ΔΙΑΦΘΟΡΑ - Οι βουτιές στο δημόσιο -και όχι μόνο- ταμείο (από τον περσικό χρυσό, στη ρωμαϊκή διαφθορά και από δημιουργίας του νεοελληνικού κράτους) δεν έχουν τελειωμό...
Αρχαίο... λάδωμα αθάνατο
Από τον 19ο αιώνα στα σκάνδαλα του Μεσοπολέμου
«Οποιος κριτής διαφθαρεί ή με δώρα ή με υποσχέσεις και αποφασίσει άδικα εις εγκληματικάς διαδικασίας, να χάνει τα πολιτικά του δικαιώματα διά παντός και να πληρώνει εις το Ταμείον διπλάσια των όσα έλαβε.
Οποιος κριτής διαφθαρεί ή με δώρα ή με υποσχέσεις και αποφασίσει άδικα εις μη εγκληματικάς διαδικασίας, να χάνει τα πολιτικά του δικαιώματα από ένα έως τρεις χρόνους και να πληρώνει τα διπλά απ' όσα έλαβε, ποτέ όμως ολιγώτερα των εκατό γροσίων.
Οποιος διά φιλίαν ή δι' έχθραν ή δι' οποιανδήποτε άλλην σχέσιν κρίνει άδικα, να εκπίπτει του υπουργήματός του και να μην εμβαίνει εις Δημόσιον Υπούργημα από εξ μήνας έως δύο χρόνους.
Οποιος των υπουργών φωραθεί ότι έλαβε δώρα και παρέβη τα χρέη του, να εκπίπτει του υπουργήματός του και να πληρώνει διπλά των όσων έλαβε, ποτέ όμως ολιγώτερα των εκατό γροσίων.
Οποιος των υπαλλήλων υπουργών φωραθεί ότι έλαβε δώρα, και παρέβη τα χρέη του, να εκπίπτει του υπουργήματός του» (από το Κεφάλαιο Ζ «Περί δωροδοκίας των Δημοσίων Υπουργών», Κώδιξ των Νόμων, φυλλάδιο Α' εκ της εν Υδρα τυπογραφίας, 1824).
Το φαινόμενο της διαφθοράς είναι μια πανάρχαια υπόθεση. Οπως αναφέρει ο Γερμανός ιστορικός Χέρμαν Μπένγκτσον, οι εξελίξεις στην Ελλάδα κατά τον 4ο αιώνα π.Χ. βρίσκονταν υπό την άμεση επιρροή της περσικής πολιτικής, η οποία «χρησιμοποιώντας απλόχερα τον αυτοκρατορικό χρυσό» κατόρθωσε να υποδαυλίσει με πολλή επιδεξιότητα την απέχθεια των Ελλήνων για την αυταρχική διοίκηση της κυρίαρχης Σπάρτης. Ως απεσταλμένος του σατράπη Φαρνάβαζου έφτασε στην Ελλάδα ο Ρόδιος Τιμοκράτης που πρόσφερε «άφθονα περσικά χρήματα» στις Θήβες, στην Κόρινθο, στο Αργος και έτσι δεν χρειαζόταν πια παρά μια ασήμαντη αφορμή για να ξεσηκωθούν οι Ελληνες κατά της καταπιεστικής ηγεμονίας των Λακεδαιμονίων. (1)
Αλλωστε σε τι διαφέρουν οι Ελληνες που συνωστίζονταν έναντι χρήματος στις περσικές αυλές από εκείνους που σήμερα, επί χρήμασι, παίζουν το παιχνίδι των Τούρκων, μεταφέροντας παράνομα λαθραίους Ασιάτες μετανάστες στην Ελλάδα;
Στην αρχαία ελληνική μυθολογία αναφέρεται ότι ο Διόνυσος ικανοποίησε την επιθυμία του βασιλιά της Φρυγίας Μίδα ό,τι ακουμπά να γίνεται χρυσός. Τελικά όμως αυτό το «χάρισμα» του Μίδα, αντί να τον οδηγήσει στην ευτυχία, έγινε πηγή δυστυχίας.
Για τους αρχαίους Ελληνες ήταν φανερό ότι η αναζήτηση με κάθε τρόπο του χρυσού, του χρήματος, οδηγούσε στη διαφθορά, που ήταν συνυφασμένη με τη δυστυχία και όχι την ευτυχία.
Και ο ρωμαϊκός ιμπεριαλισμός που αντικατέστησε τους Ελληνες στον τότε γνωστό κόσμο είχε τα ίδια χαρακτηριστικά με τον σημερινό ιμπεριαλισμό: την αναζήτηση του πλούτου και της δύναμης. Ο Ρωμαίος ρήτορας και πολιτικός Μάρκος Τούλιος Κικέρων τόνιζε προς τους συμπατριώτες του: «Οι λέξεις δεν μπορούν να εκφράσουν το πόσο μισητοί είμαστε στα ξένα έθνη και αιτία είναι η άγρια και ακόλαστη συμπεριφορά των ατόμων που στείλαμε να τα κυβερνήσουν τα τελευταία χρόνια.
Γιατί, σ' αυτές τις χώρες, ποιος ναός, νομίζετε, δεν συλήθηκε από τους αξιωματούχους μας, ποια τελετή δεν παραβιάστηκε, σε ποιο σπίτι δεν σπάσανε τις πόρτες; Ο λόγος; Πάνε γυρεύοντας για αιτίες πολέμου, ενάντια σε πλούσιες και ανθηρές πόλεις, για να ικανοποιήσουν τις αρπακτικές επιθυμίες τους». (2)
Από τη δημιουργία του νεο-ελληνικού κράτους ο όρος «διαφθορά» χρησιμοποιείται ευρύτατα από πολιτικούς και ιστορικούς αλλά και από απλούς πολίτες.
Ενας από τους πρωτοπόρους μελετητές του ελληνικού προβλήματος της διαφθοράς, ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης Κλεομένης Κουτσούκης θεωρεί ότι, γενικά, τη διαφθορά της ελληνικής κοινωνίας θα μπορούσε να την αποδώσει κάποιος σε τρεις κυρίως λόγους. Πρώτον στην πολιτισμική κληρονομιά της κοινωνίας του ρουσφετιού. Δεύτερον, η νεο-ελληνική κοινωνία ήταν ανοργάνωτη με συγκεχυμένα τα όρια δημόσιου/ιδιωτικού, όπου εύκολα περνούσε κανείς από το ένα στο άλλο (κλεπτοκρατία). Και τέλος, ότι ήταν μια νόθα αστική κοινωνία. Ο μέσος Ελληνας τους ξενόφερτους θεσμούς προσπάθησε να τους αποσείσει από πάνω του με το ρουσφέτι και τη συναλλαγή, βρίσκοντας ενδοτικούς κομματάρχες πολιτικούς.(3)
Την εικόνα της νεο-ελληνικής κοινωνίας απέδωσε παραστατικά ο υπουργός και βουλευτής του Χαρίλαου Τρικούπη, Δ. Βουλπιώτης, που απαντώντας στη Βουλή σε σχετικό ερώτημα τόνισε: «Ενα ξέρω να πω, εγώ κλέφτω, εσύ κλέφτεις, κλέφτουμε όλοι».
Στην αρχαία ελληνική μυθολογία αναφέρεται ότι ο Διόνυσος ικανοποίησε την επιθυμία του βασιλιά της Φρυγίας Μίδα ό,τι ακουμπά να γίνεται χρυσός. Τελικά όμως αυτό το «χάρισμα» του Μίδα, αντί να τον οδηγήσει στην ευτυχία, έγινε πηγή δυστυχίας Αλλά και η ελληνική Επανάσταση του '21 δεν ξεκίνησε στηριζόμενη σ' έναν πολύ υγιή περίγυρο. Δίπλα στους ιδεολόγους και τους οραματιστές υπήρχαν και οι ιδιοτελείς που κάλυπταν τους σκοτεινούς σκοπούς τους πίσω από μεγαλόστομες φράσεις.
Οπως γράφει ο Ανώνυμος ο Ελληνας στην «Ελληνική Νομαρχία», στα χρόνια της Τουρκοκρατίας «εφάνησαν εις την Ελλάδα τρεις κυριότητες, η τυραννία, το ιερατείον και η ευγένεια, αι οποίαι διά ένδεκα αιώνας κατέφθειραν την Ελλάδα».
«Ποίος δεν βλέπει -συνεχίζει ο Ανώνυμος- τον αφανισμόν οπού εις την Ελλάδα προξενεί την σήμερον το ιερατείον; Εκατό χιλιάδες μαυροφορεμένοι ζώσιν αργά και τρέφονται από τους ιδρώτας των ταλαιπώρων και πτωχών Ελλήνων... η σημερινή αθλία και φοβερά κατάστασις του ελληνικού ιερατείου είναι η πρώτη αιτία, όπου αργοπορεί την ελευθερίαν της Ελλάδος».(4)
Σύμφωνα με τον καθηγητή κ. Κουτσούκη, οι πρώτοι που «νομιμοποιούνται» και συχνά καταπιάνονται με το φαινόμενο της διαφθοράς και στους οποίους «οφείλουμε πολλά εμείς οι πολιτικοί επιστήμονες» είναι οι δημοσιογράφοι που λόγω της αποστολής των «παρακολουθούν και ελέγχουν τη δημόσια ζωή». Και υπάρχουν πολλά παραδείγματα, όπως το σκάνδαλο Κοσκωτά, αλλά και πρόσφατες ατασθαλίες για την αποκάλυψη των οποίων «ο Τύπος έπαιξε πρωταρχικό ρόλο».
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι η διαφθορά δεν έχει αγγίξει και τον χώρο του Τύπου καθώς νοσεί το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
Στις 18 Μαρτίου 1845 η εφημερίδα της εποχής «Ο Πρωινός Κήρυξ» θα γράψει μεταξύ άλλων: «Απηύδησε πλέον και ο ανεξάρτητος Τύπος και ο πολυπαθής Λαός διαμαρτυρόμενος με τον πασιφανέστερον τρόπον κατά της διαφθοράς και του εμπαιγμού των νόμων και του Συντάγματος».
Αποτιμώντας ο Χαρίλαος Τρικούπης την πολιτεία της βασιλείας του Οθωνα με άρθρο του στην εφημερίδα «Καιροί» της 9ης Ιουλίου 1874 έγραψε ότι «τας εκ των επαναστάσεων ζημίας αναπληροί ο χρόνος, αλλ' η διαφθορά των ηθών ανατρέπει εκ βάθρων τας κοινωνίας. Ουδέν δε ολεθριώτερον εις τα ήθη του λαού του παρά των κυβερνώντων παρεχομένου εις αυτόν παραδείγματος της των νόμων περιφρονήσεως... Ο από του 1844 και έως του 1862 βίος της Ελλάδος απαντά εις την ερώτησιν ταύτην εγκολάπτων εις την έκπτωτον δυναστείαν το ανεξίτηλον στίγμα της διαφθοράς του ελληνικού λαού».
Και ο γνωστός συνταγματολόγος καθηγητής Νικόλαος Σαρίπολος, με αφορμή τις νόθες εκλογές του 1879, θα διατυπώσει το ερώτημα: «Απέναντι τηλικαύτης διαφθοράς, ήτις κατέλαβεν απάσας τας τάξεις της ελληνικής κοινωνίας, πρέπει άραγε τέλειον ν' απελπισθεί ο χρηστός και φιλόπατρις πολίτης;».
Στα τέλη του 19ου αιώνα ο Χ. Τρικούπης πρσπάθησε να πατάξει τις παρανομίες στα δημόσια ταμεία και συνέδεσε το όνομά του με τα «Βελεντζιακά» που αφορούσαν τη δράση του ταμία Θηβών Θ. Βελέντζα, ο οποίος ανήκε στο πολιτικό στρατόπεδο του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου. Ο Βελέντζας σε διάστημα μιας δεκαετίας περίπου είχε υπεξαιρέσει 800.000 δραχμές, ποσό πολύ μεγάλο για εκείνη την εποχή.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος, που κλήθηκε από τον Στρατιωτικό Σύνδεσμο, το 1909, ν' αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας, τόνισε σε μεγάλη λαϊκή συγκέντρωση στο Σύνταγμα την τάση προηγούμενων κυβερνήσεων να εστιάζουν τη δραστηριότητά τους «ουχί εις προαγωγήν των δημοσίων συμφερόντων αλλά εις ικανοποίησιν ως επί τα πολλά αθεμίτων αξιώσεων δι' ων διενεργείται η συναλλαγή μεταξύ εκλογέων και βουλευτών».
Αλλά και η εκσυγχρονιστική πολιτική του Βενιζέλου στιγματίστηκε ιδιαίτερα από κάποια σκάνδαλα διαφθοράς, κατά την περίοδο 1928-1932.
Και φυσικά η αντιπολίτευση δεν έχασε την ευκαιρία να ρίξει το σύνθημα «κάτω οι κλέπται».
Το 1930 ανακαλύφθηκε από τον Τύπο ότι οι φαρμακευτικές εταιρείες που παρασκεύαζαν το κινίνο, υπό τον έλεγχο του Γενικού Χημείου του Κράτους, κρατούσαν για λογαριασμό τους μεγάλο μέρος της πρώτης ύλης που τους έδινε το κράτος και με μειωμένη δόση ή καθόλου κινίνη παρασκεύαζαν και διακινούσαν στην αγορά νοθευμένα δισκία κινίνου.
Αρχικά ο Βενιζέλος αμφισβήτησε τις καταγγελίες των εφημερίδων αλλά τελικά πείστηκε για τη βασιμότητα των γραφομένων και διέταξε ανακρίσεις.
Στη διάρκεια των ανακρίσεων για το σκάνδαλο του κινίνου αποκαλύφθηκε ότι η αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου Εσωτερικών είχε κάνει λογιστικό λάθος, με συνέπεια να επιβαρυνθεί η τιμή του ψωμιού κατά 50 λεπτά η οκά. Το σκανδαλώδες ήταν ότι ο τότε γενικός διευθυντής του Γενικού Χημείου του Κράτους, στον οποίο ο Ελ. Βενιζέλος είχε αναθέσει τη σχετική έρευνα για την τιμή του ψωμιού, κατηγορήθηκε ότι ήταν μπλεγμένος στο σκάνδαλο του κινίνου.
Κατά ειρωνεία της τύχης την ίδια μέρα που ο Βενιζέλος του έπλεκε το εγκώμιο, στις 12 Νοεμβρίου 1930, λέγοντας γι' αυτόν στους δημοσιογράφους «να του έχετε εμπιστοσύνη, διότι πρόκειται περί υπαλλήλου παραδειγματικής εντιμότητος», ο συγκεκριμένος γενικός διευθυντής του Χημείου του Κράτους κλήθηκε να ανακριθεί θεωρούμενος ως εμπλεκόμενος στο σκάνδαλο του κινίνου. Λίγες μέρες αργότερα προφυλακίστηκε και παραπέμφθηκε σε δίκη ως ηθικός αυτουργός υπεξαιρέσεως κινίνης, αξίας 14 εκατομμυρίων δραχμών στο μεσοδιάστημα από το 1924 ώς το 1930.
Τελικά όμως το δικαστήριο τον αθώωσε.
Ενα άλλο σκάνδαλο που απασχόλησε την κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου ήταν «η υπόθεση Καραπαναγιώτη». Ο τότε υπουργός Συγκοινωνιών Καραπαναγιώτης είχε αναθέσει τα έργα οδοποιίας στο νησί της Λέσβου, αξίας 70 εκατομμυρίων δραχμών περίπου, σε κατασκευαστική εταιρεία όπου μέτοχοι ήταν ο γαμπρός του και ο αδερφός του.
Ο Βενιζέλος, αν και δεν θεώρησε τον Καραπαναγιώτη νομικά υπεύθυνο, διατύπωσε δημόσια μια γνώμη που μοιάζει και σήμερα επίκαιρη.
«Δεν νομίζω -είπε ο Ελ. Βενιζέλος- ότι ένας υπουργός είναι ορθόν να χρησιμοποιήσει την ανήκουσαν εις αυτόν δημοσίαν εξουσίαν διά να επιτυγχάνει την εις στενωτάτους αυτού συγγενείς παραχώρησιν της εκτελέσεως δημοσίων έργων, των οποίων η ανωτάτη επίβλεψις ανήκει εις αυτόν τον αρμόδιον υπουργόν. Θεωρώ, εφ' όσον ταύτα είναι ακριβή, ως ασυμβίβαστα προς την πολιτικήν ευθιξίαν την οποίαν η Κοινή Γνώμη αξιοί από τους πολιτικούς άνδρας».
Ο Καραπαναγιώτης εξήγησε στον Βενιζέλο ότι ο επ' αδερφή γαμπρός του πράγματι συμμετείχε στην εταιρεία μόνο για 27 μέρες, αφού ο υπουργός τού ζήτησε να παραιτηθεί. Αλλά ο Βενιζέλος επέμεινε να παραιτηθεί ο Καραπαναγιώτης από τη θέση του υπουργού.(5)
Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου επέβαλε τους «ημετέρους» στον δημόσιο τομέα και εφάρμοσε συστηματικά το σκάνδαλο της βίας και της τρομοκράτησης των πολιτικών της αντιπάλων που φθείρει και διαφθείρει την ανθρώπινη κοινωνία. Η περίοδος της ξενικής κατοχής θεωρήθηκε η χρυσή εποχή για τους «οικονομικούς συνεργάτες» των κατακτητών.
Από το 1945 άρχισε βαθμιαία «ο χρυσός αιώνας» για τους «εθνικόφρονες» που κράτησε έως το 1974.
Οι «κατσαπλιάδες», οι «συνοδοιπόροι», οι «δημοκράτες» τέθηκαν στο περιθώριο της κρατικής εξουσίας.
Από το 1974 και κυρίως από το 1981 και μετά όλοι μπήκαν στο παιχνίδι, οι πολιτικές διακρίσεις ουσιαστικά καταργήθηκαν, πολλά καλυτέρεψαν στον τομέα των δημοκρατικών ελευθεριών, αλλά η οικονομική δίψα των ανθρώπων για την αναζήτηση «χρυσών ευκαιριών» δεν μειώθηκε.
Πολλά σκάνδαλα, μεγάλα ή μικρά (δωροδοκίες, «φακελάκια»), ήρθαν και πάλι στην επιφάνεια και μας απασχολούν μέχρι σήμερα, είναι μέρος της καθημερινής μας ζωής.
(1) Χ. Μπένγκτσον, Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδος (Μέλισσα), σελ. 228
(2) Λ. Σταυριανός, Η υπόσχεση του επερχόμενου Μεσαίωνα (Κάλβος), σελ. 23
(3) Κλ. Σ. Κουτσούκης, Παθολογία της Πολιτικής, Οψεις της διαφθοράς στο νεοελληνικό κράτος (Παπαζήσης), σσ. 16-17
(4) Ανωνύμου του Ελληνος, Ελληνική Νομαρχία, σσ. 42, 51, 105-109, 180-187, 190-195 (Πίζα Ιταλίας, 1806)
(5) Γρηγ. Δαφνής, Η Ελλάς μεταξύ δύο Πολέμων, τόμος Β' (Ικαρος) σσ. 35-39
«Ο εναγκαλισμός των συνδικαλιστών με την κρατική εξουσία»
Η διαφθορά είναι ένα μικρόβιο που διεισδύει και στα πιο υγιή μέλη μιας κοινωνίας. Κατόρθωσε να διεισδύσει σε πολιτικά κόμματα, θρησκευτικά συστήματα και κοινωνικά καθεστώτα που επαγγέλλονταν την ισότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη και την αδελφοσύνη των λαών.
Και φυσικά από αυτό τον νόμο, της εξουσίας που φθείρει και διαφθείρει, δεν ξέφυγαν και οι συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι των εργαζομένων. Και η μόνη μερική ασφαλιστική δικλίδα φαίνεται να είναι ο διαρκής, καθημερινός έλεγχος των εργαζομένων και του λαού για τα όσα συμβαίνουν στα παρασκήνια της εξουσίας.
Ο Γιώργος Παυλόπουλος, συνδικαλιστής, εκπρόσωπος του Διοικητικού Συμβουλίου του συλλόγου προσωπικού της Alpha Bank, επιχειρεί να προσεγγίσει το πρόβλημα λέγοντας: «Η καταγραμμένη το τελευταίο διάστημα κρίση εκπροσώπησης δεν περιορίζεται μόνο στην αυξανόμενη δυσπιστία απέναντι στα κόμματα ή σε φαινόμενα απαξίωσης του πολιτικού προσωπικού. Περιλαμβάνει και τον συνδικαλιστικό χώρο. Τα φαινόμενα διαφθοράς είναι ένας από τους παράγοντες που συντελούν στη διαμόρφωση της ανωτέρω τάσης.
Προσπάθεια ερμηνείας του φαινομένου μέσα από μια γενικόλογη αναφορά σε "έκπτωση αξιών" που μεταφέρεται γραμμικά σε κάθε χώρο, άρα και στον συνδικαλιστικό, είναι αρκετά επιφανειακή. Η εξήγηση στο πλαίσιο της ηθικής είναι ανεπαρκής γιατί η διαφθορά δεν σχετίζεται μόνο με την "ανηθικότητα" αλλά προϋποθέτει και τη δυνατότητα κατάχρησης εξουσίας. Στο πλαίσιο αυτό δεν μπορεί να εξηγηθεί η αύξηση της διαφθοράς στον συνδικαλισμό, όταν το βάρος και η δύναμη (άρα και η δυνατότητα κατάχρησης εξουσίας) του συνδικαλιστικού κινήματος έχει μειωθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια. Επίσης, ερμηνεία δεν μπορούν να δώσουν νεοφιλελεύθερες και συντηρητικές προσεγγίσεις που συσχέτιζαν άμεσα τη διαφθορά με το μέγεθος του κράτους ή τις στρεβλώσεις στην αγορά, όπου, κατά τη γνώμη τους, η συνδικαλιστική παρέμβαση διαδραμάτιζε καθοριστικό ρόλο.
Οι λόγοι της ηθικής απαξίωσης και της αύξησης των φαινομένων διαφθοράς στο επίπεδο των συνδικαλιστικών ηγεσιών πρέπει να αναζητηθούν αλλού. Κατ' αρχήν οι αλλεπάλληλες ήττες του εργατικού κινήματος τα τελευταία χρόνια, καθώς και η αποστοίχηση της πλειοψηφίας των εργαζομένων από μορφές συλλογικής εκπροσώπησης, είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός στρώματος συνδικαλιστών το οποίο σταδιακά αυτονομείται από τα προβλήματα και τις αγωνίες του απλού εργαζόμενου. Αυτή η συνδικαλιστική γραφειοκρατία καταλήγει να αναπαράγει τα ιδιοτελή συμφέροντά της, αναφερόμενη μόνο κατ' όνομα στους εργαζόμενους.
Δεύτερον, η σταδιακή μετάλλαξη της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας στην κατεύθυνση της συνδιαχειριστικής λογικής με την εργοδοσία δημιούργησε τις προϋποθέσεις αναπαραγωγής φαινομένων διαφθοράς. Τη θέση της μαχητικής συλλογικής διεκδίκησης καταλαμβάνει σταδιακά η εξυπηρέτηση ατομικών αιτημάτων εργαζομένων, συχνά με αναξιοκρατικά κριτήρια ή με αδιαφανείς διαδικασίες.
Είναι γνωστό ότι ο στενός εναγκαλισμός και έλεγχος του συνδικαλιστικού κινήματος από τους κομματικούς μηχανισμούς, κυρίως των λεγόμενων κομμάτων εξουσίας, αυξάνει την τάση διαπλοκής και διαφθοράς. Το παράδοξο είναι γιατί τα φαινόμενα διαφθοράς αυξάνονται τη στιγμή που το κατεξοχήν πεδίο παρέμβασης του κομματισμού, δηλαδή ο δημόσιος χώρος και το κράτος, συρρικνώνεται. Η εξήγηση πρέπει να αναζητηθεί στο γεγονός ότι συνήθως το Δημόσιο δεν δρα ανταγωνιστικά με το ιδιωτικό κεφάλαιο, όπως ισχυρίζονται οι νεοφιλελεύθεροι, αλλά συμπληρωματικά. Μάλιστα, στις περιπτώσεις έμμεσης ιδιωτικοποίησης, όταν δηλαδή λειτουργίες μιας επιχείρησης ή ενός τομέα του Δημοσίου αναλαμβάνονται από ιδιωτικές εταιρείες, ο βασικός παράγων κερδοφορίας είναι η μείωση του κόστους εργασίας, το γνωστό σύγχρονο δουλεμπόριο. Αυτές οι πολιτικές διευκολύνονται από την ώσμωση των συνδικαλιστικών εκπροσώπων με διαπλεκόμενα συμφέροντα.
Τέλος, η δημιουργία από τις επιχειρήσεις ανοιχτά εργοδοτικών σωματείων αναπαράγει φαινόμενα διαφθοράς, με τη συγκάλυψη εργοδοτικών αυθαιρεσιών, με τη δημιουργία μηχανισμού ο οποίος συσπειρώνει τους πλέον καιροσκόπους και με την προώθηση της αντίληψης ότι η συνταύτιση με τα συμφέροντα του εργοδότη είναι το σημαντικότερο προσόν ανέλιξης.
Μέσα σε αυτό το γκρίζο περιβάλλον υπάρχουν και σημάδια αισιοδοξίας. Δεκάδες παρατάξεις, με αναφορά συνήθως την Αριστερά ή τον μαχητικό ακηδεμόνευτο συνδικαλισμό, αντιστέκονται και προσπαθούν να χαράξουν καθημερινά μια διαφορετική πορεία. Την αφωνία και τη συναίνεση μεγάλων ομοσπονδιών ή συνομοσπονδιών έρχονται να σπάσουν απόπειρες συντονισμού από τα κάτω, όπως ο πρόσφατος συντονισμός 93 πρωτοβάθμιων σωματείων για την Κούνεβα. Πολλές και οι απόπειρες δημιουργίας σωματείων στη συνδικαλιστική έρημο του ιδιωτικού τομέα. Είναι ελπιδοφόρα μηνύματα για την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, ιδιαίτερα σήμερα που η οικονομική κρίση κάνει αυτή την ανάγκη πιο επιτακτική».
«Από τις νεοελληνικές μαγκιές στην Κόζα Νόστρα»
Του ΠΕΤΡΟΥ ΤΑΤΟΥΛΗ
Νεόπλουτοι πολιτικοί, επιχειρηματίες και αδιευκρινίστων δραστηριοτήτων άλλοι επαγγελματίες και ανεπάγγελτοι, διψασμένοι για εξουσία και βαθύτατα κομπλεξαρισμένοι από την αιφνίδια και εύκολη ευπορία τους, κυκλοφορούν με τις ευλογίες του ελληνικού κράτους με σειρήνες στα αυτοκίνητά τους, φάρους, ασφάλειες και άλλα καταγέλαστα πομπώδη συναφή.
Π. Τατούλης Αυτό είναι για την κουλτούρα μας δυστυχές. Δυστυχέστερο είναι ωστόσο το γεγονός ότι έχουν ανακαλύψει μιμητές στα πρόσωπα και άλλων Ελλήνων πολιτών που παρανόμως εγκαθιστούν τέτοια συστήματα στα αυτοκίνητά τους προκειμένου να μεταπωλήσουν κι εκείνοι με τη σειρά τους λίγη από τη μαγκιά που η δήθεν ελίτ του τόπου τους πουλάει καθημερινά στους δρόμους της χώρας.
Θα μου πείτε, αυτό να ήταν το πρόβλημά μας... Η διαπίστωση αυτή είναι πέρα για πέρα αληθινή. Το παραπάνω ωστόσο παράδειγμα είναι ένα μικρό δείγμα της υποκουλτούρας που διαφεντεύει το νεοελληνικό κράτος και την ιδιοσυγκρασία του νεοέλληνα. Η τήρηση του νόμου εξαρτάται σε μέγιστο βαθμό από τα κιλά μαγκιάς που ο καθένας κουβαλά πάνω του.
Στην Ελλάδα η μικρή διαφθορά λειτούργησε ως προπομπός της μεγάλης διαφθοράς που σύντομα θα ακολουθούσε. Η ψευτο-αστική τάξη που ανέδειξε η λαϊκιστική σοσιαλδημοκρατία του Ανδρέα Παπανδρέου ανέθρεψε ταυτόχρονα μια ολόκληρη γενιά πολιτών με τη διδαχή της μίζας και της ρεμούλας, μέσα από μια άτυπη, πλην όμως διάχυτη νομιμοποίηση της αρπαχτής και του μαύρου χρήματος. Την ίδια στιγμή, ο ίδιος αυτός πολιτικός άνδρωνε ένα κόμμα άκρως σταλινικών δομών, που άπλωνε τα πλοκάμια του στο υπερτροφικό ελληνικό κράτος, κληροδοτώντας στις επόμενες γενιές δυσβάσταχτα χρέη, κομματισμό και άκρατο κορπορατισμό. Μια κοινωνία χωρίς κοινωνική συνείδηση και συνοχή, υποτελή στην ατομική ιδιοτέλεια. Πολιτικοί χωρίς συνείδηση καθήκοντος και μέριμνας δημοσίου συμφέροντος, υπόδουλοι στο κυνήγι της προσωπικής τους ευπορίας. Αυτή ήταν η παρακαταθήκη του πολιτικού ανδρός.
Κακέκτυπο μιμητή του θα ανακάλυπτε σήμερα ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ στο πρόσωπο του σημερινού προέδρου της Νέας Δημοκρατίας. Από τον Ανδρέα Παπανδρέου στον κ. Κώστα Καραμανλή, βήμα βήμα, η μικρή διαφθορά έφερε τη μεγάλη και η διαπλοκή σήμερα εκτυλίσσεται στη γνωστή πλέον τριγωνική σχέση: οι πολιτικοί διαπλέκονται με τους επιχειρηματίες και από κοινού επιβάλλουν τη διαιώνιση της ύπαρξής τους μέσα από δομές οργανωμένου εγκλήματος, συμπαριστατούντων των καλοπληρωμένων από τον κρατικό κορβανά μεγαλοεκδοτών, μεγαλοκαναλαρχών και μεγαλο-δημοσιογραφίσκων.
Σε πολιτικό επίπεδο, τα κόμματα παραμένουν τσιφλίκια του ενός ή του άλλου ηγεμονίσκου. Οι τελευταίοι επιλέγουν στην αυλή τους τους πλέον επιρρεπείς στην ανομία και τους πλέον ασύδοτους για πλούτη, προκειμένου εύκολα να τους κρατούν υποτελείς τους και χειραγωγίσιμους συνεργούς στις προσωπικές τους παρανομίες. Ας μη γελιόμαστε. Αν πάρουμε αποστάσεις από τον έμφυτο νεοελληνικό ραγιαδισμό μας και έναν άσκοπο, ματαιόδοξο συναισθηματισμό μας, που θέλει τους εκάστοτε ηγέτες μας αδιάφθορους με διεφθαρμένους συνεργάτες, τότε η αλήθεια ξεδιπλώνεται με ευκολία εμπρός μας. Οι διεφθαρμένοι ηγέτες ηγούνται διεφθαρμένων κομμάτων. «Το ψάρι βρωμάει απ' το κεφάλι», λέει ο θυμόσοφος λαός. Και συμπληρώνω εδώ: όποιο βαρύγδουπο όνομα κι αν φέρει το ψάρι...
Την εικόνα της προχωρημένης σηψαιμίας της νεο-ελλάδας συμπληρώνει η συνένοχη κοινωνία των νεοελλήνων ψιθυριστών που βολεύονται να παρακολουθούν ανενόχλητα τη μεγάλη διαφθορά, προκειμένου να μη διαταραχθεί καθόλου η προοπτική της δικής τους προσωπικής διαφθοράς. Από τα «μαύρα» του υδραυλικού, του καθηγητή ή του γιατρού έως τους στημένους διαγωνισμούς του Δημοσίου για τους εργολάβους και τους επιχειρηματίες, η νεοελληνική κοινωνία σιωπά μπροστά στην κατρακύλα του πολιτικού συστήματος, από φόβο ότι αν τελικώς το σύστημα αλλάξει, τότε μαζί με τον πολιτικό οχετό θα συμπαρασυρθεί και ένα μεγάλο μέρος κοινωνικών αποβλήτων. Την ίδια στιγμή, η πνευματική ελίτ, απόλυτα παραδομένη κι αυτή στον νεοελληνικό υλισμό, αδυνατεί να κρατήσει το πηδάλιο μιας κάποιας εξόδου από την ολιστική μας κρίση, προτιμώντας να κρατήσει τα κεκτημένα μπροστά στον κίνδυνο να απολέσει κομμάτι τους. Και επανέρχομαι. Οι διεφθαρμένοι ηγέτες ηγούνται διεφθαρμένων κομμάτων -αντανακλαστικού καθρέπτη της διεφθαρμένης κοινωνίας που επιλέγει αυτού του είδους τη θλιβερή εκπροσώπηση.
Δεν θα μπω στη συζήτηση να αναλύσω προτάσεις που έχω καταθέσει εδώ και καιρό για την αντιμετώπιση του ζητήματος της διαφθοράς, που έχω θέσει εξαρχής στην κορυφή της προσωπικής πολιτικής μου ατζέντας και βρίσκονται συγκεντρωμένες στις πολιτικές μου παρεμβάσεις στο Διαδίκτυο. Οι λύσεις είναι γνωστές και δοκιμασμένες σε αναπτυγμένα, αλλά ακόμη και σε τριτοκοσμικά κράτη. Αλλωστε, χορτάσαμε τις αποπροσανατολιστικές συζητήσεις από διαφόρους προπαγανδιστές της πολιτικής και της ενημέρωσης. Τα παραδείγματα πολλά. Αντί να βάλουμε στη φυλακή τους πολιτικούς που παρανόμησαν, ανοίξαμε δήθεν τον διάλογο για την αλλαγή του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Αντί να ανοίξουμε τα μαύρα βιβλία των κομμάτων, προτιμήσαμε να παραστήσουμε τους κατάπληκτους για το ένα εκατομμύριο του κ. Τσουκάτου.
Το νεοελληνικό κράτος αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή περισσότερο από ποτέ ένα μεγάλο πρόβλημα. Εναποθέτει την επίλυση των μεγάλων προβλημάτων της χώρας στα χέρια εκείνων που αποτελούν τη βασική πηγή του προβλήματος. Και εκεί τους βρίσκουμε όλους: Διεφθαρμένους ηγέτες. Διαπλεκόμενους επιχειρηματίες. Εξαγορασμένα Μίντια. Ψευτόμαγκες πολίτες. Κάπως έτσι από το κράτος του μάγκα καπάτσου πολίτη που εξαπατά το κράτος φθάσαμε σήμερα να κυβερνά το κράτος το παρακράτος της μαφίας. Και αυτή η ολιστική κρίση είναι η παρακαταθήκη του σημερινού πρωθυπουργού.
«Η ιδιοτελής ελληνική κοινωνία»
Ο πολιτικός επιστήμονας Κλεομένης Κουτσούκης εισάγει τον όρο της «ιδιοτελούς κοινωνίας» γράφοντας:
«Ενώ η "κοινωνία των πολιτών" περιλαμβάνει τις ενώσεις ή τα άτομα που με τη θέλησή τους δραστηριοποιούνται για την ικανοποίηση συλλογικών αναγκών, δηλαδή υπηρετούν το συλλογικό συμφέρον της κοινωνίας, η "ιδιοτελής κοινωνία" περικλείει άτομα ή ενώσεις ατόμων, τα οποία δρουν μόνο για λογαριασμό τους, δηλαδή προκειμένου να ικανοποιήσουν προσωπικές τους ανάγκες και προσωπικά τους συμφέροντα, θέτοντας σε δεύτερη μοίρα ή αδιαφορώντας εντελώς για την κοινωνία και το συλλογικό συμφέρον. Για την επικράτηση της κοινωνίας των πολιτών παρουσιάζονται δύο κύρια εμπόδια: το πρώτο είναι το αδιάφορο ή απαθές μέρος της κοινωνίας και το δεύτερο είναι το ιδιοτελές μέρος της κοινωνίας.
Η "ιδιοτελής κοινωνία" δημιουργεί ένα κοινωνικό, οικονομικό και πολιτισμικό πλαίσιο, το οποίο κυρίως διευκολύνει τις πρακτικές διαφθοράς.
Συνήθως οι αξίες μιας ιδιοτελούς κοινωνίας βρίσκουν εύφορο έδαφος να καλλιεργηθούν, όταν το κράτος ή η κοινωνία αφήνουν ανοικτές θύρες, δηλαδή δεν έχουν ξεκαθαρίσει τις δικές τους σταθερές, αναλλοίωτες αξίες ή δεν παρεμβαίνουν για να καταστήσουν ξεκάθαρα αισθητό το ότι οι μερικότερες αξίες μιας ιδιοτελούς κοινωνίας δεν μπορούν και δεν πρέπει να βρουν εφαρμογή, δηλαδή να υπερτερήσουν των συλλογικών.
Με σκοπό το κέρδος
Οταν λ.χ. μερικοί έμποροι αποφασίσουν να κυκλοφορήσουν στην αγορά κάποιο ανθυγιεινό προϊόν με σκοπό το κέρδος, μια ιδιοτελής κοινωνία βρίσκεται υπό διαμόρφωση, δεδομένου ότι για μια τέτοια δράση ένα ολόκληρο δίκτυο ατόμων ή επιχειρήσεων ενεργοποιείται για την πραγμάτωση του σκοπού αυτού σε βάρος της ευρύτερης κοινωνίας.
Η ιδιοτελής κοινωνία χρησιμοποιεί όλες τις κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές διαδικασίες για τα δικά της αποκλειστικά συμφέροντα και όχι για τα γενικότερα της κοινωνίας. Ετσι, η ιδιοτελής κοινωνία φαίνεται ότι για το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας αποτελεί μια ανισορροπία όχι μόνο μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών συμφερόντων, μεταξύ ατομικών και κοινωνικών και μεταξύ δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, αλλά και μεταξύ παράδοσης και νεωτερικότητας.
Οι λόγοι για τους οποίους μια τέτοια ανισορροπία συμβαίνει, ποικίλλουν, όπως είναι ο ραγδαίος εκσυγχρονισμός, η έλλειψη κοινωνικής δικαιοσύνης και η ύπαρξη ανεπίλυτων κοινωνικών προβλημάτων, η πολιτική αστάθεια, το επίπεδο πολιτικής ανάπτυξης και κουλτούρας κ.ά.
Τα αισθήματα κοινωνικής απογοήτευσης αρχίζουν να γίνονται αντιληπτά από τη στιγμή που λαϊκά στοιχεία, φιλόδοξα για να κατακτήσουν νέα βιοτικά επίπεδα και να ανεβάσουν την κοινωνική τους θέση, δοκιμάζουν απογοήτευση, γιατί το κράτος με τις ατέλειές του ή η κοινωνία γενικότερα με την ανελαστικότητα των δομών και των διαδικασιών της, αποθαρρύνει την κοινωνική κινητικότητα και μειώνει τις ευκαιρίες, παρεμβάλλοντας έτσι εμπόδια στην πραγμάτωση των φιλοδοξιών τους. Τότε είναι που το άτομο αντιδρά στρέφοντας πλέον το ενδιαφέρον του σε άνομες συμμαχίες ή εντάξεις, ώστε να αντιπαρέλθει τις δυκολίες που συναντά και να επιτύχει τους στόχους του.
Η διαφθορά μπορεί να θεωρηθεί ένας μηχανισμός που χρησιμοποιείται από στοιχεία που δεν είναι σε τόσο μεγάλο βαθμό κοινωνικά προσανατολισμένα, όπως είναι τα μέλη μιας ιδιοτελούς κοινωνίας, τα οποία μετέρχονται αυτήν προκειμένου να ευτελίσουν ή να υποσκελίσουν κοινωνικές αξίες ή να αποκτήσουν προσωπικά οφέλη. Οντας λοιπόν η διαφθορά, με αυτή την έννοια, ένα αντικοινωνικό φαινόμενο, διαβρώνει τα θεμέλια της κοινωνίας, η οποία βασίζεται πάνω στην υπεροχή και την προτεραιότητα των κοινωνικών αξιών. Διαφθορά σε μια κοινωνία σημαίνει -στην πράξη- κατάπτωση των συλλογικών αξιών της συγκεκριμένης κοινωνίας. Σήμερα στην Ελλάδα πολλοί βλέπουν μια οικονομική κρίση, αφήνοντας έξω τις πολιτικές, κοινωνικές και ακόμη περισσότερο τις ηθικές πτυχές αυτής της κρίσης. Το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η ελληνική κοινωνία βιώνει ασυνήθη κρούσματα διαφθοράς και πολιτικών σκανδάλων, καθιστά απαραίτητο τον εντοπισμό και την εξέταση περισσότερο σταθερών προτύπων συμπεριφοράς, που σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με τη διαφθορά.
Ειδικότερα τα σκάνδαλα διαφθοράς που συμβαίνουν στον δημόσιο τομέα, με πρωταγωνιστές ανώτερους κρατικούς αξιωματούχους, ενισχύουν την αμοιβαία δυσπιστία μεταξύ κράτους και πολίτη, κάτι που συνοδεύει τις σχέσεις των δύο από τη σύσταση ακόμη του ελληνικού κράτους. Αυτή η δυσπιστία, που συχνά φτάνει τα όρια του κυνισμού, οδηγεί πολλές φορές στη δυσφήμιση πολλών πρωτοβουλιών, αγαθής προαίρεσης εκ μέρους του κράτους, για την προώθηση θεσμικών ή διοικητικών μεταρρυθμίσεων. Τέτοιου είδους καταστάσεις αποτελούν αντικείμενο εκμετάλλευσης από την πλευρά μιας ιδιοτελούς κοινωνίας, γιατί έτσι διαιωνίζει τις αιτιάσεις της για την εξαπάτηση, τη διαρπαγή και τον ευτελισμό των δημόσιων πραγμάτων και συλλογικών συμφερόντων, εξ' αφορμής ενός δήθεν ανάξιου και αναποτελεσματικού κράτους.
Η εμφάνιση της "ιδιοτελούς κοινωνίας" μπορεί να θεωρηθεί ένα στάδιο της πολιτισμικής αλλαγής που η Ελλάδα έχει υποστεί εξαιτίας του έντονου εκσυγχρονισμού και του γενικότερου κοινωνικοοικονομικού μετασχηματισμού της.
Καταναλωτική κουλτούρα
Μέσα απ' αυτόν τον μετασχηματισμό έκανε την εμφάνισή της μια βιομηχανική καταναλωτική κουλτούρα, η οποία έγινε αισθητή κυρίως μέσα από τη διάχυσή της από τα ανώτερα στα μεσαία και χαμηλότερα στρώματα. Η μαζική, πλέον, αυτή κουλτούρα συνεχίζει να βομβαρδίζει το νέο πεδίο που κατέκτησε με καινούργιες αξίες και σύμβολα. Αυτά σηματοδοτούν την αφετηρία για νέους τρόπους ζωής και νέα καταναλωτικά και πολιτισμικά πρότυπα. Οι σωρευμένες αυτές αλλαγές σηματοδοτούν και την εμφάνιση της ιδιοτελούς κοινωνίας σήμερα στην Ελλάδα.
Ας αναφερθούμε σε μερικά παραδείγματα: Στην "κοινωνία των αυθαιρέτων". Στην κοινωνία της παραοικονομίας που βέβαια δεν αποτελεί ξεχωριστό, μόνο για την Ελλάδα, φαινόμενο. Είναι ένα αρκετά διαδεδομένο σε παγκόσμια κλίμακα φαινόμενο, όπως άλλωστε και η διαφθορά. Ωστόσο το μέγεθός της, το οποίο κυμαίνεται μεταξύ 25% - 35% (κατ' άλλους περισσότερο) για μια μικρή κοινωνία όπως η ελληνική, είναι μάλλον εντυπωσιακό και γι' αυτό οι συνέπειές της μπορούν να θεωρηθούν περισσότερο καταστροφικές.
Τα "επαγγελματικά επιμελητήρια" επίσης τείνουν να δημιουργούν τις δικές τους ιδιοτελείς κοινωνίες, οι οποίες συχνά θέτουν τα δικά τους συμφέροντα υπεράνω του γενικού συμφέροντος.
Η ιδιοτελής κοινωνία βέβαια είναι φαινόμενο κάθε κοινωνίας. Διαφέρει μόνο ως προς την έκταση, τη δομή της και τους χώρους δράσης, ανάλογα με τις ιδιομορφίες μιας κοινωνίας. Ο τύπος αυτός της κοινωνίας προκαλεί, αναμφίβολα, μια ανισορροπία. Αν και συνήθως βλέπουμε την ανισορροπία, δεν καταφεύγουμε με την ίδια ευκολία και ετοιμότητα στην ανίχνευση και τον εντοπισμό των αιτίων που την προκαλούν, ώστε να καταπολεμήσουμε τόσο τις δυσμενείς συνέπειες όσο και τη ρίζα του κακού».
(Κλεομένης Κουτσούκης, «Παθολογία της πολιτικής. Οψεις της διαφθοράς στο νεοελληνικό κράτος»)
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε