Το Πεντάγωνο υπερθεμάτιζε, τα γιαπωνέζικα «γεράκια» πίεζαν
Το πυρηνικό δίλημμα του προέδρου Ομπάμα
Του SELIG S. HARRISON*
Το άρθρο αυτό είχε γραφτεί για τη «Le Monde diplomatique» πριν ο πρόεδρος Ομπάμα ανακοινώσει το νέο πυρηνικό δόγμα των ΗΠΑ, την 1η Απριλίου 2010. Παρά την αλλαγή των δεδομένων, όμως, εξακολουθεί να είναι επίκαιρο, κυρίως διότι περιγράφει γλαφυρά πώς τα διάφορα λόμπι επηρέασαν καθοριστικά τη μετατόπιση του αμερικανού προέδρου από τις αρχικές απόψεις του υπέρ του πυρηνικού αφοπλισμού στην αποδοχή των προτάσεων του στρατιωτικο-βιομηχανικού κατεστημένου.
Μερικές ωραίες φράσεις του προέδρου Ομπάμα ήταν αρκετές για να του απονεμηθεί το Νόμπελ της ειρήνης και για να πάρει διπλό «χρίσμα», του ήρωα των ακτιβιστών του αφοπλισμού και, συγχρόνως, του μαύρου πρόβατου των φανατικών της πυρηνικής ενέργειας. Οι τελευταίοι δεν εξεπλάγησαν όταν υποσχέθηκε την ανανέωση και την επέκταση των συμφωνιών με τη Ρωσία για τον έλεγχο των πυρηνικών όπλων, γνωστών με την επωνυμία Συνθήκη για τη Μείωση των Στρατηγικών Οπλων (Strategic Arms Reduction treaty - START)(1), που προβλέπουν την περιορισμένη μείωση των οπλοστασίων των δύο χωρών(2).
Ομως, οι πιστοί του ανησύχησαν όταν διακήρυξε στην Πράγα, στις 5 Απριλίου 2009: «Θα μειώσουμε τον ρόλο των πυρηνικών όπλων στη στρατηγική της εθνικής μας άμυνας». Εύλογα θορυβήθηκαν, εξάλλου, καθώς ο πρόεδρος είχε μόλις αποδεχθεί την επίσημη κριτική ανάλυση του ρόλου των πυρηνικών στην αμερικανική στρατηγική ασφάλειας (Nuclear Posture Review, NPR), η οποία συντάσσεται κάθε φορά που αναλαμβάνει καθήκοντα νέα κυβέρνηση.
Οταν επανέλαβε τη δήλωση αυτή, σχεδόν κατά λέξη, στην ομιλία του της 23ης Σεπτεμβρίου 2009, στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, οι υποστηρικτές του εκδήλωσαν τους φόβους τους σχετικά με μια σειρά από καίρια ζητήματα:
* Με το νέο δόγμα παραιτούνται οι ΗΠΑ από την προσφυγή στη χρήση πυρηνικών όπλων χωρίς να έχουν προηγουμένως δεχθεί πυρηνική επίθεση, όπως έχουν ήδη πράξει η Κίνα και η Ινδία και όπως είχε υποσχεθεί η κυβέρνηση Κλίντον στην αμφιλεγόμενη συμφωνία του 1994 με τη Βόρεια Κορέα, που ακύρωσε η κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους;
* Σε περίπτωση που οι ΗΠΑ υποστούν βιολογική ή χημική επίθεση, θα αποκλείσουν το ενδεχόμενο απάντησης με πυρηνικό χτύπημα;
* Ο πρόεδρος Ομπάμα θα δεχθεί να αποσύρει από το γερμανικό έδαφος, όπως του ζήτησε πρόσφατα το Βερολίνο, σε διάστημα τεσσάρων ετών, τα αμερικανικά πυρηνικά όπλα υπό νατοϊκό έλεγχο; Και θα κάνει το ίδιο με τα υπόλοιπα τακτικά πυρηνικά όπλα που είναι εγκατεστημένα στην Ευρώπη;
* Και, το πιο σημαντικό για τις πολεμικές βιομηχανίες, θα μειώσει τον αριθμό των βομβαρδιστικών που φέρουν πυρηνικές κεφαλές, των υποβρυχίων με εκτοξευτές πυραύλων Τρίντεντ και των βαλλιστικών διηπειρωτικών πυραύλων;
Η στρατηγική των ΗΠΑ
Η επιτροπή του βραβείου Νόμπελ αιτιολόγησε την απόφασή της επισημαίνοντας ότι «έδωσε έμφαση στο όραμα και στη δράση του προέδρου Ομπάμα υπέρ ενός κόσμου χωρίς πυρηνικά». Ομως, από τις συζητήσεις με δημόσιους λειτουργούς και συμβούλους που είχαν εμπλακεί στη σύνταξη του NRP προκύπτει ότι ο πρόεδρος θα ικανοποιήσει οπωσδήποτε τους «πιστούς» του Πενταγώνου. Κι αυτό, παρά τις σκληρές μάχες που δόθηκαν μέχρι την τελευταία στιγμή στο πλαίσιο της κυβέρνησης και οι οποίες επηρεάζουν ευθέως την αμερικανική θέση στις διαπραγματεύσεις με τη Μόσχα για τη Συμφωνία START.
Είναι πλέον δεδομένο ότι ο ρόλος των πυρηνικών όπλων στην αμερικανική αμυντική στρατηγική δεν θα υποβαθμιστεί αρκετά.
Στη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, οι ΗΠΑ είχαν διακηρύξει το δικαίωμά τους να προβούν σε χρήση πυρηνικών όπλων σε περίπτωση που θα δέχονταν επίθεση με συμβατικά όπλα. Την εποχή εκείνη το σοβιετικό μπλοκ διέθετε στην Ευρώπη συντριπτική υπεροπλία σε αριθμό ανδρών και δύναμη πυρός και το ΝΑΤΟ εξέταζε ακόμα και το ενδεχόμενο μιας σαρωτικής προέλασης του εχθρού σε περίπτωση ένοπλης σύρραξης. Ανάλογη ήταν και η επιχειρηματολογία που χρησιμοποιήθηκε για να δικαιολογήσει το ενδεχόμενο πρώτου πυρηνικού χτυπήματος κατά της Βόρειας Κορέας.
Αξίζει, όμως, να θυμηθούμε το επιχείρημα του πρώην υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας, Γιόσκα Φίσερ: «Δεν υπάρχει θωρακισμένη μεραρχία, η οποία θα μπορούσε να διαβεί τα σύνορά μας σε λιγότερο από σαράντα οκτώ ώρες. Η πολιτική της χρήσης του πρώτου πυρηνικού χτυπήματος αφορούσε μια κατάσταση που έχει αλλάξει ριζικά»(3). Σε ό,τι αφορά, δε, τη Βόρεια Κορέα, ο χθεσινός επιβλητικός στρατός της δεν μπορεί πια να συγκριθεί με τις ένοπλες δυνάμεις της Νότιας Κορέας, που έχουν εξελιχθεί χάρη στην αμερικανική βοήθεια.
Η συνθήκη του '68
Οι προτάσεις για εγκατάλειψη της πολιτικής του πρώτου πυρηνικού χτυπήματος συχνά απορρίπτονται ως αφελή όνειρα κάποιων καλόπιστων που δεν καταλαβαίνουν τη σκληρή πραγματικότητα της διεθνούς πολιτικής. Αλλά η υποστήριξη του αντιθέτου δεν δείχνει περισσότερο ρεαλιστική. «Αν δούμε σοβαρά τη μη εξάπλωση των πυρηνικών, οι υπάρχουσες πυρηνικές δυνάμεις πρέπει να δημιουργήσουν ένα κλίμα αφοπλισμού ικανό να εμποδίσει τις προσδοκίες άλλων χωρών να αποκτήσουν πυρηνικά όπλα» παρατηρεί ο Γιόσκα Φίσερ.
Το άρθρο 6 της Συνθήκης Μη Εξάπλωσης των Πυρηνικών Οπλων (ΤΝΡ), που υπεγράφη το 1968, προέβλεπε τη μείωση των υπαρχόντων οπλοστασίων (ιδίως αυτών των μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ) ως αντάλλαγμα για τη μη απόκτηση πυρηνικών όπλων από μεριάς των άλλων δυνάμεων. Αλλά ο μηδενικός ρυθμός μείωσης των οπλοστασίων που αναφέρονται στη συνθήκη και η απειλή του πρώτου πυρηνικού χτυπήματος ενδέχεται να έχουν ως αποτέλεσμα να θεωρήσουν τα υπόλοιπα κράτη ότι δεν δεσμεύονται πλέον από τη συνθήκη.
Ενα στέλεχος του Πενταγώνου δηλώνει, για παράδειγμα, ότι «τα πυρηνικά όπλα πρέπει να αποτρέπουν και να συνιστούν απάντηση σε περίπτωση που οι ΗΠΑ ή οι σύμμαχοί τους δεχθούν επίθεση με όπλα μαζικής καταστροφής», βάζοντας έτσι στο ίδιο τσουβάλι τα χημικά, τα βιολογικά και τα πυρηνικά όπλα. Από την πλευρά του, ο Λευκός Οίκος αναζητεί μια διατύπωση αρκετά αμφιλεγόμενη, η οποία θα υπονοεί μεν τη μείωση του ρόλου των πυρηνικών όπλων, όπως είχε υποσχεθεί ο πρόεδρος στην Πράγα, θα αφήνει ανοιχτό δε το ενδεχόμενο της χρήσης τους. Μερικοί έχουν προτείνει να γραφεί ότι μοναδικός σκοπός της ύπαρξης πυρηνικών όπλων είναι η άσκηση αντιποίνων σε περίπτωση χρήσης τους από άλλες χώρες εναντίον των ΗΠΑ ή των συμμάχων τους. Η επιλογή του όρου «αντίποινα» ισοδυναμεί με σαφή περιορισμό της δράσης σε μια απάντηση.
Πολλές συμβιβαστικές λύσεις έχουν προταθεί: το δικαίωμα χρήσης πυρηνικών όπλων σε απάντηση μιας επίθεσης με συμβατικά ή χημικά όπλα από μια δύναμη η οποία παραβιάζει την ΤΝΡ, όπως η Βόρεια Κορέα, η αντικατάσταση του όρου «άσκηση αντιποίνων» με τον όρο «απάντηση σε», έκφραση που εμπεριέχει και το ενδεχόμενο της επίθεσης σε περίπτωση που ανακαλύπτονται προετοιμασίες επίθεσης από τον εχθρό.
Μετά την ομιλία Ομπάμα στην Πράγα, μια αντιπροσωπεία από «γεράκια» με επιρροή στο ιαπωνικό υπουργείο Αμυνας ανέλαβε την άσκηση πιέσεων στην αμερικανική κυβέρνηση και στο Κογκρέσο. Προειδοποίησαν ότι το Τόκιο θα ανέπτυσσε τα δικά του πυρηνικά όπλα αν οι ΗΠΑ απέκλειαν το ενδεχόμενο πρώτου πυρηνικού χτυπήματος κατά της Κίνας ή της Βόρειας Κορέας ή αν δεν ανέπτυσσαν όσες πυρηνικές δυνάμεις θεωρεί επαρκείς το Τόκιο.
Η αντιπροσωπεία ζήτησε να συνεχιστεί η ανάπτυξη των πυραύλων Τόμαχοουκ, εξοπλισμένων με πυρηνικές κεφαλές. Οι πύραυλοι αυτοί προβλέπεται να αποσυρθούν από το 2013. Το αμερικανικό ναυτικό θεωρεί επαρκή την αποτελεσματικότητα των πυρηνικών υποβρυχίων, τα οποία είναι εξοπλισμένα με πυραύλους Τρίντεντ, και των βομβαρδιστικών μακράς ακτίνας δράσης που έχουν αποστολή την προστασία του Τόκιο. Οκτώ από αυτά τα υποβρύχια περιπολούν διαρκώς στον βόρειο Ειρηνικό, σε απόσταση βολής από προκαθορισμένους στόχους. Τα επτά από αυτά είναι μονίμως σε κατάσταση κόκκινου συναγερμού, με προβλεπόμενο χρόνο απάντησης δώδεκα λεπτά.
Οι «πιστοί» του Τόκιο
Τόσο οι «πραγματικοί πιστοί» του Πενταγώνου όσο και τα γεράκια του Τόκιο επιθυμούν η πυρηνική ομπρέλα να βασίζεται στην αρχή της «διευρυμένης αποτροπής», η οποία συνίσταται στην πυρηνική απάντηση σε κάθε μορφή επίθεσης, πυρηνική, χημική, βιολογική, ακόμα και συμβατική. Το δόγμα αυτό απαιτεί σκληρή στάση έναντι της Κίνας και της Βόρειας Κορέας, την οποία υπερασπίζεται το Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα (ΦΔΚ) που κυβέρνησε την Ιαπωνία τις πέντε τελευταίες δεκαετίες.
Η πολιτική αλλαγή του Αυγούστου 2009 αλλάζει τα δεδομένα, διότι το Δημοκρατικό Κόμμα μάλλον συμμερίζεται τις απόψεις που εξέφρασε ο πρόεδρος Ομπάμα στην Πράγα. Ο ιάπωνας υπουργός Εξωτερικών, Οκάντα Κατσούγια, εξέφρασε πολλές φορές αυτήν την υποστήριξη. Κατά την παρουσίαση της κυβέρνησης, στις 16 Σεπτεμβρίου 2009, διερωτήθηκε «αν οι χώρες που διακηρύσσουν την επιθυμία τους να χρησιμοποιήσουν πρώτες πυρηνικά όπλα έχουν ακόμα το δικαίωμα να μιλούν για μη εξάπλωση των πυρηνικών όπλων». Στις 16 Οκτωβρίου, κατά τη συνάντησή του με τον αμερικανό υπουργό Αμυνας, Ρόμπερτ Γκέιτς, ο Οκάντα διατύπωσε την επιθυμία να συζητήσουν το θέμα αυτό.
Ο Γκέιτς απέφυγε τη συζήτηση, αλλά, στη διάρκεια μιας συνέντευξης τύπου, έκανε λόγο για την ανάγκη μιας «ευέλικτης αποτροπής». Την ίδια μέρα, στο Κιότο, ο Οκάντα υπογράμμιζε μια αντινομία στην πολιτική των προηγούμενων ιαπωνικών κυβερνήσεων. «Μέχρι τώρα, η ιαπωνική κυβέρνηση έλεγε στις ΗΠΑ: Δεν θέλουμε να αποκλείσετε το ενδεχόμενο του πρώτου πυρηνικού χτυπήματος, γιατί αυτό θα εξασθένιζε την ισχύ της πυρηνικής αποτροπής. Οταν όμως η Ιαπωνία ζητάει τον παγκόσμιο πυρηνικό αφοπλισμό, αξιώνοντας παράλληλα για τον εαυτό της το δικαίωμα του πρώτου πυρηνικού χτυπήματος, φάσκει και αντιφάσκει» επισήμανε(4).
Απαντώντας στις επικρίσεις που δέχθηκε, ο Οκάντα δήλωσε ότι η παραίτηση της Ουάσιγκτον από τη χρήση του πρώτου πυρηνικού χτυπήματος «δεν θα σήμαινε ότι η Ιαπωνία θα βρισκόταν εκτός της ομπρέλας πυρηνικής προστασίας. Στο απευκταίο ενδεχόμενο όπου η Ιαπωνία θα δεχόταν πυρηνική επίθεση, δεν αποκλείουμε μια απάντηση αυτής της μορφής».
Ο Οκάντα προκάλεσε επίσης την οργή των γερακιών, τόσο στο Τόκιο όσο και στην Ουάσιγκτον, με τη δήλωσή του σχετικά με τη Βόρεια Κορέα, όπου επισήμαινε ότι «τα συμβατικά όπλα είναι επαρκή για την αντιμετώπισή της» και ότι «μια αποπυρηνικοποιημένη ζώνη στη βορειοανατολική Ασία θα ήταν επιθυμητή».
Είναι γεγονός ότι ο πρωθυπουργός Χατογιάμα Γιούκιο είναι πιο προσεκτικός από τον Οκάντα και δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι ο ηγέτης του κόμματος, Οζάβα Ισίρο, συμμερίζεται τις απόψεις του υπουργού Εξωτερικών. Το Δημοκρατικό Κόμμα είναι βαθύτατα διχασμένο, όπως, άλλωστε, και η ιαπωνική κοινωνία. Πολλά από τα γεράκια που υπεραμύνονται της διευρυμένης αποτροπής είναι επίσης υποστηρικτές της άποψης ότι η Ιαπωνία πρέπει να αναπτύξει το δικό της πυρηνικό οπλοστάσιο και είναι έτοιμοι να αδράξουν την ευκαιρία μιας ενδεχόμενης διαφωνίας με την κυβέρνηση Ομπάμα για να ενισχύσουν τις θέσεις τους.
Κανένας από τους πολεμοχαρείς της Ουάσιγκτον δεν παίρνει στα σοβαρά τον Οκάντα, όπως δεν παίρνει στα σοβαρά και τον Γκουίντο Φεστερβέλε, τον γερμανό υπουργό Εξωτερικών, ο οποίος έχει ζητήσει πολλές φορές την απομάκρυνση των αμερικανικών τακτικών πυρηνικών όπλων από το γερμανικό έδαφος. Τους θεωρούν δύο γραφικούς, που, αργά ή γρήγορα, θα βρεθούν εκτός πολιτικού σκηνικού.
Πρόεδρος του Συμβουλίου Πολιτικού Σχεδιασμού του υπουργείου των Εξωτερικών επί προεδρίας Κλίντον, ο Μόρτον Χάλπεριν είχε εξομολογηθεί ότι υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου του είχε χλευάσει τις δηλώσεις αυτές λέγοντας: «Δεν είναι αυτή η πραγματική κυβέρνηση της Γερμανίας». Ανάλογη είναι και η στάση έναντι των νέων ηγετών της Ιαπωνίας.
Σύμφωνα με τον Χανς Κρίστενσεν, της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Επιστημόνων, οι ΗΠΑ διατηρούν «10 έως 20» πυρηνικές βόμβες Β-61 ελεύθερης πτώσης στη στρατιωτική βάση του Μπίχελ, στη δυτική Γερμανία, και διαθέτουν 150-240 πυρηνικές κεφαλές στη Γερμανία, στο Βέλγιο, στην Ιταλία, στην Ολλανδία και στην Τουρκία. Η NRP απορρίπτει κάθε απόσυρση, για δύο λόγους: η Τουρκία θέλει να τις διατηρήσει για να αποτρέψει το Ιράν από πυρηνική επίθεση και το Πεντάγωνο ισχυρίζεται ότι, εφ' όσον το ΝΑΤΟ θα αναθεωρήσει τη στρατηγική του τον επόμενο χρόνο, θα ήταν πρόωρη η μονομερής απόσυρσή τους.
Ενα άλλο επιχείρημα που χρησιμοποιείται είναι ότι η συμφωνία START θα αφορά μόνο τα στρατηγικά όπλα. Επομένως, θα επιτρέψει ένα πλεονέκτημα στη Ρωσία, δεδομένου ότι τα αμερικανικά τακτικά όπλα σύμφωνα με τις εκτιμήσεις κυμαίνονται μεταξύ 500 και 1.200, συμπεριλαμβανομένων των εγκατεστημένων στην Ευρώπη, απέναντι σε περίπου 2.000 που έχει αναπτύξει η Ρωσία. Σύμφωνα με τις ίδιες εκτιμήσεις, η Μόσχα έχει αποθηκευμένα περίπου 6.000 τακτικά όπλα. Τα όπλα αυτά έχουν ακτίνα δράσης μεταξύ 450 και 600 χιλιομέτρων.
Πλαφόν στις κεφαλές
Η προσπάθεια της κυβέρνησης Ομπάμα να περιορίσει τη μείωση των πυρηνικών στα στρατηγικά όπλα -1.500 έως 1.675 πυρηνικές κεφαλές από 2.200 που υπάρχουν σήμερα- στο πλαίσιο της συμφωνίας START απογοήτευσε τους οπαδούς του αφοπλισμού. Η Ρωσία έχει ήδη γνωστοποιήσει ότι είναι έτοιμη να κατέβει στις 1.000 πυρηνικές κεφαλές, προκειμένου να μειώσει τον αμυντικό της προϋπολογισμό και, εδώ και καιρό, όλοι συμφωνούν στην Ουάσιγκτον ότι ο αριθμός αυτός είναι αποδεκτός. Ακόμα κι ο αδιάλλακτος Τζον Ντόιτς, που είχε διευθύνει την NRP επί προεδρίας Κλίντον, συμφωνεί επ' αυτού.
Κατά τους ειδικούς, ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο θα κατανεμηθεί το πυρηνικό τρίπτυχο (αριθμός στρατηγικών βομβαρδιστικών, πύραυλοι στην ξηρά και στη θάλασσα), έχει μεγαλύτερη σημασία από τον αριθμό των πυρηνικών κεφαλών. Δόθηκαν σκληρές μάχες για να καταλήξουν αν έπρεπε να μειωθούν τα βομβαρδιστικά, οι διηπειρωτικοί βαλλιστικοί πύραυλοι ή τα υποβρύχια που είναι εξοπλισμένα με πυραύλους Τρίντεντ, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα να καθυστερήσει ο καθορισμός της NRP.
Προς γενική έκπληξη, ακόμα και η Air Force Association, η οποία υπερασπίζεται τα συμφέροντα της πολεμικής αεροπορίας, πρότεινε τη σταδιακή απόσυρση των πυρηνικών βομβαρδιστικών Β-52 και Β-2 προς όφελος των διηπειρωτικών βαλλιστικών πυραύλων και των υποβρυχίων. Πράγματι, τα τελευταία φαίνεται να έχουν καλύτερη δυνατότητα αντίδρασης σε περίπτωση πυρηνικής επίθεσης. Η πρόταση αυτή έχει εντούτοις μικρές πιθανότητες να γίνει δεκτή, καθώς ο αριθμός των βαλλιστικών διηπειρωτικών πυραύλων θα μειωθεί στο πλαίσιο της συμφωνίας START. Μόνο τα 13 πυρηνικά υποβρύχια, που φέρουν το καθένα από 24 πυραύλους Τρίντεντ, θα διατηρηθούν.
Οι σύμμαχοι στο Κογκρέσο των «πραγματικών πιστών» του Πενταγώνου είναι δυσαρεστημένοι από τις προβλεπόμενες μειώσεις. Απείλησαν να καθυστερήσουν την επικύρωση της συμφωνίας START αν δεν προωθηθεί το νομοσχέδιο για τον εκσυγχρονισμό του αμερικανικού πυρηνικού οπλοστασίου. Η κυβέρνηση Μπους είχε προσπαθήσει ανεπιτυχώς να περάσει ένα αμφιλεγόμενο πρόγραμμα, με την επωνυμία «αξιόπιστη κεφαλή αντικατάστασης», στόχος του οποίου ήταν η ανανέωση του οπλοστασίου των ΗΠΑ.
Ο πρόεδρος Ομπάμα προτείνει απλώς την αντικατάσταση των υπαρχόντων όπλων (Stockpile Stewardship and Management Program). Αλλά οι 40 ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές και ο ανεξάρτητος Τζόζεφ Λίμπερμαν του έστειλαν στις 17 Δεκεμβρίου 2009 μια επιστολή: «Δεν πιστεύουμε ότι οι νέες μειώσεις που προβλέπονται από τη συμφωνία START θα είναι προς όφελος της εθνικής μας ασφάλειας αν δεν συνοδευθούν από ένα σοβαρό πρόγραμμα εκσυγχρονισμού της αποτρεπτικής πυρηνικής μας ισχύος». Και ζήτησαν τον ταχύ εκσυγχρονισμό των πυρηνικών κεφαλών Β-61 και W-76.
Η σεβαστή από όλους Arms Central Association ανακοίνωσε ότι η Strategic Command (Stratcom - Στρατηγική Διοίκηση), όργανο στρατιωτικού ελέγχου των πυρηνικών όπλων, και η National Nuclear Security Administration (NNSA - Εθνική Διοίκηση Πυρηνικής Ασφάλειας) «δίνουν μεγάλη σημασία στην ικανότητα σχεδιασμού νέων κεφαλών». Τον περασμένο χρόνο, μια διαρροή από την NNSA αποκάλυψε ένα σχέδιο που προέβλεπε την ανάπτυξη της ικανότητας παραγωγής πλουτωνίου, στις εγκαταστάσεις του Λος Αλαμος (Νέο Μεξικό), Οουκ Ριτζ (Τένεσι), Κάνσας Σίτι (Μισούρι). Η NNSA αναζητεί υποστηρικτές στο Κογκρέσο για να θέσει σε εφαρμογή το πρόγραμμα, που, εφ' όσον ολοκληρωθεί, θα επιτρέψει στις ΗΠΑ να τετραπλασιάσουν την ετήσια παραγωγή τους από 20 σε 80 μονάδες.
Μέχρι τώρα το σχέδιο της NNSA δεν έχει υποβληθεί στο Κογκρέσο, αλλά και μόνο το γεγονός της ύπαρξής του είναι ενδεικτικό της σημασίας των συμφερόντων που ο πρόεδρος Ομπάμα θα κληθεί να αντιμετωπίσει αν αποφασίσει να συγκεκριμενοποιήσει το όραμά του για τον πυρηνικό αφοπλισμό. Ο πρόεδρος φαίνεται ότι υποτίμησε τους εχθρούς του στο στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα, όπως είχε κάνει στην αρχή και με τα λόμπι των ασφαλιστικών εταιρειών του τομέα της υγείας και των τραπεζών.
Οχι μόνο διατήρησε τον Γκέιτς στη θέση του υπουργού Άμυνας, αλλά και δεν διόρισε πολίτες φιλικά διακείμενους προς τις θέσεις του στις θέσεις-κλειδιά του Πενταγώνου, αφήνοντας την NPR στα νύχια των γερακιών. Διατήρησε στη θέση της τη διοίκηση της NNSA, που είχε διορίσει η κυβέρνηση Μπους, καθώς και όλο το προσωπικό που είχε εκπονήσει το σχέδιο τετραπλασιασμού της ικανότητας παραγωγής πλουτωνίου.
Ο «ηττημένος» σύμβουλος
Στον Λευκό Οίκο, ο καλύτερος υπερασπιστής του πυρηνικού αφοπλισμού μεταξύ των συμβούλων του, ο Αϊβο Ντάαντλερ, συναίνεσε στην υποβάθμισή του σε μια ήσυχη θέση στο ΝΑΤΟ, για ν' αφήσει ελεύθερο το πεδίο στους ανθρώπους που είναι φιλικοί προς το Πεντάγωνο.
Από τη στιγμή που ο Ομπάμα άρχισε να πολλαπλασιάζει τις δηλώσεις του για την αναγκαιότητα «διατήρησης μιας ισχυρής αποτροπής όσο θα υπάρχουν πυρηνικά όπλα», η μάχη κρίθηκε υπέρ του πολεμοχαρούς στρατηγού Κέβιν Τσίλτον, διοικητή της Stratcom. Στις 11 Νοεμβρίου 2009, ο αξιωματούχος αυτός προέβλεψε ότι οι ΗΠΑ θα χρειάζονταν τα πυρηνικά όπλα για άλλα σαράντα χρόνια.
Στις 15 Δεκεμβρίου 2009, στην Ομάχα (Νεμπράσκα), σε ένα συνέδριο που είχε διοργανωθεί με την οικονομική υποστήριξη της Stratcom, από το Πρόγραμμα Πυρηνικής Πληροφορίας, στο οποίο συμμετείχαν 105 στρατιωτικοί και ειδικοί στον έλεγχο των εξοπλισμών, ήταν ακόμα πιο ξεκάθαρος: «Θα χρειαζόμαστε πυρηνικά όπλα όσο θα υπάρχουν οι ΗΠΑ».
(1) Οι συμφωνίες START Ι και START ΙΙ υπογράφηκαν στις αρχές της δεκαετίας του '90. Προέβλεπαν την ουσιαστική μείωση των στρατηγικών πυρηνικών οπλοστασίων των δύο υπερδυνάμεων.
(2) Βλ. Olivier Zajek, « Subtile partie d' echecs entre Moscou et Washington », «Le Monde diplomatique», Απρίλιος 2008
(3) «Suddeutsche Zeitung», Μόναχο, 27 Νοεμβρίου 1998
(4) Masa Takudo, «The role of nuclear weapons: Japan, the USA and "Sole Purpose"», «Arms Control Today», Νοέμβριος 2009.
Enet.gr
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε