Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΕ ΚΡΙΣΙΜΗ ΚΑΜΠΗ
Καθηγητής Νίκος Λέανδρος
Πρώην Αντιπρύτανης Παντείου Πανεπιστημίου
Η κατάσταση της πλειοψηφίας των πολιτών, αλλά και βασικών παραγωγικών δομών της χώρας, επιδεινώνεται σταδιακά μετά το 2010. Σύντομες περίοδοι περιορισμένης βελτίωσης και αισιοδοξίας δίνουν τη θέση τους σε νέες κρίσεις και μεγαλύτερα προβλήματα. Σήμερα βρισκόμαστε στο πρωτοφανές για χώρα της ΕΕ σημείο τα 2/3 των Ελλήνων πολιτών να δηλώνει ότι δεν μπορεί/ή με μεγάλη δυσκολία καλύπτει τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος, φυσικού αερίου και πετρελαίου. Επιπλέον, η μεγάλη αύξηση του κόστους παραγωγής που ξεκίνησε με την αποδιοργάνωση της εφοδιαστικής αλυσίδας λόγω κορονοϊού και εντάθηκε με τον πόλεμο στην Ουκρανία πλήττει θανάσιμα τις έτσι κι αλλιώς αδύναμες παραγωγικές δομές της ελληνικής οικονομίας και τις μικρο-μεσαίες επιχειρήσεις.
Το κρίσιμο ερώτημα που πρέπει να θέσουμε στο σημείο αυτό είναι αν η επιδείνωση της κατάστασης είναι προσωρινή λόγω πανδημίας και πολέμου ή συνδέεται και με μονιμότερες αλλαγές που επιταχύνθηκαν από τις έκτακτες συνθήκες που επικρατούν τελευταία. Ασφαλώς υπάρχουν γεγονότα και εξελίξεις με προσωρινό αποτύπωμα. Όμως ταυτόχρονα συντελούνται με ταχύτητα μονιμότερες αλλαγές στο διεθνή καταμερισμό εργασίας που ενισχύθηκαν από τις συνέπειες της πανδημίας και του πολέμου. Οι αλλαγές αυτές συνδέονται με τη μερική αντιστροφή της παγκοσμιοποίησης που προκαλεί η σύγκρουση ΗΠΑ με Κίνα και Ρωσία, την «πράσινη μετάβαση» λόγω κλιματικής αλλαγής και ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις όπως η τεχνητή νοημοσύνη, το διαδίκτυο των πραγμάτων, τα κρυπτονομίσματα κλπ που οδηγούν σε μια νέα τάξη πραγμάτων διεθνώς.
Και η Ελλάδα ; Πώς πορεύεται εν μέσω μετασχηματισμών τέτοιας σημασίας που δημιουργούν μεγάλα κόστη για νοικοκυριά και επιχειρήσεις αλλά και ευκαιρίες αξιοποίησης των νέων συνθηκών; Η μακρόχρονη ιστορική εμπειρία δείχνει ότι τα μοντέλα ανάπτυξης των χωρών καθορίζονται από την αλληλεπίδραση μεταξύ πολιτικών και οικονομικών θεσμών με την πολιτική να διαδραματίζει κυρίαρχο ρόλο στη διαμόρφωση και στον τρόπο λειτουργίας τους. Όπως τονίζουν οι Acemoglu και Robinson «οι υφιστάμενοι πολιτικοί και οικονομικοί θεσμοί, οι οποίοι άλλοτε διαμορφώνονται από μια μακροχρόνια διαδικασία θεσμικών τροποποιήσεων και άλλοτε απορρέουν από τις διαφορετικές αντιδράσεις σε προγενέστερες κρίσιμες καμπές, είναι το αμόνι πάνω στο οποίο σφυρηλατούνται οι μελλοντικές αλλαγές».
Το ελληνικό μοντέλο χαρακτηρίζεται δυστυχώς από κλειστούς οικονομικούς και πολιτικούς θεσμούς που έχουν οδηγήσει σε οξύτατα δομικά προβλήματα (υπερχρέωση, κακή λειτουργία της δημόσιας διοίκησης και της δικαιοσύνης, υπερφορολόγηση, χαμηλή παραγωγικότητα, ολιγοπώλια, πελατειακές σχέσεις, θεσμική ρευστότητα, παραγωγική υποβάθμιση κλπ). Υπ’ αυτές τις συνθήκες, οι ευκαιρίες σε πολύ μικρό βαθμό μπορούν να αξιοποιηθούν και απομένουν κυρίως τα κόστη της «πράσινης» και ψηφιακής μετάβασης και των αλλεπάλληλων κρίσεων που καλούνται να αντιμετωπίσουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις που όμως διαθέτουν όλο και μικρότερες αντοχές. Η αντιμετώπιση των προβλημάτων είναι κυρίως επικοινωνιακή και αποσκοπεί στην αντιμετώπιση επειγουσών αναγκών χωρίς να υπάρχει όραμα και μακροχρόνιος σχεδιασμός.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ ο δείκτης τιμών παραγωγού στη βιομηχανία αυξήθηκε 33,6% τον τελευταίο χρόνο γεγονός που θα οδηγήσει σε νέο πληθωριστικό κύμα και θα αποσυνθέσει περαιτέρω τον παραγωγικό ιστό ελάχιστα γίνονται για τη μείωση των τιμών. Ως αποτέλεσμα, ο ΔΤΚ τον Απρίλιο ανήλθε σε 10,2% στην Ελλάδα, έναντι 7,5% στην ΕΕ, γεγονός που μειώνει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών περιορίζοντας ταυτόχρονα το διαθέσιμο εισόδημα και τη ζήτηση από την οποία εξαρτάται η επιβίωση της πλειοψηφίας των μικρο-μεσαίων επιχειρήσεων. Η απόσταση δε που μας χωρίζει από τον Κοινοτικό μέσο όρο τείνει να διευρυνθεί καθώς το Ιανουάριο 2021 τα αντίστοιχα ποσοστά Πληθωρισμού ήταν 6,2% και 5,1%.
Είναι σαφές ότι τα προβλήματα που εμφανίστηκαν στην παγκόσμια και ευρωπαϊκή οικονομία, όπως η άνοδος των τιμών στην ενέργεια, ο πληθωρισμός και η πρωτοφανής διόγκωση των ανισοτήτων, πλήττουν τη χώρα μας και την πλειοψηφία του ελληνικού λαού με πολύ μεγαλύτερη ένταση. Αυτό οφείλεται κυρίως στα δομικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας και στην αδυναμία της σημερινής, αλλά και προηγούμενων κυβερνήσεων, να τα αντιμετωπίσουν και να διαμορφώσουν ένα νέο όραμα για τη χώρα και μια στρατηγική βιώσιμης ανάπτυξης.
Προφανώς, μέτρα άμεσης απόδοσης για τον περιορισμό των συνεπειών που έχει η άνοδος του ενεργειακού κόστους και του πληθωρισμού, όπως και για τη στήριξη του οικογενειακού εισοδήματος, της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και της προώθησης της κοινωνικής συνοχής είναι αναγκαία. Για παράδειγμα, η επιβολή πλαφόν στην τιμή της ενέργειας και η μείωση των φόρων σε τρόφιμα και πετρέλαιο. Όμως, τα μέτρα άμεσης απόδοσης θα πρέπει να συνοδεύονται από ένα πρόγραμμα ριζοσπαστικών τομών και ρήξεων για την ενίσχυση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων, την ανάπτυξη των εγχώριων πηγών ενέργειας και την ενίσχυση της δημιουργικότητας με τη διαμόρφωση περισσότερο ανοικτών οικονομικών και πολιτικών θεσμών. Μόνο έτσι η χώρα θα αποφύγει νέες περιπέτειες και την περαιτέρω υποβάθμισή της στο διεθνή καταμερισμό εργασίας.
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε