. Αλλά οι οικονομικές δυνατότητες των νέων πελατών δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τις παραδοσιακές αγορές. Η Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει η πηγή του 75% των επενδύσεων που πραγματοποιούνται στην Τουρκία (έναντι 6,1% για τις Ηνωμένες Πολιτείες και 6,1% για τις χώρες του Κόλπου, μεταξύ 2008 και 2011).
Άλλωστε, οι οικονομικές επιτυχίες της Άγκυρας θα μπορούσαν να αποδειχτούν πιο εύθραυστες απ’ όσο φαίνονται, καθώς εξαρτώνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την εισροή ξένων κεφαλαίων. Οικονομικοί δείκτες και προβλέψεις διαγράφουν σύννεφα στον ορίζοντα : αναπτυξιακή επιβράδυνση, έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, κάμψη των εξαγωγών προς μια Ευρωπαϊκή Ένωση που βρίσκεται και η ίδια σε ύφεση και, ταυτόχρονα, αποδυνάμωση των δημοσίων εσόδων, τα οποία διαβρώνονται από τη φοροδιαφυγή και την αδήλωτη εργασία, συρρίκνωση της εγχώριας κατανάλωσης λόγω της αυξανόμενης χρέωσης των νοικοκυριών (70% του ΑΕΠ).
Και εάν η ευημερία περνούσε μέσα από την πιο αποφασιστική μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων και την εδραίωση της φορολογικής δικαιοσύνης; Μένει να πειστεί η κυβέρνηση να επιχειρήσει μεταρρυθμίσεις που δεν θα είναι αρεστές στους επιχειρηματίες. Κρίνοντας από την περιφρόνηση που επιδεικνύει ο Τούρκος πρωθυπουργός απέναντι στους διαδηλωτές της πλατείας Ταξίμ, με τους οποίους ενώθηκαν, στα μέσα Ιουνίου, δύο σημαντικά συνδικάτα, η εργοδοσία της ιδιαίτερα συντηρητικής Musiad εξακολουθεί να αποτελεί τον πιο πολύτιμο σύμμαχο της κυβέρνησης.
Στοιχεία
Ενεργός πληθυσμός : 28 εκατομμύρια, σε σύνολο 76,5 εκατομμυρίων κατοίκων.
Ανεργία : 9,4%, τον Μάρτιο του 2013.
Ποσοστό συνδικαλισμένων : 5,9% το 2010 (9,5% το 2002).
Ανάπτυξη : 2,2% το 2012, (8,5% το 2011).
Πληθωρισμός : 6,2% στα τέλη του 2012, (10,4% στα τέλη του 2011).
Εμπορικό ισοζύγιο : Έλλειμμα 62 δισεκατομμύρια δολάρια. Το 2012, οι δύο μεγαλύτερες εξαγωγικές αγορές της Τουρκίας ήταν η Γερμανία και το Ιράκ. Οι τρεις μεγαλύτεροι προμηθευτές της ήταν η Ρωσία, η Γερμανία και η Κίνα. Το 2010, οι τουρκικές εξαγωγές προς την Ευρωπαϊκή Ένωση ανέρχονταν στα 52,7 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ οι αντίστοιχες εισαγωγές έφταναν τα 72,2 δισεκατομμύρια δολάρια.
Πηγή : Τουρκικό Ινστιτούτο Στατιστικής (TUIK).
(1) Τον Σεπτέμβριο του 2010, κατόπιν συνταγματικής τροποποίησης, το ΑΚΡ έβαλε τέλος στην ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας. Τα μέλη του Συνταγματικού Δικαστηρίου, καθώς και τα μέλη του Ανώτατου Συμβουλίου Δικαστών και Εισαγγελέων ορίζονται από την κυβέρνηση.
(2) Βλ. Vicken Cheterian, «Chance historique pour les Kurdes», Le Monde diplomatique, Μάιος 2013.
(3) André Bank και Roy Karadag, «The political economy of regional power: Turkey under the AKP», German Institute of Global and Area Studies, Αμβούργο, Σεπτέμβριος 2012.
(4) Ziya Onis, «The triumph of conservative globalism: The political economy of the AKP era», Koc University (Κωνσταντινούπολη), Φεβρουάριος 2012.
(5) Βλ. Wendy Kristianasen, « Activisme patronal », Le Monde diplomatique, Μάιος 2011.
(6) Για το ζήτημα αυτό, βλ. το βιβλίο του La Nouvelle Bourgeoisie islamique. Le modèle turc, Presses universitaires de France, Παρίσι, 2013.
http://monde-diplomatique.gr
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε