Με συνέπεια και Ανεξάρτητο λόγο Κινούμαστε Δυναμικά

Για ένα Απαλλαγμένο απο κομματικές εξαρτήσεις ΟΕΕ

Για την Αναβάθμιση της Οικονομικής Επιστήμης

Για Επαγελματική Αξιοπρέπεια

Τι είναι, πώς λειτουργούν και σε τι συνίσταται το σκάνδαλο με τα ασφαλιστικά ταμεία.Του Γιώργου ΣΤΑΜΑΤΗ . Απο την ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

Τι είναι ένα ομόλογο; Είναι ένα χαρτί που εκδίδει κάποιος και το προσφέρει προς αγορά. Τι χαρτί είναι αυτό; Είναι ένα χαρτί στο οποίο αναγράφεται η ημερομηνία έκδοσής του και η ημερομηνία λήξης του, π.χ. 1.1.2007 και 1.1.2019 αντιστοίχως, οπότε πρόκειται για ένα ομόλογο δωδεκαετούς διάρκειας. Αναγράφονται επίσης η ονομαστική αξία του, π.χ. 100 ευρώ, και ένα επιτόκιο, π.χ. 5% ανά έτος - οπότε πρόκειται για ένα ομόλογο σταθερού (5% ανά έτος) επιτοκίου. Αυτός που το εξέδωσε και το πούλησε «ομολογεί», δηλαδή εγγυάται, σε αυτόν που το αγόρασε και σε καθέναν, στον οποίον θα το πουλήσει εκείνος που το αγόρασε αρχικώς, τα εξής: Στο τέλος κάθε έτους μετά την 1η/1/2007 και για τα επόμενα δώδεκα έτη θα σου πληρώνω 5% επί των 100 ευρώ και την 1η/1/2019 θα σου πληρώσω 100 ευρώ. Ποιοι εκδίδουν τέτοια ομόλογα; Το κράτος και οι μεγάλες εταιρείες. Και ποιοι τα αγοράζουν; Το ευρύ κοινό, δηλαδή ιδιώτες, τράπεζες, funds (δηλαδή και ασφαλιστικά ταμεία) και τζογαδόροι. Γιατί και τζογαδόροι; Για τους εξής λόγους: Η αγοραία αξία ενός ομολόγου 100 ευρώ δεν παραμένει σταθερή, αλλά κυμαίνεται ανάλογα με το επιτόκιο της αγοράς. Αν λοιπόν στο προαναφερθέν παράδειγμα το επιτόκιο της αγοράς πέσει κάτω του 5% ανά έτος, π.χ. στο 3%, τότε πολλοί που θέλουν να τοποθετήσουν τα χρήματά τους θα πουν: Γιατί να τοποθετήσω τα χρήματά μου με 3% αφού υπάρχουν ομόλογα που αποδίδουν 5%; Και ζητούν να αγοράσουν ομόλογα. Οπότε η τιμή των ομολόγων ανεβαίνει πάνω από τα 100 ευρώ. Ή αντιστρόφως: Αν το επιτόκιο της αγοράς ανέβει πάνω από το 5%, π.χ. στο 7%, τότε οι κάτοχοι ομολόγων σταθερής απόδοσης 5% ανά έτος λένε: Γιατί να παίρνω 5% ανά έτος, αφού μπορώ να πουλήσω τα ομόλογά μου και να τοποθετήσω μετά τα χρήματά μου με 7%; Και έτσι προσφέρουν τα ομόλογά τους στην αγορά. Οπότε η τιμή τους πέφτει κάτω από τα 100 ευρώ. Αυτή η κυμαινόμενη τιμή του ομολόγου είναι η βάση για κάθε τζογαδόρο. Οποιος νομίζει ότι μπορεί να προβλέψει σωστά τις διακυμάνσεις του επιτοκίου της αγοράς μπορεί να αγοραπωλεί το προαναφερθέν ομόλογο και να κερδίζει (ή να χάνει). Εδώ μας ενδιαφέρουν τα ομόλογα που εκδίδει το κράτος για να δανειστεί έτσι από το ευρύ κοινό και να καλύψει τις δανειακές ανάγκες του, δηλαδή το έλλειμμα του προϋπολογισμού του. Σε ποιους απευθύνει το κράτος αυτά τα ομόλογά του σταθερού επιτοκίου; Στο ευρύ κοινό, συμπεριλαμβανομένων και των προαναφερθέντων τζογαδόρων. Ο,τι όμως είχε να πάρει απ' αυτούς για να καλύψει τις δανειακές του ανάγκες τα πήρε και τα παίρνει. Οταν όμως χρειάζεται και άλλα δανεικά; Τότε τι κάνει; Πρέπει βέβαια κάτι να κάνει. Τι; Να εκδώσει ομόλογα που απευθύνονται σε άλλο, διαφορετικό κοινό. Ας δούμε λοιπόν τι είδους ομόλογα είναι αυτά και σε ποιο κοινό απευθύνονται. Είναι τα λεγόμενα δομημένα ομόλογα. Τι είναι ένα κρατικό δομημένο ομόλογο, π.χ. ένα δωδεκαετούς διάρκειας; Είναι ένα ομόλογο με το οποίο το κράτος εγγυάται τα εξής: Αγοράζεις ένα τέτοιο ομόλογο ονομαστικής αξίας 100 ευρώ; Τότε σου εγγυώμαι ότι ύστερα από δώδεκα χρόνια θα σου επιστρέψω 100 ευρώ. Κι επίσης ότι για καθένα από αυτά τα δώδεκα χρόνια θα σου πληρώνω τόκους. Τα δύο πρώτα χρόνια, π.χ., 7% και τα υπόλοιπα δέκα χρόνια τόκους που εξαρτώνται από πολλούς και διάφορους (για τους αδαείς μυστηριώδεις) παράγοντες. Αυτοί οι παράγοντες μπορούν να είναι προσδιορισμένοι έτσι που η απόδοση του ομολόγου τα τελευταία δέκα χρόνια να είναι πάνω ή κάτω από το μετά γνώσεως εκτιμηθέν επιτόκιο της αγοράς. Θυμηθείτε αυτήν τη δυνατότητα διότι, όπως θα δούμε στη συνέχεια, είναι σημαντική. Πολύ πιο σημαντικό είναι όμως ότι το σταθερό επιτόκιο (7%), το οποίο εγγυάται το κράτος για τα δύο πρώτα χρόνια, είναι υψηλό, πολύ πιο υψηλό από το ισχύον επιτόκιο της αγοράς (ας πούμε 4%). Το κράτος όμως δεν διαθέτει αυτό το ίδιο το ομόλογό του στην αγορά. Αναθέτει αυτήν τη δουλειά (αντί αντίστοιχης αμοιβής) σε έναν όμιλο τραπεζών ή σε μια τράπεζα. Χάριν απλούστευσης του πράγματος, ας δεχθούμε ότι την αναθέτει σε μία και μόνη τράπεζα (αυτό κάνει πράγματι τα τελευταία χρόνια). Εκδίδει λοιπόν π.χ. το κράτος ένα δομημένο, σαν το προαναφερθέν, ομόλογο συνολικής αξίας 280 εκατ. ευρώ. Και αναθέτει σε μια ανάδοχο τράπεζα το πλασάρισμα, δηλαδή τη διάθεση του εν λόγω ομολόγου στο κοινό έναντι αμοιβής, δηλαδή προμήθειας. Ετσι η τράπεζα, αφού πάρει την προμήθειά της, πληρώνει στο κράτος 280 εκατ. ευρώ και αγοράζει όλο το ομόλογο για να το διαθέσει μετά στην αγορά. Λένε όμως, πριν γίνει αυτό, οι δυο τους, το κράτος και η τράπεζα: Γιατί δεν απλοποιούμε λίγο τα πράγματα; Γιατί, λέει η τράπεζα στο κράτος, να μου πληρώσεις τα δύο επόμενα χρόνια 7% και 7% για κάθε ομόλογο των 100 ευρώ (επί του συνόλου των 2.800.000 τεμαχίων ομολόγων των 100 ευρώ); Δεν κάνουμε κάτι πιο απλό; Εγώ παραιτούμαι από αυτούς τους τόκους των δύο πρώτων χρόνων, που αναλογούν σε κάθε ομόλογο των 100 ευρώ και είναι 14 ευρώ (για την ακρίβεια κάτι λιγότερο από 14 ευρώ), και εσύ μου πουλάς το ομόλογο των 100, αντί για 100, για 100-14(=86) ευρώ. Συμφωνεί λοιπόν και το κράτος. Ετσι το κράτος και η ανάδοχος τράπεζα συνάπτουν μια συμφωνία swap, δηλαδή μια συμφωνία ανταλλαγής: η τράπεζα παραιτείται από τα τοκομερίδια των δύο πρώτων χρόνων και το κράτος κάνει αντίστοιχο σκόντο στην τράπεζα κατά την αναδοχή, δηλαδή κατά την αγορά, του ομολόγου. Τίποτα το μεμπτόν μέχρις εδώ. Μόνον που το εν λόγω swap κρατείται μυστικό. Υπάρχει λόγος γι' αυτό; Απ' ό,τι φαίνεται, όχι. Ολα είναι νόμιμα. Νόμιμα, αλλά όμως μυστικά. Κι αυτό δεν είναι χωρίς νόημα. Αυτή η μυστικότητα δεν έχει σημασία όταν το δομημένο ομόλογο είναι σκόπιμα έτσι δομημένο που και οι αποδόσεις του και των δέκα τελευταίων ετών να είναι πολύ καλές. Οπότε η ανάδοχος τράπεζα ή το κατακρατεί αυτή η ίδια καθ' όλη τη δωδεκαετή διάρκειά του ή το μεταπωλεί επικερδώς. Εχει όμως αυτή η μυστικότητα μεγάλη σημασία, όταν το δομημένο ομόλογο είναι σκόπιμα έτσι σχεδιασμένο που οι αποδόσεις του των δέκα τελευταίων ετών να είναι πολύ χαμηλές. Διότι η ανάδοχος τράπεζα, καίτοι έχει προεισπράξει τους -υψηλούς- τόκους των δύο πρώτων ετών, μπορεί να το πουλήσει σε αδαείς, αντί στα 86 που αξίζει, στα 100 και πάνω, που αυτοί, οι οποίοι δεν γνωρίζουν το swap που έχει γίνει, διατίθενται να το αγοράσουν και εντέλει το αγοράζουν. Μα το κόλπο είναι γνωστό. Γιατί όμως το αγοράζουν, όπως το αγόρασαν, τα ασφαλιστικά ταμεία; Πείτε μου κι εμένα γιατί! *Ο Γιώργος Σταμάτης είναι καθηγητής Θεωρίας της Οικονομίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 12/05/2007

Σχολιάστε εδώ

για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε


x

Τι θέλετε να αναζητήσετε;