ΠΟΤΕ ΠΙΑ ΦΑΣΙΣΜΟΣ!..
Είναι όντως μια μεγάλη νίκη της Δημοκρατίας. Και χρειαζόμαστε τέτοιες νίκες-ανάσες στους χαλεπούς καιρούς που ζούμε. Με τη στάση της η Ελλάδα δείχνει το δρόμο που πρέπει να βαδίσει και η υπόλοιπη Ευρώπη κι ο κόσμος ολόκληρος: «Ποτέ πια φασισμός»! Κι αν κρίνω από την ιδιαίτερη προβολή που επιφύλαξαν στην είδηση τα διεθνή ΜΜΕ, το μήνυμα φαίνεται ότι είχε ευρεία απήχηση.
Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι σύσσωμη η πολιτική και πολιτειακή ηγεσία της χώρας όρθωσε «τείχος δημοκρατίας» κατά της νεοναζιστικής εγκληματικής οργάνωσης. Δανείζομαι τον εύστοχο αυτό χαρακτηρισμό από το εντυπωσιακό πρωτοσέλιδο της κυριακάτικης Εφημερίδας των Συντακτών, που φιλοξένησε δηλώσεις των πολιτικών αρχηγών εν όψει της χθεσινής δικαστικής απόφασης. Κι αυτή ακριβώς είναι η συμβολική και ουσιαστική εικόνα που πρέπει να συγκρατήσουμε:
Σημαντική ωστόσο δεν είναι μόνον η πολιτική καταδίκη, την οποία άλλωστε είχε εκφράσει με την ετυμηγορία του και ο ελληνικός λαός στις τελευταίες εκλογές, αποβάλλοντας τη Χρυσή Αυγή από το κοινοβούλιο. Εξίσου σημαντική –πραγματικό ορόσημο στην πολύπλευρη και συνεχιζόμενη μάχη κατά του φασισμού- είναι και η θεσμική καταδίκη της από την ελληνική δικαιοσύνη. Διότι ναι μεν όλοι γνωρίζαμε (όπως πολύ σωστά μας υπενθυμίζει και ο σ. Λ. Αγγελής) ότι η Χρυσή Αυγή είναι μια νεοναζιστική εγκληματική οργάνωση, αλλά αυτό σε καμιά περίπτωση δεν αρκούσε. Χρειαζόμασταν και παραχρειαζόμασταν την καταδίκη της και σε θεσμικό επίπεδο από την ελληνική δικαιοσύνη. Τώρα πια είναι εγκληματική οργάνωση και με την επίσημη βούλα της δικαστικής αρχής. Με την απόφαση αυτή γυρίζουμε σελίδα και περνάμε σε άλλη φάση, ποιοτικά διαφορετική. Κανείς πια δεν μπορεί να αμφισβητεί ότι η Χρυσή Αυγή είναι μια νεοναζιστική εγκληματική οργάνωση. Ούτε ο («οροθετικός») Ανδρέας ούτε ο Μπάμπης ούτε Μάκης ούτε ο Τάκης ούτε ο Μπογδάνος ούτε ο Πορτοσάλτε ούτε ο Άδωνις. Ούτε ο Μίκης. Κανείς…
Κι ο Σαμαράς; Τι γίνεται με τον Σαμαρά; Ο Σαμαράς είναι ακροδεξιός, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι και νεοφασίστας ή νεοναζί. Έτερον εκάτερον. Είναι δε πολύ θετικό το γεγονός ότι συμμετέχει κι αυτός στο πανδημοκρατικό αντιφασιστικό μέτωπο. Θα ήταν σοβαρό πολιτικό λάθος να μην αναγνωρίσουμε το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου κάθε άλλο παρά προσπάθησε να εμποδίσει την παραπομπή της Χρυσής Αυγής στην ελληνική δικαιοσύνη (πράγμα που πολύ εύκολα θα μπορούσε να είχε κάνει). Άλλο αν αργότερα ο Σαμαράς μπήκε στον πειρασμό να την προσεγγίσει για να τη χρησιμοποιήσει, σε περίπτωση ανάγκης, σαν πολιτικό δεκανίκι της καταρρέουσας τότε Νέας Δημοκρατίας.
Το δυσάρεστο βέβαια είναι ότι μετά την ανακοίνωση της ιστορικής δικαστικής απόφασης για την ομόφωνη καταδίκη της Χρυσής Αυγής, το αρραγές πριν από την απόφαση «τείχος δημοκρατίας» άρχισε να ξεθωριάζει. Ο Μητσοτάκης κι ο Σαμαράς δηλώνουν ότι μόνον αυτοί είναι συνεπείς αντιφασίστες και ότι ο ΣΥΡΙΖΑ «δεν δικαιούται (δια) να ομιλεί», επειδή συγχρωτιζόταν με τους χρυσαυγίτες στις πλατείες των αγανακτισμένων την εποχή των μνημονίων. Κάτι παρόμοιο φαίνεται να υποστηρίζει και το ΚΚΕ, αν κρίνω από τις ανοησίες του γνωστού ταραξία των νεύρων μας στο Διάλογο: ο ΣΥΡΙΖΑ –λέει- «δεν δικαιούται (δια) να ομιλεί», επειδή σιγοντάριζε τη Χρυσή Αυγή ώστε να έχει ένα καλό εκλογικό ποσοστό της τάξεως του 8%, το οποίο διαφορετικά θα πήγαινε στη Νέα Δημοκρατία! Άρα μόνον το ΚΚΕ είναι συνεπής αντιφασιστική δύναμη, αφού η σημερινή και η προηγούμενη κυβέρνηση κανάκευαν τους χρυσαυγίτες δι’ ίδιον όφελος. Άλλοι πάλι ισχυρίζονται ότι το ΚΙΝΑΛ «δεν δικαιούται (δια) να ομιλεί», επειδή ποτέ δεν είχε εκφράσει καθαρό αντιφασιστικό λόγο. Ε λοιπόν, όχι! Όλοι «δικαιούνται (δια) να ομιλούν» όταν πρόκειται για τη θεσμική καταδίκη της φασιστικής Χρυσής Αυγής ως συμμορίας, ως εγκληματικής οργάνωσης…
Φυσικά εννοείται ότι ο αγώνας κατά του φασισμού πρέπει να συνεχιστεί με αμείωτη ένταση. Απ’ όλες τις δυνάμεις του δημοκρατικού και αντιφασιστικού τόξου. Αλλά η αντιφασιστική αυτή συμμαχία δεν σημαίνει ότι παύει η ιδεολογική και πολιτική αντιπαράθεση των κομμάτων που συμμετέχουν. Η Αριστερά θα συνεχίσει να μάχεται κατά της Δεξιάς και η Δεξιά κατά της Αριστεράς. Αυτή είναι η ουσία της δημοκρατίας.
Κατά τη γνώμη μου, το γεγονός ότι 75 χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και 46 χρόνια μετά τη δικτατορία των συνταγματαρχών συγκροτούμε πολιτικό μέτωπο κατά του φασισμού αποτελεί ντε φάκτο ιστορική οπισθοδρόμηση, πισωγύρισμα. Ιδίως για τις δυνάμεις της Αριστεράς. Ξανά μανά, μια από τα ίδια. Πάλης ξεκίνημα, νέοι αγώνες. Όχι για τον σοσιαλισμό, αλλά για την αναχαίτιση του… φασισμού!
Πού οφείλεται, αλήθεια, ο σημερινός σοβαρός κίνδυνος αναβίωσης του φασισμού; Προφανώς στην παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008, στην κατάρρευση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, στην κρίση του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού των αυτορρυθμιζόμενων αγορών (μια κρίση που στη χώρα μας προσέλαβε εκρηκτικές διαστάσεις). Η Αριστερά δεν είχε την πολιτική οξυδέρκεια να αντιληφθεί ότι ο αχαλίνωτος χρηματοοικονομικός καπιταλισμός των διεθών αγορών ήταν αυτός που επώαζε το αυγό του φιδιού. Πίστευε ότι αυτή θα καρπωθεί τα εκλογικά οφέλη της επερχόμενης μεγάλης οικονομικής κρίσης, πράγμα που δυστυχώς δεν συνέβη. Όπως έγραφα πριν από 15 ολόκληρα χρόνια (δηλαδή πολύ πριν από την παγόσμια οικονομική κρίση του 2008):
«Η αντιδημοκρατική εκτροπή και η ταχύτατη διολίσθηση προς τον ολοκληρωτισμό των ανεξέλεγκτων αγορών είναι ήδη εδώ και την βιώνουμε όλο και πιο έντονα. Βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, χωρίς όμως να έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με την ανοικτή φασιστική εκτροπή του μεσοπολέμου. Δεν έχει τη μορφή ενός φασιστικού ακροδεξιού κόμματος που καταλαμβάνει με έφοδο την εξουσία και καταλύει τους δημοκρατικούς θεσμούς. Αυτό που παρατηρείται στις μέρες μας είναι… ένας βαθμιαίος εσωτερικός εκφυλισμός όλων των δημοκρατικών κομμάτων εξουσίας και ένας έρπων εκφασισμός της καθημερινής ζωής... Αυτό, φυσικά, δεν αποκλείει πιθανή ανοικτή εκτροπή στο άμεσο ή απώτερο μέλλον […] Είναι, επομένως, επιτακτική ανάγκη να συγκροτηθεί μια όσο το δυνατόν ευρύτερη κοινωνική συμμαχία, κατά τα πρότυπα και τη λογική του πάλαι ποτέ αντιφασιστικού μετώπου […] Ευλόγως θα αναρωτηθεί κανείς ποιο μπορεί να είναι το κοινό πρόγραμμα μιας τόσο πλατειάς κοινωνικής συμμαχίας».
Προφανώς για ευνόητους λόγους το κοινό αυτό πρόγραμμα δεν θα μπορούσε να έχει ως στόχο τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Θα μπορούσε όμως να έχει προοδευτικό προσανατολισμό, δηλαδή να είναι:
«Μια σειρά διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα προσπαθήσει να αποκαταστήσει τη διαταραχθείσα ισορροπία μεταξύ οικονομίας, κράτους και κοινωνίας. Μια σειρά διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα τιθασεύσει την αγορά, θα θέσει την οικονομία υπό κοινωνικό έλεγχο και θα ξαναδώσει στην πολιτική την χαμένη πρωτοκαθεδρία της. Μια σειρά διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα οικοδομήσει μια σύγχρονη και ριζοσπαστική μικτή οικονομία, η οποία θα ανταποκρίνεται στις σημερινές δομικές συνθήκες και απαιτήσεις της παγκόσμιας οικονομίας του 21ου αιώνα».
Δυστυχώς πουθενά δεν συγκροτήθηκε ένα τέτοιο αντι-νεοφιλελεύθερο πολιτικό και κοινωνικό μέτωπο. Ίσως γιατί επικράτησε η άποψη ότι και ο νεοφιλελευθερισμός είναι κι αυτός καπιταλισμός και ότι στις προηγμένες καπιταλιστικές χώρες οι θεσμοί της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας έχουν παγιωθεί οριστικά και αμετάκλητα και δεν κινδυνεύουν. Η άποψη όμως αυτή διαψεύστηκε οικτρά από τις οδυνηρές εξελίξεις της τελευταίας δεκαετίας.
Αλλά ό,τι έγινε, έγινε. Μπροστά στον υπαρκτό κίνδυνο της αναβίωσης του φασισμού είναι καλός οιωνός που σύσσωμη η πολιτική και πολιτειακή ηγεσία της χώρας χαιρέτισε την ιστορική απόφαση του δικαστηρίου που κρίνει ότι η νεοναζιστική Χρυσή Αυγή είναι εγκληματική οργάνωση. Φυσικά ο αγώνας κατά του φασισμού και της διείσδυσης των ιδεών του στην κοινωνία και στα (ακρο)δεξιά κόμματα εξουσίας δεν τελειώνει εδώ. Πρέπει να συνεχιστεί με νέα ορμή και με αμείωτη ένταση σε ιδεολογικό και πολιτικό επίπεδο.
Γιώργος Δουράκης
Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας
Τμήμα Πολιτικών Επιστημών
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε