Η κατάρρευση της Lehman Brothers , Σαν να μην πέρασε μια μέρα...
Σαν να μην πέρασε μια μέρα...
Δέκα χρόνια μετά την κατάρρευση της Lehman, στις 15 Σεπτεμβρίου του 2008, όλα πάνε... δεξιά στην παγκόσμια οικονομία, με τους συστημικούς πολιτικούς, οικονομολόγους και μεγαλοτραπεζίτες να μας διαβεβαιώνουν –όπως και τότε– πως δεν υπάρχει περίπτωση να ξαναζήσουμε τέτοιο κακό: γιατί, όπως λέει κι ο Μέγας Εκτυπωτής Μάριο Ντράγκι της ΕΚΤ, οι ιθύνοντες θα κάνουν «ό,τι χρειαστεί» ώστε να βεβαιωθούν πως μια κρίση τέτοιου μεγέθους δεν θα συμβεί ποτέ ξανά.
Πρόκειται, φυσικά, για ένα τεράστιο ψέμα: όχι μόνον δεν διδάχτηκε το διεθνές οικονομικό σύστημα κάτι από την τεράστια συλλογική αποτυχία του, αλλά και χρησιμοποίησε –και χρησιμοποιεί ώς και σήμερα- τις τρομακτικές κοινωνικές επιπτώσεις της κρίσης ως επιχειρήματα-«μπαμπούλες», για να επιμείνει στον μονόδρομο του πιο σκληρού οικονομικού νεοφιλελευθερισμού.
Με τη φτωχοποιημένη Ελλάδα στον ρόλο του τιμωρημένου άτακτου παιδιού, που το έχουν κρεμάσει ανάποδα για να το βλέπουν τα άλλα παιδάκια, να σκιάζονται και να συμμορφώνονται ευκολότερα στις υποδείξεις των «μεγάλων».
Οι ρίζες του κραχ του 2008 (το πολύ υψηλό χρέος και ο «δανεισμός χωρίς αύριο» από νοικοκυριά και επιχειρήσεις, τα όλο και πιο περίπλοκα -«δομημένα» και future- προθεσμιακά τραπεζικά προϊόντα, η αυξημένη ανάληψη ρίσκων χωρίς ουσιαστικές εγγυήσεις, και πρωτίστως η απληστία και η αίσθηση ατιμωρησίας των πάσης φύσεως «επενδυτών») παραμένουν ανέγγιχτες.
Σύμφωνα με τη McKinsey, το επίπεδο του παγκόσμιου χρέους ήταν, το 2017, 169 τρισεκατομμύρια δολάρια, ενώ το 2007 ήταν «μόλις» 97 τρισ. δολάρια...
Διάβαζα χτες στην Guardian μια εκ βαθέων συνέντευξη του Γκόρντον Μπράουν, του Βρετανού πρώην πρωθυπουργού των Εργατικών που, μόνος τότε ανάμεσα στους ισχυρούς ηγέτες, προσπάθησε να αντιμετωπίσει την κρίση με ρηξικέλευθα μέτρα, προτείνοντας –μεταξύ άλλων – την παραδειγματική τιμωρία των υπεύθυνων για την κρίση τραπεζιτών και την κατάργηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Ο Μπράουν προειδοποιεί λοιπόν ότι ο κόσμος «περπατάει σαν υπνοβάτης» προς μία ακόμη μεγάλη χρηματοοικονομική κρίση, διότι οι κυβερνήσεις «απέτυχαν να αντιμετωπίσουν τα αίτια» της καταστροφής του 2008.
«Θα υπάρξει σοβαρή αύξηση της κλιμάκωσης των ρίσκων, αλλά ζούμε σε έναν κόσμο χωρίς ηγεσία». Επισημαίνει, δε, πως η παγκόσμια οικονομία απέτυχε να εισαγάγει μηχανισμούς συναγερμού και ελέγχου των χρηματοοικονομικών ροών, ώστε να είναι δυνατόν να διαπιστωθεί πού έχουν δανειστεί χρήματα και με ποιους όρους. «Ασχοληθήκαμε με τα μικρά και όχι με τα μεγάλα», λέει.
Ελεύθεροι και πάμπλουτοι
Το σημαντικότερο; Ο Μπράουν ξεκαθαρίζει πως, παρά τις προσπάθειές του, τα μέτρα κατά των χρηματοπιστωτικών ατασθαλιών «δεν ήταν αρκετά σκληρά» και πως πολλές τράπεζες θεωρούν δεδομένο ότι θα διασωθούν και πάλι σε μία μελλοντική κρίση, με βάση τον κανόνα «too big to fail»- πολύ μεγάλες για να αφεθούν να καταρρεύσουν: έναν κανόνα που δυστυχώς έγινε σεβαστός μόνο για τις τράπεζες και όχι για ολόκληρους λαούς και εθνικές οικονομίες σαν τη δικιά μας.
«Οι κυρώσεις δεν έχουν ενισχυθεί επαρκώς. Δεν υπάρχει στους τραπεζίτες ο φόβος ότι θα πάνε φυλακή για κακή συμπεριφορά. Δεν στάλθηκε ένα αρκετά αυστηρό μήνυμα ότι η κυβέρνηση δεν θα διασώσει ιδρύματα που δεν έχουν τακτοποιήσει τα του οίκου τους», λέει ο Βρετανός πρώην πρωθυπουργός.
Κι έχει απόλυτο δίκιο στη διαπίστωση της συλλογικής, αλλά και προσωπικής αποτυχίας του να καθαρίσει την Κόπρο του Αυγεία: οι περισσότεροι ex officio αρμόδιοι τραπεζίτες και μεγαλοεπενδυτές της κρίσης, περιλαμβανομένου του «αφεντικών» της Lehman, Ντικ Φουλντ, και του υποτιθέμενου επόπτη του, του Μπεν Μπερνάνκι της Fed, όχι μόνο δεν πήγαν φυλακή, αλλά παραμένουν ελεύθεροι, ζάπλουτοι και κυρίως «στο τιμόνι» μεγάλων επενδυτικών χαρτοφυλακίων (στη Matrix ο Φουλντ, στην Pimco ο Μπερνάνκι) –πανέτοιμοι για την επόμενη μεγάλη «μπάζα»...
Νέος φαύλος κύκλος
Ενας από τους κορυφαίους εν ζωή οικονομολόγους, ο κεϊνσιανός Ρόμπερτ Σκιντέλσκι, συνοψίζει άριστα την κατάσταση σε προχτεσινό βαρυσήμαντο άρθρο του: αντί να θωρακίσουν την παγκόσμια οικονομία περικόπτοντας την απληστία των υπερεθνικών μεγα-τραπεζών και μειώνοντας την εισοδηματική ανισότητα, οι περισσότερες κυβερνήσεις ξόδεψαν τεράστια ποσά των φορολογουμένων τους για να διασώσουν τις ένοχες τράπεζες, επειδή ήταν λέει «too big to fail».
Στη συνέχεια πετσόκοψαν τις κοινωνικές δαπάνες για να μειώσουν τα ελλείμματα, βυθίζοντας τον κόσμο σε έναν νέο φαύλο κύκλο ύφεσης και υπανάπτυξης.
Οπως θυμίζει ο Σκιντέλσκι, το πολιτικό «μάντρα» ότι η ανάκαμψη μπορεί να επιτευχθεί μέσα από περικοπές των ελλειμμάτων δεν έχει καμιά βάση στη οικονομική θεωρία.
«Οι πολιτικοί επίτηδες «ξεχνούν» πως το δημόσιο χρέος των κρατών δεν είναι ένα «βάρος στις επόμενες γενιές», αλλά μια συναλλαγή ανάμεσα σε πιστωτές και οφειλέτες», γράφει.
Σε αντίθεση με τις κοινωνικές αλλά και οικονομικές συνέπειες της συνεχούς λιτότητας, που ψαλιδίζει την αγοραστική ισχύ των πολιτών και ψαλιδίζει τα βλαστάρια της ανάκαμψης πριν καν ανθίσουν.
Οι κεντρικές τράπεζες «τύπωσαν» βουνά χρήματος, αλλά άλλο να τυπώνεις κι άλλο να ξοδεύεις: τα περισσότερα κατέληξαν στα αποθεματικά των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων, αντί να ξοδευτούν για να τονώσουν την πραγματική οικονομία...
Το επόμενο κραχ
Δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσω περισσότερο: θα τα διαβάσετε στις επόμενες τρεις σελίδες, από τις πένες τεσσάρων ανθρώπων πολύ πιο ειδικών από εμένα, που κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για το επόμενο «κραχ».
Πιστεύω άλλωστε ότι οι πάσης φύσεως «αναλυτές» κρίνονται από το τι γράφουν και λένε είτε πριν είτε την ώρα που συμβαίνει ένα τέτοιο κοσμοϊστορικό γεγονός κι όχι δέκα χρόνια μετά, εν μέσω των ερειπίων.
Οσοι διαθέτουν μνήμη, ξέρουν - και για τους υπόλοιπους υπάρχει πάντα το Google. Ευτυχώς ή δυστυχώς, τα κείμενα μένουν - και όλοι κρινόμαστε. Οχι ότι έχει καμιά σημασία, βέβαια - τρία και κάτι μνημόνια μετά...
Να σημειωθεί ότι ο Σκιντέλσκι ορίζει την «οικονομική κατάρρευση» ως πτώση του ΑΕΠ κατά 5-10% και διπλασιασμό της ανεργίας.
Τι να πει αλήθεια για την Ελλάδα, που έχει μείωση... 25% στο ΑΕΠ, χωρίς να καταφέρει να μειώσει τον λόγο του χρέους προς το ΑΕΠ, και όπου η κυβέρνηση πανηγυρίζει επειδή η ανεργία «υποχώρησε» στο 19%, παρά τη μαζική μετανάστευση σχεδόν μισού εκατομμυρίου νέων επιστημόνων μας;
Η Μαύρη Εβδομάδα
Μαύρη Εβδομάδα ονομάστηκε το κρίσιμο διάστημα 15-22 Σεπτεμβρίου 2008. Συνδέθηκε με την κατάρρευση της Lehman Brothers –τη μεγαλύτερη χρεοκοπία στην πρόσφατη οικονομική ιστορία των ΗΠΑ– η οποία κλόνισε την αρχιτεκτονική των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών αλλά και τη βιωσιμότητα του ίδιου του καπιταλισμού.
13 Σεπτεμβρίου
Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ και ο διοικητής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, Τίμοθι Γκάιτνερ, είχαν συγκαλέσει έκτακτη συνάντηση για το μέλλον της Lehman. Θα εξέταζαν λύσεις, όπως η επείγουσα ρευστοποίηση πάγιων περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας, ενώ από την πλευρά της η Lehman ανέφερε ότι βρισκόταν σε επαφές με τις Bank of America και Barclays για το ενδεχόμενο εξαγοράς της.
14 Σεπτεμβρίου
Η Bank of America εξαγοράζει τη Merrill Lynch. Κατά δήλωσή του στο πρακτορείο Reuters, εργαζόμενος της Lehman αποκάλυψε ότι «το βράδυ της Κυριακής 14 Σεπτεμβρίου 2008, στην έδρα της εταιρείας στο νούμερο 745 της Εβδόμης Λεωφόρου, τα μέλη του Δ.Σ. έπιναν μπίρες και κάπνιζαν μέσα στα γραφεία».
15 Σεπτεμβρίου
Στη Wall Street, παρά τις εκκλήσεις των χρηματιστηριακών αρχών και της κυβέρνησης για αυτοσυγκράτηση, επικρατούσε πανικός, με συνεχείς χρηματιστηριακές απώλειες, ολοσχερή απώλεια της επενδυτικής εμπιστοσύνης, με αντικρουόμενες φήμες περί πιθανής διάσπασης της Lehman, περί εξαγοράς ή ακόμα και για κυβερνητική στήριξη. Τελικά, ύστερα από αποτυχία όλων των προσπαθειών, στις 15 Σεπτεμβρίου η Lehman ανακοίνωσε ότι θα κατέθετε αίτηση υπαγωγής στο Κεφάλαιο 11 του αμερικανικού Πτωχευτικού Κώδικα, με χρέη στα 768 δισ. και την αξία των παγίων της στα 639 δισ. δολάρια. Οι αναλυτές ξέχασαν τις λέξεις «αγοράζω», «διατηρώ», «πουλάω» και η μόνη λέξη που φώναζαν ήταν το «ρευστοποιώ». Τη «Μαύρη Δευτέρα» της 15ης Σεπτεμβρίου ο βιομηχανικός δείκτης Dow Jones στο χρηματιστήριο υποχώρησε ενδοσυνεδριακά μέχρι και 777 μονάδες (-7%), o S&P υποχώρησε 98 μονάδες (-8,1%) και ο δείκτης Nawdaq έχασε 200 μονάδες (-9,1%). Την ημέρα εκείνη ο Dow Jones έκλεισε με τις υψηλότερες απώλειες μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 και με τη μετοχή της Lehman να σημειώνει πτώση 90%.
17 Σεπτεμβρίου
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ δανείζει 85 δισ. δολάρια στην ασφαλιστική εταιρεία AIG, η οποία όδευε προς πτώχευση έχοντας χάσει το 60% της χρηματιστηριακής αξίας της επειδή κατείχε τοξικά ομόλογα.
19 Σεπτεμβρίου
Ο υπουργός Οικονομικών, Χένρι Πόλσον, ανακοινώνει το σχέδιο σωτηρίας, ύψους 700 δισ. δολαρίων, ζητώντας λευκή εξουσιοδότηση για εξαγορά των τοξικών χρεογράφων του χρηματοπιστωτικού τομέα συνολικής αξίας 700 δισ. δολαρίων. Από τις επενδυτικές τράπεζες έχουν απομείνει δύο: η Goldman Sachs και η Morgan Stanley, με τους τίτλους τους να πέφτουν συνεχώς. Η Merrill Lynch και η Bear Stearns εξαγοράστηκαν και η Lehman Brothers, μετά τις 15 Σεπτεμβρίου, άρχισε να τελεί υπό εκκαθάριση ύστερα από 158 χρόνια παρουσίας στη Wall Street. Η βρετανική Barklays εξαγόρασε έναντι 1,75 δισ. δολαρίων τις δραστηριότητες στις ΗΠΑ και η Nomura Holdings, λίγες ημέρες αργότερα, εξαγόρασε τις δραστηριότητες της Lehman στην Ασία έναντι δύο δισ. δολαρίων.
Η άμεση παρέμβαση του κράτους υπήρξε πρωτοφανής στην ιστορία των ΗΠΑ – κατεξοχήν πατρίδα του φιλελευθερισμού. Η «ένεση» κεφαλαίων, στην πράξη, σήμαινε ότι η κυβέρνηση θα προσέφερε ρευστό στις τράπεζες με αντάλλαγμα τις μετοχές τους: στην πραγματικότητα η κυβέρνηση των ΗΠΑ κρατικοποιούσε, εν μέρει, το χρηματοπιστωτικό σύστημα, στέλνοντας τον λογαριασμό στους φορολογούμενους.
www.efsyn.gr
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε