Η διαμάχη που έχει ξεσπάσει σχετικά με τη μείωση του αμερικανικού χρέους και η οποία φέρνει αντιμέτωπο τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα με τη ρεπουμπλικανική πλειοψηφία στη Βουλή των Αντιπροσώπων κρύβει κάτι ουσιαστικό.
«Μέρες, μήνες, χρόνια...», ΚΩΣΤΑΣ ΣΠΥΡΙΟΥΝΗΣ.Αν ο Ομπάμα υποχωρήσει στον εκβιασμό των αντιπάλων του, θα έχει συμφωνήσει εκ προοιμίου ότι πάνω από τα τρία τέταρτα των περικοπών στον προϋπολογισμό για τα επόμενα δέκα χρόνια, δηλαδή τρία τρισεκατομμύρια δολάρια, θα αφαιρεθούν από τις κοινωνικές δαπάνες. Η αμερικανική δεξιά θα μπορούσε να ικανοποιηθεί με έναν τέτοιο θρίαμβο, όμως ζητάει πάντα περισσότερα· ακόμα κι όταν η αδιαλλαξία της κινδυνεύει να πλήξει τη δημοτικότητά της.
Τον Δεκέμβριο του 2010, κάνοντας μια πρώτη παραχώρηση στις πιέσεις της, ο πρόεδρος των ΗΠΑ είχε παρατείνει για δύο χρόνια τις ιδιαιτέρως άνισες φοροαπαλλαγές που είχε αποφασίσει ο προκάτοχός του, Τζορτζ Μπους. Τέσσερις μήνες αργότερα, μιλώντας αυτή τη φορά όπως ο Ρόναλντ Ρίγκαν, εξέφρασε την ικανοποίησή του για «τη σημαντικότερη ετήσια μείωση των δαπανών στην ιστορία μας». Κατόπιν, συνέχισε τους κύκλους των διαπραγματεύσεων με τους ρεπουμπλικανούς βουλευτές αναγγέλλοντας: «Είμαι έτοιμος να έρθω σε σύγκρουση με το ίδιο μου το κόμμα για να φτάσω σε ένα αποτέλεσμα». Ποιο αποτέλεσμα; Τη νέα πτώση της δημοτικότητας του Λευκού Οίκου...
Η δεξιά αντιτίθεται σε οποιαδήποτε μείωση του χρέους η οποία θα περιλαμβάνει αύξηση των φόρων. Αυτή η προϋπόθεση θα έμοιαζε μάλλον αλλόκοτη σε μια χώρα όπου η χιονοστιβάδα των φορολογικών προνομίων για τους πιο πλούσιους έχει ως συνέπεια τα χαμηλότερα έσοδα από τη φορολογία των τελευταίων πενήντα ετών. Ομως, οι Ρεπουμπλικάνοι, πέρα από την εμμονή τους να στοχεύουν αποκλειστικά στις δαπάνες, θέλουν στην πραγματικότητα «να εξαντλήσουν το κτήνος» -δηλαδή, για να επαναλάβουμε την έκφραση ενός από τα μεγάλα κεφάλια τους, «να μειώσουν το μέγεθος του κράτους σε τέτοιον βαθμό ώστε να μπορούν να το πνίξουν σε μια μπανιέρα».
Πώς εξηγείται όμως η πρόσφατη εκτόξευση του αμερικανικού χρέους; Κατ' αρχάς, από την οικονομική κρίση, την οποία προκάλεσε εν πολλοίς η απορύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Κατόπιν, από την τακτική ανανέωση στις μειώσεις των φόρων που ψηφίστηκαν το 2001 (έχουν δημιουργήσει έλλειμμα δύο τρισεκατομμυρίων δολαρίων). Τέλος, από τους πολέμους μετά την 11η Σεπτεμβρίου σε Αφγανιστάν και Ιράκ (1,3 τρισ. δολάρια). Παρ' όλα αυτά, το κόμμα των Ρίγκαν και Μπους επιμένει να λύσει το πρόβλημα του χρέους προστατεύοντας ταυτόχρονα και τους πλουσιότερους, τους οποίους αποκαλεί «δημιουργούς θέσεων εργασίας», και τον προϋπολογισμό του Πενταγώνου, ο οποίος αυξήθηκε (σε πραγματικούς όρους) κατά 67% μέσα σε δέκα χρόνια.
Η ΒΟΥΛΗ
Στις 5 του περασμένου Απριλίου, ο Πολ Ράιαν, πρόεδρος της επιτροπής προϋπολογισμού της Βουλής των Αντιπροσώπων, ανέλυσε εξάλλου λεπτομερώς τα σχέδια των Ρεπουμπλικανών για τις ερχόμενες δεκαετίες. Το πρόγραμμά του προβλέπει ότι οι δημόσιες δαπάνες, που σήμερα αντιστοιχούν στο 24% του ΑΕΠ, δεν θα ξεπερνούν πλέον το 14,75% το 2050, με τον ανώτατο φόρο παρακράτησης να μειώνεται από το 35% στο 25% (το χαμηλότερο ποσοστό από το 1931). Βάσει αυτού, θα διατηρηθούν όλες οι φοροαπαλλαγές των προνομιούχων, αλλά θα παγώσουν οι εισφορές στην υγεία που προορίζονται για τους ηλικιωμένους και τους φτωχούς.
Αν ο Ομπάμα εξακολουθήσει να αποφεύγει τη συγκεκριμένη μάχη, η κοινωνική αποστολή του αμερικανικού κράτους κινδυνεύει σε λίγο να μοιάζει όντως με το πτώμα στην μπανιέρα.
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε