Αθήνα, 26 Νοεμβρίου 2009
ΑΡΘΡΟ
ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΣΤΟ ΕΝΘΕΤΟ «THEECONOMIST» ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»
Η επόμενη μέρα της οικονομικής κρίσης για την Ελλάδα
Η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση που κορυφώθηκε το 2008 οδήγησε σε πρωτόγνωρη οικονομική ύφεση την παγκόσμια οικονομία. Σήμερα, όλοι οι διεθνείς οργανισμοί υποστηρίζουν ότι υπάρχουν ενδείξεις ανάκαμψης, όμως δειλές και σε μεγάλο βαθμό ακόμη αβέβαιες.
Η κρίση αυτή αφήνει πίσω της πολλές οικονομίες βαθιά τραυματισμένες λόγω των επιπτώσεων στο εισόδημα, στην απασχόληση, στην ανάπτυξη και στην κοινωνική συνοχή, αλλά και εξαιτίας της ανασφάλειας που δημιούργησε η μεγάλη αποκάλυψη των κινδύνων από την απουσία ρύθμισης και εποπτείας στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό και οικονομικό σύστημα.
Σε πολλές χώρες υπήρξε μεγάλη απώλεια εισοδημάτων και θέσεων απασχόλησης που έπληξαν κυρίως τα χαμηλά και τα μεσαία εισοδήματα, επιδεινώθηκαν τα δημόσια οικονομικά. Πολλές χώρες αναγκάστηκαν να καταφύγουν σε πρωτόγνωρο δανεισμό, απορροφώντας επιπλέον ρευστότητα από την αγορά που επιδεινώνει την κατάσταση στην πραγματική οικονομία.
Η σημερινή κατάσταση
Οι ιδιαίτερες επιπτώσεις της κρίσης σε κάθε χώρα είναι τόσο διαφορετικές όσο και οι ίδιες οι χώρες, οι οικονομίες και οι πολιτικές που ακολουθούνται. Σε κάθε περίπτωση, για την επόμενη μέρα, όποτε και αν αυτή θα έρθει, το μεγάλο στοίχημα για κάθε χώρα και για κάθε κυβέρνηση είναι η νέα κατάσταση που θα έχει διαμορφωθεί να οδηγήσει σε καλύτερη τροχιά από την προηγούμενη. Το ζητούμενο από σήμερα είναι πρώτα από όλα να επουλωθούν οι πληγές της οικονομίας, όμως μεγάλο μέρος της επιτυχίας κάθε χώρας θα κριθεί και στην προσπάθεια για την αποκατάσταση της κοινωνικής ισορροπίας και της κοινωνικής συνοχής, στη διόρθωση των αδικιών που οδήγησε η βίαιη αναδιανομή εισοδημάτων πριν και ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Παρά τις τελείως διαφορετικές εγχώριες συνθήκες αυτό είναι και το μεγάλο στοίχημα για την Ελλάδα. Στα χρόνια που προηγήθηκαν της κρίσης η Ελλάδα εξάντλησε τη δυναμική που είχε προκαλέσει η προ-ολυμπιακή περίοδος, εξάντλησε τις γνωστές παραδοσιακές πηγές στήριξης των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης όπως η οικοδομή, δεν επένδυσε στην ανάπτυξη, στην ανταγωνιστικότητα και στην εξωστρέφεια της οικονομίας, ούτε και στην αποτελεσματικότερη λειτουργία του κράτους. Οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης κάτω από τους οποίους μπορούσαν να αποκρύπτονται διαρθρωτικά προβλήματα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα εξαντλήθηκαν. Επιπλέον, λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης εξαντλήθηκαν οι δυνατότητες χορήγησης ρευστότητας στην οικονομία μέσω του δανεισμού που τα τελευταία χρόνια είχε καθοριστική συμβολή στη διατήρηση των ρυθμών ανάπτυξης.
Η ιδιαίτερη περίπτωση της Ελλάδας
Η Ελλάδα βίωσε με πολύ διαφορετικό τρόπο την κατάρρευση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος και την κρίση στον πραγματικό τομέα της οικονομίας που την ακολούθησε. Το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα και το χρηματοπιστωτικό εν γένει δεν είχε τον ίδιο βαθμό έκθεσης σε αυτές τις αγορές και εκείνα τα προϊόντα που οδήγησαν στην κατάρρευση μεγάλων χρηματοπιστωτικών ομίλων σε άλλες χώρες.
Έτσι, η οικονομία βιώνει σήμερα – με καθυστέρηση – τις επιπτώσεις της κρίσης στην πραγματική οικονομία. Η διεθνής πτώση του εμπορίου επηρεάζει σημαντικά τις εισπράξεις στην ναυτιλία, η μείωση του τουρισμού οδήγησε σε σημαντική πτώση των εισπράξεων από τον τομέα αυτό. Η έλλειψη ρευστότητας, η πραγματική πτώση της δραστηριότητας και η μείωση των προσδοκιών οδήγησαν την οικονομία σε επιβράδυνση και ύφεση πολύ μεγαλύτερη από αυτή που αναμενόταν.
Μέσα σε αυτό το πολύ δυσμενέστερο οικονομικό περιβάλλον η Ελλάδα πρέπει να λύσει ένα διπλό – σε μεγάλο βαθμό διαχρονικό – πρόβλημα που διογκώθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Συγκεκριμένα, να ελέγξει και να μειώσει το πολύ μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα και το πολύ μεγάλο εξωτερικό έλλειμμα, που και τα δύο τροφοδοτούν και τροφοδοτούνται από τη διόγκωση του δημόσιου και του ιδιωτικού χρέους.
Η διέξοδος
Η επίτευξη αυτού του στόχου και μάλιστα μεσοπρόθεσμα είναι πολύ δύσκολη, αλλά όχι αδύνατη. Με πολύ απλά λόγια αυτό που απαιτείται είναι η ύπαρξη ενός καλύτερου δημόσιου τομέα και ενός καλύτερου ιδιωτικού τομέα. Καλύτεροι με την έννοια ότι και οι δύο θα δουλεύουν αποτελεσματικά για την οικονομία και όχι σε βάρος της χώρας, των μελλοντικών γενιών και του συμφέροντος πολιτών.
Ο μόνος ενδεδειγμένος δρόμος για να συμβεί αυτό είναι η άμεση εφαρμογή ενός σοβαρού, οργανωμένου και συνεκτικού προγράμματος διαρθρωτικών παρεμβάσεων και αλλαγών και στον δημόσιο τομέα και στην οικονομία συνολικά. Για να μειωθεί το δημοσιονομικό έλλειμμα και να ελεγχθεί το δημόσιο χρέος, πρέπει να γίνουν παρεμβάσεις που να διορθώνουν σοβαρές αναποτελεσματικότητες και στα δύο σκέλη του προϋπολογισμού, δηλ. και στις δαπάνες και στα έσοδα. Χρειάζεται ένα νέο φορολογικό πλαίσιο για την ενίσχυση των εσόδων με δίκαιο τρόπο και ένα νέο πλαίσιο ελέγχου και κατάρτισης του προϋπολογισμού για την περιστολή της σπατάλης και την αναδιάταξη των δαπανών ώστε να καταστεί εφικτή η χρηματοδότηση δράσεων που συμβάλλουν στην αναδιανομή του εισοδήματος, ενισχύοντας ταυτόχρονα την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη.
Επιπλέον, εντός του δημόσιου τομέα είναι αναγκαίες συγκεκριμένες διαρθρωτικές παρεμβάσεις με στόχο την ενίσχυση της διαφάνειας και της αξιοπιστίας σε τρεις τομείς. Στα στατιστικά που παρουσιάζονται, στα δημοσιονομικά δεδομένα και στον ίδιο τον προϋπολογισμό και τέλος στην αξιοπιστία των πολιτικών, ιδιαίτερα αυτών που έχουν πιο μακροχρόνιο ορίζοντα απόδοσης. Η αξιοπιστία σε αυτούς τους τομείς είναι σαφώς αναγκαία για τη διεθνή παρουσία της χώρας, είναι όμως ακόμη πιο αναγκαία για την ίδια την αποτελεσματικότητα της πολιτικής στο εσωτερικό, τόσο μέσα από τη δυνατότητα καλύτερη αξιολόγησης όσο και μέσω του καλύτερου ελέγχου της κοινωνίας και τους πολίτες.
Έξω από τον αυστηρά δημόσιο τομέα υπάρχει ανάγκη για τομές και αλλαγές που θα οδηγήσουν σε ενίσχυση του ανταγωνισμού, στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, στην προσέλκυση νέων επενδύσεων εγχώριων και ξένων σε νέους τομείς ή σε τομείς που αποτελούν συγκριτικό πλεονέκτημα για την χώρα. Η βελτίωση στο εξωτερικό ισοζύγιο μπορεί να επέλθει από την βελτίωση της δημοσιονομικής κατάστασης, αλλά βιώσιμη βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικής θέσης της χώρας μπορεί να έρθει μόνο μέσα από την πραγματική αναδιάρθρωση του παραγωγικού μοντέλου της Ελληνικής οικονομίας, την επένδυση σε προϊόντα αξίας και στην αύξηση των εξαγωγών σε ανταγωνιστικούς τομείς.
Η διεθνής κρίση είναι σίγουρα μια απειλή για όλες τις χώρες, όμως για χώρες όπως είναι η Ελλάδα, μπορεί να αποτελέσει και μια μοναδική ευκαιρία για την επιτάχυνση εκείνων των αλλαγών στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα που θα οδηγήσουν σε μια διατηρήσιμη ανάπτυξη, αλλά και στην κατάκτηση μιας καλύτερης θέσης στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον.
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε