Οι «σκληροί» ηγέτες.
Σε έναν πλανήτη που εκτροχιάζεται, δεν είναι περίεργο ότι σε πολλά κράτη του κόσμου αναδεικνύονται ηγετικές προσωπικότητες από διαφορετικά στρατόπεδα, αλλά συγγενείς μεταξύ τους, καθώς τα κοινά τους χαρακτηριστικά είναι η πυγμή, ο θυμός και η πολεμόχαρη διάθεση.
Η ανταλλαγή φιλοφρονήσεων προκάλεσε έκπληξη. Στις 17 Δεκεμβρίου, ο Ρώσος πρόεδρος Βλάντιμιρ Πούτιν έκανε φανερή την προτίμησή του για έναν από τους υποψήφιους των προκριματικών εκλογών των Ρεπουμπλικάνων στις ΗΠΑ, τον νεοϋορκέζο πολυεκατομμυριούχο Ντόναλντ Τραμπ. Χαρακτηρίζοντάς τον «άνθρωπο έξυπνο και ταλαντούχο», τον ανέδειξε ως το «μεγάλο φαβορί της προεδρικής κούρσας». Αντί να αποποιηθεί μια τέτοια τιμή, η οποία όμως θα μπορούσε να τον καταστρέψει στο εσωτερικό ενός κόμματος όπου οι πολυάριθμοι νεοσυντηρητικοί αναρωτιούνται εάν απεχθάνονται περισσότερο τη Ρωσία ή το Ιράν, ο κύριος Τραμπ αντέδρασε με θέρμη: ο κ. Πούτιν «έχει πραγματικά την εξουσία στην πατρίδα του, είναι ένας δραστήριος ηγέτης, κάτι που τον διακρίνει σε σχέση με όσα ζούμε στον τόπο μας». Ο κύριος Τραμπ υποσχέθηκε επίσης ότι, εάν γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ, θα συζητήσει πρόθυμα με τον Ρώσο ηγέτη. Η συμπάθεια που τρέφουν ο ένας για τον άλλο οι δύο σκληροί ηγέτες ενισχύεται από την κοινή τους περιφρόνηση για τον ένοικο του Λευκού Οίκου. Στον κύριο Πούτιν «δεν αρέσει καθόλου ο Ομπάμα, δεν τον σέβεται», επιχαίρει ο κύριος Τραμπ.
Γενικά, τα συμφέροντα τον κρατών υπερισχύουν των σχέσεων ανάμεσα στους ηγέτες τους. Όταν όμως η παγκόσμια οικονομία εκτροχιάζεται, όταν η τιμή του πετρελαίου καταρρέει, όταν οι δολοφονικές επιθέσεις πολλαπλασιάζονται δεν είναι ούτε παράξενο ούτε αδιάφορο να βγαίνουν στο προσκήνιο οι αξίες του νόμου και της τάξης αλλά και σκληρές, κυνικές και βίαιες προσωπικότητες. Υπέρμαχοι μιας πατριωτικής και ηθικής παλινόρθωσης, νοσταλγοί ενός εθνικού αφηγήματος, υψώνουν τη φωνή τους, φουσκώνουν τους μυς τους, ξεδιπλώνουν τα στρατεύματά τους.
Το τείχος στα σύνορα της χώρας του με τη Σερβία και την Κροατία επέφερε πολιτικά οφέλη στον Ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Όρμπαν, όπως και η προσάρτηση της Κριμαίας ενίσχυσε την εξουσία του Βλάντιμιρ Πούτιν και η δολοφονική καταστολή των Κούρδων ενίσχυσε τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Κατά τον ίδιο τρόπο, όταν ο Ντ. Τραμπ συνιστά την επαναφορά των βασανιστηρίων στις ΗΠΑ ή όταν ο αντίπαλός του για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, Τεντ Κρουζ, απαιτεί να αντικατασταθούν οι στοχευμένοι βομβαρδισμοί ενάντια στο Ισλαμικό Κράτος με μια «ομοβροντία» στις περιοχές (και τον άμαχο πληθυσμό) που αυτό ελέγχει, τότε και ο ένας και ο άλλος κερδίζουν σε δημοφιλία στο στρατόπεδό τους. Η περιφρόνηση των διανοουμένων, των πανεπιστημιακών και του «πολιτικά ορθού» που αυτοί πρεσβεύουν, τους χρησιμεύει ως επιπρόσθετο επιχείρημα. Και αυτό συμβαίνει ίσως γιατί παρατήρησαν ότι οι Γάλλοι ηγέτες διανθίζουν ευχαρίστως τις ομιλίες τους με εκφράσεις όπως «σκληρή απάντηση» και «απαίτηση για αυστηρότητα», αυξάνουν τα προνόμια της αστυνομίας εις βάρος της δικαιοσύνης και αντιμετωπίζουν με φλέγμα τους δεκάδες αποκεφαλισμούς των αντιφρονούντων στη Σαουδική Αραβία.
Οι υποσχέσεις για ειρήνη και ευημερία του σύγχρονου καπιταλισμού είχαν ήδη διαψευστεί με την χρηματοπιστωτική πανωλεθρία του 2008. Σήμερα, είναι η σειρά να καταρρεύσει η κουλτούρα, το πνεύμα των ηγετών του με την ψεύτικη ευγένεια. Η «χαρούμενη παγκοσμιοποίηση» ήθελε να είναι ορθολογική, ρευστή, γενικευμένη, διασυνδεδεμένη. Η χρεωκοπία της ανοίγει το δρόμο σε «άνδρες θυμωμένους» και σε πολέμαρχους.
Serge Halimi
Διευθυντής της "Le Monde diplomatique"
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε