Στα ύψη φτώχεια, ανισότητα και υλική στέρηση.
Τις καταστροφικές επιπτώσεις των οικονομικών πολιτικών της υπερδεκαετούς κρίσης και την απώλεια δυνατότητας κάλυψης στοιχειωδών υποχρεώσεων για τα πιο ευάλωτα στρώματα του πληθυσμού και όχι μόνο αποδεικνύει η έρευνα εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης των νοικοκυριών από την ΕΛΣΤΑΤ, αναδεικνύοντας την ανάγκη επαναπροσδιορισμού των κοινωνικών στρατηγικών προς όφελος των πολλών.
Σύμφωνα με τα αποκαλυπτικά στοιχεία, τη δεκαετία 2015-2024 η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά δεύτερη από το τέλος ανάμεσα σε 15 ευρωπαϊκές χώρες για τον δείκτη του κινδύνου φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού και μέσα στην εξάδα με την πιο άνιση κατανομή εισοδήματος. Και στις δύο λίστες η χώρα μας έπεσε κατά μία θέση τα τελευταία δύο χρόνια διαψεύδοντας το αφήγημα για τη θετική επενέργεια των αυξήσεων του κατώτατου μισθού από το 2022.
Σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό το 26,9% του γενικού πληθυσμού, ήτοι 2.740.051 πολίτες -81.488 περισσότεροι από το 2023-, με τα υψηλότερα ποσοστά να παρατηρούνται στη Βόρεια και την Κεντρική Ελλάδα, εξαιτίας των αυξήσεων των δύο επιμέρους δεικτών: αύξηση του ποσοστού κινδύνου φτώχειας, σε 19,6% από 18,9%, και της υλικής και κοινωνικής στέρησης σε 14,0% το 2024 από 13,5%.
Η σταθερή ψαλίδα, πάνω από 5,2%, ανάμεσα στο πλουσιότερο 20% και το φτωχότερο 20% του πληθυσμού (μειώθηκε οριακά κατά 0,01) αντικατοπτρίζει την εδραίωση της ανισότητας. Το υψηλότερο ετήσιο ατομικό εισόδημα του πληθυσμού, το οποίο κατέχει 10,3% του εθνικού διαθέσιμου εισοδήματος, διαμορφώνεται σε 7.476 ευρώ, ενώ το χαμηλότερο εισόδημα του πληθυσμού, το οποίο κατέχει το 45,6% του εθνικού διαθέσιμου, ανέρχεται στα 14.705 ευρώ.
Οι άνεργοι
Οπως είναι αναμενόμενο, ο κίνδυνος φτώχειας αυξάνεται στο 20,6% για τους part-time εργαζομένους (στο 9,8% για τους εργαζομένους με πλήρη απασχόληση) και στο 32,2% για όσους μένουν στο νοίκι, ενώ εκτοξεύεται στο 43,7% για τους ενήλικες με τουλάχιστον ένα εξαρτώμενο παιδί και στο 49,2% για τους ανέργους, με σημαντική διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών (61,0% και 40,7% αντίστοιχα).
Τα αποκαρδιωτικά δεδομένα για τις μικρότερες ηλικιακές ομάδες δείχνουν πως ο κίνδυνος φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού παραμένει υψηλότερος (27,9%) στην περίπτωση των παιδιών 17 ετών και κάτω, αφού ο δείκτης υπέστη μικρή μείωση.
Δυσκολίες
Η οικονομική δυσπραγία επιδρά αρνητικά σε κρίσιμης σημασίας ανάγκες σε ευρύτερα στρώματα επαληθεύοντας τη σοβαρή υποβάθμιση στην ποιότητα ζωής. Συγκεκριμένα, το 81,9% του φτωχού πληθυσμού και το 34,6% του μη φτωχού δηλώνουν οικονομική δυσκολία να καλύψουν έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες, ύψους περίπου 480 ευρώ, με σχεδόν 3 στους 10 του γενικού πληθυσμού να επιβαρύνονται από το κόστος στέγασης.
● To 32,0% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω δήλωσε ότι υπήρξε περίπτωση, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, που πραγματικά χρειάστηκε οδοντιατρική εξέταση ή θεραπεία για πρόβλημα υγείας.
● Tο 34,9% δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να ξοδεύει χρήματα για τον εαυτό του ή για κάποιο χόμπι.
● Το 26,9% δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να συμμετέχει τακτικά σε δραστηριότητες αναψυχής, όπως αθλητισμός, σινεμά κ.λπ.
Ακόμα πιο δραματικές οι συνέπειες για τους πένητες: το 77% αναφέρει μεγάλη δυσκολία στην αντιμετώπιση των συνήθων αναγκών του, το 88,9% επιβαρύνεται από το κόστος στέγασης, το 56,1% δυσκολεύεται να πληρώσει εγκαίρως τους λογαριασμούς, το 43,6% αδυνατεί να έχει ικανοποιητική θέρμανση, το 74,8% δηλώνει αδυναμία πληρωμής μίας εβδομάδας διακοπών.
Συνταξιούχοι
Τέλος, η έρευνα διαπίστωσε πως οι συντάξεις συμβάλλουν στη μείωση του ποσοστού του κινδύνου φτώχειας κατά 21,5% και τα επιδόματα κατά 3,9%.
■ Το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 6.510 ευρώ ετησίως για μονοπρόσωπο νοικοκυριό και σε 13.671 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών.
www.efsyn.gr
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε