Το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας για το μεγάλο ζήτημα της αγοράς των δομημένων ομολόγων του δημοσίου από τα ασφαλιστικά ταμεία, που απασχολεί εδώ και αρκετό διάστημα την Ελληνική Κοινωνία, αφού αφορά τις ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων και επομένως τις συντάξεις τους, σημειώνει τα παρακάτω: Με τούς νόμους 2042/92 και 2676/99 έχει επιτραπεί στα Ταμεία να επενδύουν μέχρι το 20% και 23% αντίστοιχα των διαθεσίμων τους σε μετοχές και ακίνητα, ενώ για τους τίτλους του δημοσίου δεν υπάρχουν περιορισμοί. Αυτή όμως η προσπάθεια επένδυσης επιχειρείται χωρίς σαφή στρατηγική και χωρίς τις θεσμικές και άλλες υποδομές, που μια τέτοια πολιτική προϋποθέτει για να είναι ασφαλής και αποδοτική για τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς, ενώ επιτρέπεται με ευκολία η υπέρβαση του ορίου αυτού. Τα αποθεματικά των Ταμείων, στο όνομα της μέγιστης απόδοσης, κατευθύνονται σε κάθε μορφής χρηματιστηριακές και παράγωγες επενδύσεις. Δεν υπήρχε ποτέ στην πράξη κανένας προληπτικός ή κατασταλτικός έλεγχος στις «επενδύσεις» των Ασφαλιστικών Ταμείων, τις οποίες αποφάσιζαν οι διορισμένες, με κομματικά, χωρίς αξιοκρατία, κριτήρια, από κάθε κυβέρνηση, διοικήσεις των Ταμείων. Τα Ασφαλιστικά Ταμεία μένουν ανοργάνωτα, ακόμη και χωρίς ισολογισμούς, ενώ το σύστημα υποστήριξης τους, όπως και εκείνο της εποπτείας τους παραμένει διάτρητο και η αναγκαία πρόσληψη και κατάρτιση εξειδικευμένων στελεχών δεν υλοποιείται. Στο μεταξύ, η άνοδος των επιτοκίων διεθνώς, είχε ως αποτέλεσμα η τιμή των παλαιών τίτλων του Δημοσίου με τις υψηλές αποδόσεις να μειωθεί και τα Ταμεία που κατείχαν τέτοιους τίτλους να καταγράφουν λογιστικές ζημιές ή και πραγματικές, αν έπρεπε να τους πουλήσουν πριν τη λήξη τους. Για πολλά χρόνια όπως επέβαλε ο αναγκαστικός νόμος 1611/1950, τα διαθέσιμα των ταμείων κατετίθεντο υποχρεωτικά στην Τράπεζα της Ελλάδας στην οποία τοκίζονταν με ένα επιτόκιο που καθοριζόταν από τη Νομισματική Επιτροπή. Για το μεγαλύτερο μέρος αυτής της περιόδου το επιτόκιο αυτό οριζόταν σε επίπεδα χαμηλότερα από το τρέχον επιτόκιο ταμιευτηρίου καθώς και από τον πληθωρισμό, με αποτέλεσμα την αρνητική απόδοση και τη μείωση της πραγματικής αξίας των καταθέσεων. Ενδεικτικό είναι ότι τα τελευταία χρόνια της δικτατορίας το επιτόκιο έμεινε στο 4%, ενώ ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε στο 15,5% το 1973 και στο 26,8% το 1974. Μόνο στα δύο αυτά έτη τα πλεονάσματα των Ασφαλιστικών Ταμείων έχασαν το 1/3 της αξίας τους. Το πιο σκανδαλώδες είναι ότι, ενώ την περίοδο αυτή οι δανειακές ανάγκες του κράτους αυξάνονταν, δεν επετράπη στα Ταμεία να επενδύουν τα διαθέσιμά τους σε τίτλους του δημοσίου. Έτσι, πέραν της απώλειας λόγω του πληθωρισμού και των χαμηλών επιτοκίων, τα Ταμεία είχαν μεγάλα διαφυγόντα κέρδη λόγω της μη επένδυσής τους σε ομόλογα του Δημοσίου, τα οποία, μάλιστα, τότε είχαν πολύ υψηλά επιτόκια. Για όλους αυτούς τους λόγους το Οικονομικό Επιμελητήριο της Ελλάδας θεωρεί απαραίτητο : 1. Ο ορισμός των διοικήσεων των Ταμείων να γίνεται με τη συμμετοχή οικονομολόγων και να διενεργείται με αξιοκρατικά και αδιάβλητα κριτήρια. Η τοποθέτηση των επικεφαλής των Ταμείων να γίνεται με την έγκριση των 3/5 της αρμόδιας επιτροπής της Βουλής, και μετά από διαβουλεύσεις μεταξύ των εκπροσώπων των εργαζομένων και εργοδοτών. Το κάθε Ταμείο να διαχειρίζεται – επενδύει τα διαθέσιμά του βάσει προτάσεων – εισηγήσεων του εξειδικευμένου επιστημονικού του προσωπικού. Θα πρέπει να μελετηθεί η σκοπιμότητα διαχείρισης των αποθεματικών και μέσω ΑΕΔΑΚ. 2. Απογραφή – Αποτίμηση και δημοσιότητα της κινητής και ακίνητης περιουσίας των ασφαλιστικών οργανισμών. Να δημοσιεύονται οι ετήσιες οικονομικών καταστάσεων των Ταμείων σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από το ΠΔ 80/1997, όπως αυτό ισχύει. Να διεξάγεται έλεγχος των οικονομικών καταστάσεων όλων των Ταμείων από Ορκωτούς Ελεγκτές Λογιστές. Τα Ταμεία να ενισχυθούν με εξειδικευμένο προσωπικό και η εκπαίδευση του προσωπικού των ασφαλιστικών οργανισμών, που είναι υπεύθυνο για τη διαχείριση των αποθεματικών των ταμείων να είναι διαρκής. 3. Θεσμοθέτηση Ειδικής Επενδυτικής Επιτροπής, στελεχωμένης με ανάλογο εξειδικευμένο προσωπικό, που θα παρακολουθεί προληπτικά και κατασταλτικά όλες ανεξαιρέτως τις τοποθετήσεις για την αξιοποίηση των διαθεσίμων και της ακίνητης περιουσίας των Ταμείων. Η Ειδική αυτή Επιτροπή μπορεί να έχει Πρόεδρο από την Τράπεζα της Ελλάδας και να την συναπαρτίζουν εκπρόσωποι της ΓΣΕΕ, της ΑΔΕΔΥ, των Εργοδοτικών Οργανώσεων, του Οικονομικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας, καθώς και ειδικοί οικονομικοί επιστήμονες κύρους που θα επιλέγονται με αυξημένη πλειοψηφία από την αρμόδια επιτροπής της Βουλής. 4. Διαμόρφωση νέου θεσμικού πλαισίου με σαφείς αυστηρούς κανόνες και πλαίσια για την επωφελή αξιοποίηση των περιουσιακών στοιχείων των Ταμείων με τη μέγιστη άμεση και μακροπρόθεσμη ασφάλεια. Στη διαμόρφωση του νέου αυτού θεσμικού πλαισίου σημαντικό ρόλο μπορεί και πρέπει να παίξει η παραπάνω ειδική επενδυτική επιτροπή. 5. Το κράτος να διαθέτει απ’ ευθείας τα ομόλογα του Δημοσίου, χωρίς μεσάζοντες και προμήθειες, στα Ασφαλιστικά Ταμεία με ενιαίο τρόπο και ενιαίους κανόνες. 6. Το νέο θεσμικό πλαίσιο να καθορίζει το ποσοστό των επενδύσεων σε μετοχές – ομόλογα – νέα προϊόντα – ακίνητα κλπ χωρίς την ανάληψη υψηλού κινδύνου, λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα της εποχής, αλλά και τη διεθνή εμπειρία, με στόχο μία ενεργητική πολιτική διαφανούς, ασφαλούς και αποδοτικής αξιοποίησης της περιουσίας των ταμείων. 7. Το Δημόσιο να φροντίσει ώστε να καλυφθούν οι απώλειες των Ταμείων, μετά από αντικειμενική εκτίμηση των ζημιών τους. 8. Όλες οι εκδόσεις ομολόγων να γίνονται με πλήρη δημοσιότητα και διαφάνεια μόνο από τον ΟΔΔΗΧ με ριζική αναδιοργάνωση του τελευταίου, ο οποίος πρέπει να υπόκειται στον έλεγχο της Βουλής. Ο Πρόεδρος και ο Γενικός Διευθυντής του ΟΔΔΗΧ, τουλάχιστον, πρέπει να ορίζονται με αυξημένη πλειοψηφία (τουλάχιστον 2/3) από την αρμόδια επιτροπή της Βουλής. 9. Όλες οι παραπάνω προτάσεις για την αξιοποίηση τις περιουσίας των ασφαλιστικών ταμείων δεν υποκαθιστούν σε καμία περίπτωση το γενικότερο πρόβλημα των πόρων, αλλά αποτελούν μία πτυχή της συνολικότερης πολιτικής αύξησης των πόρων μέσω της πάταξης της εισφοροδιαφυγής και της ανασφάλιστης εργασίας. 10. Να διενεργηθεί από αρμόδια όργανα διαχειριστικός έλεγχος στο σύνολο των Ταμείων σε βάθος 10ετίας και να αναζητηθούν ευθύνες, όπου και εάν υπάρχουν.
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε