Τι κρύβει η ανακαίνιση στο κόμμα των Τόρις
Η μετά Μπράουν εποχή στη Βρετανία
Του RENAUD LAMBERT*
Στις 13 Μαΐου 2010, οι Τόρις και οι Φιλελεύθεροι σφράγισαν μια συμφωνία την οποία χαρακτήρισαν ιστορική, για να σχηματίσουν κυβέρνηση συνασπισμού στη Βρετανία. Σε αυτή τη συμμαχία, οι Συντηρητικοί μοιάζουν να εισέρχονται με ανανεωμένη ιδεολογία. Χρησιμοποιώντας έναν περισσότερο «μοντέρνο» λόγο για τα κοινωνικά ζητήματα, στόχος τους είναι ν' απαλύνουν τη θατσερική κληρονομιά, χωρίς όμως να της γυρίσουν εντελώς την πλάτη.
«Το κόμμα αυτό δεν υπάρχει πια... έπαψε να υφίσταται... πρόκειται για ένα πρώην κόμμα!» Στις 6 Οκτωβρίου 1998, το πρωτοσέλιδο της βρετανικής «The Sun», ιδιοκτησίας Ρούπερτ Μέρντοχ, διακήρυττε το θάνατο του Συντηρητικού Κόμματος. Αφού κυβέρνησε -μόνο του ή σε συνασπισμό- επί 84 χρόνια από τα 123 της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας της χώρας, ο παλαιότερος πολιτικός σχηματισμός του κόσμου, είχε υποστεί, ένα χρόνο νωρίτερα, μια πραγματική εκλογική συντριβή, χάνοντας 170 έδρες από τις 335 που κατείχε στο Κοινοβούλιο. Ο δε αριθμός των μελών του κόμματος σημείωσε κατακόρυφη πτώση, από ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες το 1979 (έτος που η Μάργκαρετ Θάτσερ κέρδισε την εξουσία) σε τετρακόσιες χιλιάδες, το χαμηλότερο αριθμό από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Η πορεία στην έρημο κράτησε δεκατρία χρόνια. Μια εποχή που ο συντηρητικός συγγραφέας Τζόφρι Ουίτκροφτ εκτιμά ότι χαρακτηρίστηκε από τον «παράξενο θάνατο» ενός κόμματος που είχε «νικήσει πολιτικά»(1). Υποστηρίζει πως η πολιτική που ακολούθησαν οι εργατικοί του «New Labour» από το 1977 απέδειξε ότι η εκλογική ήττα των Συντηρητικών δεν ήταν και ιδεολογική ήττα.
Πράγματι, κανένα ταμπού δεν έμοιαζε να φρενάρει τους Εργατικούς: μετανάστευση, ασφάλεια, επανεξέταση των ατομικών ελευθεριών, πλήρης ευθυγράμμιση με τις ΗΠΑ και τις στρατιωτικές τους επεμβάσεις. Και μπορεί μεν οι Εργατικοί να είχαν πρόθεση να αναστήσουν τις δημόσιες υπηρεσίες που είχαν καταστραφεί από την πολιτική των Συντηρητικών, όμως η πραγματική αύξηση των πιστώσεων υπέβαλλε όλο και περισσότερο τη βρετανική κοινωνία σε νεοφιλελεύθερες λογικές, μιας και ένα σημαντικό μέρος των κοινωνικών δαπανών ξοδευόταν για εργολαβίες του ιδιωτικού τομέα προς το Δημόσιο.
Οι κληρονόμοι της Θάτσερ
Το 1999, ένας από τους ηγέτες των Συντηρητικών, ο Πίτερ Λίλι, έδειχνε ιδιαίτερα ικανοποιημένος σε συνέντευξή του στο BBC. «Τώρα που η οικονομία είναι σταθερή και που οι Εργατικοί δεν ψάχνουν πλέον τρόπους να αμφισβητήσουν την πολιτική που έχει ως αποτέλεσμα την εν λόγω σταθερότητα» θα ήταν λάθος οι Τόρις να προσπαθούν «να κάνουν με κάθε τρόπο τις διαφορές τους να διαφανούν». Εντούτοις, με τη βοήθεια ενός ακραία νεοφιλελεύθερου τύπου, η πρώτη απάντηση των κληρονόμων της Θάτσερ ήταν να υπερθεματίσουν προς τα δεξιά.
Ετσι, το 2001, στην πρώτη του συνέντευξη τύπου, ως πρόεδρος του κόμματος, ο Ιαν Ντάνκαν Σμιθ υπόσχεται να «επιτεθεί στο Δημόσιο», κυρίως στο σύστημα υγείας (National Health Service), «μια κεντρική οργάνωση σοβιετικού τύπου». Το αποτέλεσμα ήταν ανάμεσα στο 1992 και το 2005 να πέσει η υποστήριξη προς το κόμμα κατά 16% στους ψηφοφόρους ηλικίας 25-45 και κατά 18% στις υψηλότερες κοινωνικές τάξεις.
Τότε, ο Ντέβιντ Κάμερον παίρνει τα ηνία του κόμματος. Πρώην υπεύθυνος επικοινωνίας στην εταιρεία δημοσίων σχέσεων Carlton, σπουδασμένος στο Ιτον (μία από τις πιο καταξιωμένες σχολές της χώρας), με βασιλικό αίμα και παντρεμένος με την κόρη ενός βαρονίσκου, ξεκινά αμέσως την «αποκατάσταση της μάρκας Τόρι» και ανακοινώνει ότι θα υποστηρίξει με κάθε μέσο και με οποιοδήποτε κόστος το εθνικό σύστημα υγείας. Ή, τέλος πάντων, ό,τι έχει μείνει από αυτό.
Κατόπιν, αποφασίζει να «κατακτήσει και πάλι τις πλουσιότερες τάξεις καθώς και τους καθοδηγητές γνώμης». Ο Κάμερον ασχολείται και με «κοινωνικού τύπου» ζητήματα, διορίζει τέσσερ0ις γυναίκες στο γραφείο του και εμπιστεύεται το πόστο του σκιώδους υπουργού βιομηχανίας και εμπορίου στον Αλαν Ντάνκαν, που είναι ομοφυλόφιλος. Τέλος, ο ηγέτης των Τόρις δεσμεύεται για οικολογικά ζητήματα. Αντικαθιστά τον «δαυλό της ελευθερίας», το λογότυπο του κόμματος που χρονολογείται από τη δεκαετία του '80, με ένα μπλε έλατο που γέρνει στον άνεμο. Επίσης, ανακοινώνει ότι ζήτησε από έναν αρχιτέκτονα βιοκλιματικής να του ανακαινίσει το σπίτι.
Για το νεαρό ηγέτη (που τον λένε «ομορφάντρα» και που αθλείται φορώντας αθλητικά παπούτσια Converse), η «νεωτερικότητα» συνίσταται επίσης στην εγκατάλειψη των παραδοσιακών πτι φουρ στις συνεντεύξεις τύπου προς όφελος των smoothies(2). Οι παλιοί κομματικοί γκρινιάζουν. Ο τύπος, αντίθετα, τον λατρεύει. Το μοδάτο αμερικανικό περιοδικό «Wired» του αφιερώνει ένα πορτρέτο ιδιαίτερα κολακευτικό.
Ο χώρος στο κέντρο
Στροφή προς περισσότερο κεντρώες θέσεις; Ο ερευνητής Τιμ Μπέιλ ερμηνεύει τις κινήσεις ως την τέχνη «να επικοινωνεί στους ψηφοφόρους την εντύπωση ότι το κόμμα αλλάζει (...) πηγαίνει προς το κέντρο»... με την ελπίδα να «επιστρέψει σε περισσότερο παραδοσιακά θέματα του συντηρητικού χώρου (μείωση φορολογίας, οικογενειακή σταθερότητα και εθνική κυριαρχία), παρ' όλο που αυτή τη φορά θα γίνει με πολύ πιο προσεκτικό λόγο»(3). Ετσι κι αλλιώς, η οικονομική κρίση επιβάλλει προσοχή: για να απαιτείς «βιαιότερα χτυπήματα στον προϋπολογισμό από εκείνα της Θάτσερ», πρέπει προηγουμένως να έχεις πείσει ότι δεν είχες άλλη επιλογή.
Εξάλλου, η «αποκατάσταση» σημαίνει επίσης την επιστροφή στο ιδανικό της «big society», δηλαδή στην πατερναλιστική παράδοση του συντηρητισμού, όπως την ενσάρκωσε στο φαντασιακό των βρετανών συντηρητικών ο Μπένζαμιν Ντισραέλι(4). Μια ρητορική, η οποία, σύμφωνα με την καθηγήτρια Ανιές Αλεξάντρε-Κόλιε, έχει στόχο να «συμφιλιώσει ένα έθνος κοινωνικά διαιρεμένο σε πλούσιους και φτωχούς»(5).
Ενώ η Θάτσερ υποστήριζε πώς η «κοινωνία δεν υπάρχει», ο Κάμερον προσπαθεί, αντίθετα, να πείσει ότι «η κοινωνία υπάρχει», προσθέτοντας όμως, ότι «απλώς δεν είναι το ίδιο πράγμα με το κράτος». Χάρη στη βοήθεια που θα προσφέρουν «μικρές ταξιαρχίες πολιτών (...) θα μπορέσουμε να ξαναδώσουμε τη δύναμη στο λαό», υποστηρίζει. Δηλαδή, θα επιτρέψει στους Βρετανούς να φτιάξουν μόνοι τους σχολεία, να αντικαταστήσουν το κράτος με συνεταιρισμούς μισθωτών, να δώσουν τη διαχείριση κάποιων δημόσιων υπηρεσιών στον ιδιωτικό τομέα, όλα «χωρίς να ξοδέψουν περισσότερα χρήματα».
Η μεγάλη κοινωνία
Στις 11 Μαΐου, στην πρώτη του ομιλία ως πρωθυπουργού, ο Κάμερον επιβεβαίωσε το τι εννοεί με τον όρο «big society», δηλαδή την προσωπική υπευθυνότητα ως απάντηση στα κοινωνικά προβλήματα.
Τώρα που τέλειωσαν οι εκλογές, μπορούμε να μετρήσουμε το πόσο προς το κέντρο μετακινήθηκαν οι Τόρις. Ο αριθμός των βουλευτών που προέρχονται από τον χρηματοπιστωτικό τομέα διπλασιάστηκε, εκείνων που υπήρξαν σύμβουλοι επιχειρήσεων τριπλασιάστηκε. Αντίθετα, το ποσοστό των βουλευτών που προερχόταν από εργαζόμενους στον κλάδο υγείας μειώθηκε στο ήμισυ, στο ένα τρίτο για εκείνους που προέρχονται από την εκπαίδευση.
Δύο μέρες μετά την άφιξή του στον αριθμό 10 της Ντάουνινγκ Στριτ, ο νέος υπουργός Υγείας ανακοίνωνε: «Πρέπει να κάνουμε περισσότερες οικονομίες απ' όσες είχαμε προβλέψει». Την ίδια στιγμή, ο υπουργός Οικονομίας υποσχόταν «να δημιουργήσει τις καλύτερες φορολογικές συνθήκες για τις επιχειρήσεις απ' όλα τα μέλη του G20».
Ο Κάμερον είχε ήδη προειδοποιήσει: «Είμαι ταυτόχρονα πολύ ριζοσπάστης και θέλω ν' αλλάξω τα πράγματα, αλλά και πολύ προσεκτικός ως προς τον τρόπο να το πετύχω».
(1) Geoffrey Wheatcroft, «The Strange Death of Tory England», Allen Lane, Londres, 2005, αναφορά από τον Tim Bale «The Conservative Party. From Thatcher to Cameron», Polity, Cambridge, 2010. Εάν δεν υπάρχει αντίθετη ένδειξη, όλα τα αποσπάσματα προέρχονται από αυτό το βιβλίο.
(2) ΣτΕ: Αρκετά πηχτός χυμός από φρούτα ή λαχανικά, συχνά παγωμένος, που θεωρείται ιδιαίτερα υγιεινός αλλά και μοδάτος.
(3) Tim Bale, όπ.π..
(4) Συντηρητικός πρωθυπουργός το 1868 και κατόπιν από το 1874 ώς το 1880.
(5) Agnes Alexandre-Collier, «Les Habits neufs de David Cameron. Les conservateurs britanniques (1990-2010)», Presses de Sciences Ρο, Paris, 2010.
*Δημοσιογράφος, «Le Monde diplomatique».
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε