Με συνέπεια και Ανεξάρτητο λόγο Κινούμαστε Δυναμικά

Για ένα Απαλλαγμένο απο κομματικές εξαρτήσεις ΟΕΕ

Για την Αναβάθμιση της Οικονομικής Επιστήμης

Για Επαγελματική Αξιοπρέπεια

Ευτράπελα στους φορο-ελέγχους, ταλαιπωρία για φορολογούμενους

Μότο: Οι ελεγκτές ζήτησαν από τον φορολογούμενο να αιτιολογήσει κινήσεις της τάξης των 50 ευρώ ή 100 ευρώ πριν από 5 χρόνια
Λεζάντα: Η ΔΕΔ απέρριψε τα ευρήματα του ελέγχου θεωρώντας τα αβάσιμα και ο φορολογούμενος θα πρέπει πλέον να λάβει τα χρήματα πίσω.

Κάθε έλεγχος θα πρέπει να περνάει από τη βάσανο των ελεγκτών, καθώς μόνο έτσι θα αποδίδεται δικαιοσύνη τόσο για το Δημόσιο όσο και για τους φορολογούμενους. Σύμφωνα με το λεξικό, η λέξη "βάσανος" σημαίνει "λεπτομερής, εξαντλητική εξέταση, δοκιμασία, έλεγχος για εξακρίβωση της αλήθειας, της γνησιότητας ή της ακρίβειας". Αυτό, δηλαδή, που θα πρέπει να κάνει κάθε ελεγκτής της εφορίας.
Ωστόσο, στην προκειμένη περίπτωση, που αναλύεται παρακάτω, φαίνεται ότι οι ελεγκτές δεν αφιέρωσαν τον απαιτούμενο χρόνο για να φτάσουν σε αληθές και πραγματικό συμπέρασμα, με αποτέλεσμα ο φορολογούμενος να προσφύγει στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών. Η τελευταία, αφού εξέτασε σε βάθος την προσφυγή του φορολογούμενου, απέρριψε όχι τον προσφεύγοντα, αλλά τον έλεγχο στο σύνολό του. Οι ελεγκτικές αρχές διαπίστωσαν προσαύξηση περιουσίας, αλλά προφανώς δεν έλεγξαν σωστά τα αρχεία που τους προσκόμισε ο φορολογούμενος που δείχνουν ότι οι πιστώσεις, για τις οποίες ο έλεγχος απεφάνθη προσαύξηση περιουσίας, ήταν απλώς κινήσεις μεταξύ των λογαριασμών του. Δηλαδή από τον έναν λογαριασμό στον άλλο! Επίσης, ο έλεγχος δεν σταμάτησε στα μεγάλα ποσά, αλλά ζητήθηκε από τον φορολογούμενο να αιτιολογήσει κινήσεις της τάξης των 50 ευρώ ή 100 ευρώ (τις οποίες όσο μπορούσε τις αιτιολόγησε). Έπειτα από πέντε χρόνια, όμως, είναι δύσκολο να θυμηθεί κανείς πού δόθηκαν τα 50 ευρώ. Για αυτόν τον λόγο, άλλωστε, η ΔΕΔ καταλήγει στην απόφασή της με την εξής φράση: "Επειδή, όταν ζητείται από τον φορολογούμενο να αιτιολογήσει διερευνώμενες πιστώσεις, πρέπει, στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης, να λαμβάνονται υπ’ όψιν τόσο τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής όσο και η γενική αρχή του δικαίου, σύμφωνα με την οποία "oυδείς υποχρεούται στα αδύνατα”".

Η ιστορία ξεκινά με έλεγχο που ξεκίνησε το Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (ελέγχει φορολογούμενους με περιουσία άνω των 2 εκατ. ευρώ) σε πολίτη συνεπεία εμβασμάτων στο εξωτερικό. Μάλιστα, ο έλεγχος του καταλόγισε πρόσθετο φόρο ύψους περίπου 25.000 ευρώ.

Όπως τονίζεται στην έκθεση ελέγχου, αξιοποιήθηκαν μεταξύ άλλων στοιχεία πληροφοριών από τρίτους, καθώς και τα δεδομένα του ηλεκτρονικού αρχείου από το Ειδικό Λογισμικό Αυτοματοποιημένου Ελέγχου Προσαύξησης Περιουσίας (ΕΛΑΕΠ), στο οποίο περιλαμβάνονται οι κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών και λοιπών χρηματοοικονομικών προϊόντων του ελεγχόμενου για το χρονικό διάστημα από 1/1/2017 έως 31/12/2018.

Από την επεξεργασία των κινήσεων στους τηρούμενους τραπεζικούς λογαριασμούς του ελεγχόμενου, σε συνδυασμό με τα προσκομισθέντα από τον ελεγχόμενο στοιχεία, προέκυψε με βάση την εφορία ότι, από το σύνολο των ελεγχόμενων πιστώσεων συνολικής αξίας 224.252,04 ευρώ κατά το έτος 2017 και πιστώσεων συνολικής αξίας 206.632,97 ευρώ κατά το έτος 2018, δεν αιτιολογήθηκαν από τον ελεγχόμενο η αιτία ή πηγή προέλευσης δεκατριών πιστώσεων συνολικού ύψους 30.366,10 ευρώ έτους 2017 και εννέα πιστώσεων συνολικού ύψους 14.632,97 ευρώ αντιστοίχως, οι οποίες κρίθηκαν από τον έλεγχο ότι αποτελούν προσαύξηση περιουσίας από άγνωστη αιτία.

Ο φορολογούμενους με την ενδικοφανή προσφυγή ζητά την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, προβάλλοντας τους κάτωθι λόγους:

- Οι ελεγκτές ενημερώθηκαν ότι τα συγκεκριμένα ποσά αφορούν μεταφορά μέσω Ιnternet banking από δικό του ελληνικό τραπεζικό λογαριασμό σε δικό του ελληνικό τραπεζικό λογαριασμό, οπότε λανθασμένα τις θεώρησαν προσαύξηση περιουσίας.

- Οι ελεγκτές δεν πραγματοποίησαν την παραμικρή τεκμηρίωση περί κάλυψης ή μη των δαπανών διαβίωσης, δαπανών απόκτησης περιουσιακών στοιχείων κ.λπ. Αντίθετα, προέβησαν στον αυθαίρετο χαρακτηρισμό των συναλλαγών για το έτος 2018 ως προσαύξηση περιουσίας. Τούτο το έπραξαν έχοντας στη διάθεσή τους το σχετικό έντυπο ανάλωσης κεφαλαίων για τα έτη από 2005-2020, από το οποίο προκύπτει με σαφήνεια ότι τα ποσά των εν λόγω συναλλαγών δεν ήταν ουδόλως απαραίτητα για την κάλυψη των σχετικών δαπανών και καθώς φανερώνει ότι το έτος 2017 είχε προς ανάλωση 933.082,54 ευρώ και το έτος 2018 είχε προς ανάλωση 915.937,28 ευρώ.

Η ΔΕΔ, λοιπόν, στην απόφασή της αναφέρει ότι η προσαύξηση της περιουσίας που προκύπτει από τον έλεγχο τραπεζικών λογαριασμών πρέπει να τεκμηριώνεται επαρκώς, καθόσον αναλήψεις ή καταθέσεις μπορεί να αφορούν συναλλαγές-κινήσεις που δεν συνιστούν κατ' ανάγκη φορολογητέο εισόδημα. Επίσης, μεταφορές χρηματικών ποσών μεταξύ τραπεζικών λογαριασμών εξετάζονται και διερευνάται ο λόγος που πραγματοποιήθηκαν οι συναλλαγές μεταφοράς των ποσών αυτών αφού προσκομίσει ο φορολογούμενος τα σχετικά έγγραφα. Δηλαδή το θέμα που πρέπει να εξετάζεται δεν είναι ο χρόνος που μεσολαβεί μεταξύ ανάληψης και κατάθεσης στον ίδιο ή άλλο τραπεζικό λογαριασμό, αλλά αν τα αναληφθέντα ποσά υπερκαλύπτουν δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων ή λοιπών δαπανών, έτσι ώστε να μη δικαιολογούνται μεταγενέστερες καταθέσεις ίσου ή άλλου ποσού στον ίδιο ή άλλο λογαριασμό. Σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να αποδειχθεί και να τεκμηριωθεί από τον έλεγχο ότι οι συγκεκριμένες αναλήψεις που έγιναν από τον φορολογούμενο από έναν ή περισσότερους λογαριασμούς δαπανήθηκαν για την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων ή λοιπών δαπανών, οπότε δεν μπορεί να θεωρηθεί εφικτή η επανακατάθεση των ποσών αυτών σε ίδιους ή άλλους λογαριασμούς. Επιπλέον, ο έλεγχος κρίνει και τεκμηριώνει εάν πρόκειται ή όχι για "πρωτογενείς καταθέσεις", δηλαδή για ποσά που προέρχονται από άγνωστη ή μη διαρκή ή μη σταθερή πηγή ή αιτία και δεν προέρχονται από αναλήψεις από άλλους τραπεζικούς λογαριασμούς. Σημειώνεται ότι δεν αντίκειται στη φορολογική νομοθεσία η ανάληψη χρηματικών ποσών και η αποδεδειγμένη επανακατάθεση μέρους ή του συνόλου αυτών, ούτε προβλέπεται χρονικός περιορισμός για τη διαδικασία κίνησης χρηματικών κεφαλαίων.

Συνεπώς, οι ανωτέρω κρινόμενες πιστώσεις, οι οποίες αποτελούν μεταφερόμενα ποσά μεταξύ δικών του λογαριασμών, και όχι "πρωτογενές καταθέσεις", όπως άλλωστε προκύπτει τόσο από τα προσκομισθέντα στοιχεία όσο και από την οικεία έκθεση ελέγχου, δεν συνιστούν προσαύξηση περιουσίας από άγνωστη ή μη διαρκή αιτία και ο έλεγχος όφειλε να τεκμηριώσει με σαφήνεια και πληρότητα, ως έχων πλέον το βάρος της ανταπόδειξης, τον λόγο απόρριψης των εν λόγω πιστώσεων εκ μεταφοράς.

Ως εκ τούτου, η ΔΕΔ απέρριψε τα ευρήματα του ελέγχου θεωρώντας τα αβάσιμα και ο φορολογούμενος δικαιώθηκε, χωρίς, φυσικά, να χρειάζεται να πληρώσει τα ποσά που του καταλόγισε η εφορία.
 

 

www.capital.gr


Σχολιάστε εδώ

για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε


x

Τι θέλετε να αναζητήσετε;