Με συνέπεια και Ανεξάρτητο λόγο Κινούμαστε Δυναμικά

Για ένα Απαλλαγμένο απο κομματικές εξαρτήσεις ΟΕΕ

Για την Αναβάθμιση της Οικονομικής Επιστήμης

Για Επαγελματική Αξιοπρέπεια

Νέες διευκρινίσεις έδωσε το Υπ. Οικ. σχετικά με την αναφορά στην αρχή Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες ύποπτων συναλλαγών από Λογιστές - Φοροτέχνες και λοιπούς

Τροποποίηση οδηγιών της ΠΟΛ. 1067/2011 «Αποστολή αναφορών στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης από τα υπόχρεα πρόσωπα του άρθρου 6, παρ. 2, περ. ε' του ν. 3691/2008».

Με την εγκύκλιο ΠΟΛ.1067/5.4.2011 δόθηκαν διευκρινήσεις όσον αφορά την υποχρέωση των υπόχρεων προσώπων του ν.3691/2008 για αποστολή αναφορών στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας και Ελέγχου των Δηλώσεων Περιουσιακής Κατάστασης. Με την παρούσα εγκύκλιο τροποποιούμε εν μέρει την ανωτέρω εγκύκλιο και παρέχουμε νέες οδηγίες για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή των διατάξεων του ν.3691/2008, όπως ισχύει.

Ειδικότερα, με τις διατάξεις της περ. γ' του άρθρου 29 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει, ορίζεται η υποχρέωση των υπόχρεων προσώπων να υποβάλλουν στην Αρχή του άρθρου 7 αναφορές ύποπτων συναλλαγών που ενδέχεται να συνδέονται με αδικήματα φορολογικής και τελωνειακής νομοθεσίας, καθώς και με λοιπά αδικήματα αρμοδιότητας ελέγχου του Σ.Δ.Ο.Ε. που υπάγονται στα βασικά αδικήματα του άρθρου 3 του ίδιου νόμου.

Συνεπώς, τα υπόχρεα πρόσωπα οφείλουν να υποβάλλουν αναφορά στην Αρχή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει, όταν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους ή τη διενέργεια συναλλαγής με πελάτη τους, όπως, ενδεικτικά, παροχή υπηρεσιών, πώληση αγαθών ή διαμεσολάβηση, εκτιμούν, αντιλαμβάνονται ή διαπιστώνουν ύποπτες συναλλαγές, δηλαδή συναλλαγές οι οποίες ενδεχομένως υποκρύπτουν νομιμοποίηση προϊόντος εγκλήματος (μετατροπή, μεταβίβαση, κατοχή, χρησιμοποίηση κ.λπ.), το οποίο μπορεί να προέρχεται από οποιαδήποτε εγκληματική δραστηριότητα, από αυτές που αναφέρονται στο άρθρο 3 του ν. 3691/2008 (π.χ. δωροδοκία, σωματεμπορία, εμπορία ναρκωτικών, φοροδιαφυγή που συνιστά φορολογικό αδίκημα, αδικήματα λαθρεμπορίας κ.λπ.), και όχι για αυτήν καθ' αυτήν την εγκληματική πράξη. Επομένως, αντικείμενο αναφορών των υπόχρεων προσώπων στην Αρχή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008 θα πρέπει να αποτελεί η απλή ή γενική υπόνοια ή η υποψία τέλεσης συγκεκριμένης και εξειδικευμένης αξιόποινης πράξης (π.χ. φοροδιαφυγή, απάτη ή υπεξαίρεση ή κλοπή κ.λπ.), και όχι κατ' ανάγκη η αποδεδειγμένη πραγματοποίηση αυτής.

Παράδειγμα:

Οι λογιστές - ελεύθεροι επαγγελματίες, οι ιδιώτες ελεγκτές και οι φορολογικοί ή φοροτεχνικοί σύμβουλοι είναι υποχρεωμένοι να αναφέρουν στην Αρχή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει, περιπτώσεις ενδεχόμενης φοροδιαφυγής ή δωροδοκίας ή λαθρεμπορίας που υποπίπτουν στην αντίληψή τους κατά την άσκηση του λογιστικού, ελεγκτικού ή συμβουλευτικού έργου τους, για περιπτώσεις ενδεχόμενης νομιμοποίησης εσόδων (ξέπλυμα χρήματος) που προέρχονται από τη συγκεκριμένη εγκληματική δραστηριότητα.

Έτσι, για παράδειγμα, όταν λογιστές παρατηρήσουν ή υποψιαστούν, κατά την άσκηση της εργασίας τους, ότι πελάτες τους ενδεχομένως προβαίνουν σε πράξεις φοροδιαφυγής γενικώς (π.χ. δεν έχουν περιλάβει στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέρος των εισοδημάτων τους από οποιαδήποτε πηγή, δεν έχουν αποδώσει τους οφειλόμενους φόρους, τέλη, εισφορές ή έχουν εκδώσει πλαστά ή εικονικά φορολογικά στοιχεία ή είναι λήπτες εικονικών στοιχείων κ.λ.π.), τότε οφείλουν να αποστείλουν σχετική αναφορά στην Αρχή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει.

Συνεπώς οι λογιστές, λόγω της ειδικής φύσεως του αδικήματος της φοροδιαφυγής, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους το γεγονός ότι η διαπίστωση φοροδιαφυγής ή πράξεων που υποκρύπτουν φοροδιαφυγή συνεπάγεται ταυτόχρονα και αυτόθροα την ύπαρξη ενδεχόμενης νομιμοποίησης εσόδων χωρίς να απαιτείται ειδικότερος προσδιορισμός του ύποπτου χαρακτήρα αυτών. Ως εκ τούτου, οι λογιστές άπαξ και σχηματίσουν υποψίες ή υπόνοιες τέλεσης πράξεων φοροδιαφυγής (και όχι βεβαιωμένη κατ' ανάγκη φοροδιαφυγή) από πελάτες τους κατά την εκτέλεση του έργου τους οφείλουν να υποβάλουν αναφορά στην Αρχή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008, όπως ισχύει.

Σημειώνεται ότι η ανωτέρω υποχρέωση αποστολής αναφοράς στην Αρχή του άρθρου 7 του ν. 3691/2008 σε περίπτωση υποψίας ή υπόνοιας τέλεσης του αδικήματος της φοροδιαφυγής ισχύει ανάλογα και για τα λοιπά υπόχρεα πρόσωπα αρμοδιότητας της Γενικής Διεύθυνσης Φορολογικών Ελέγχων και Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών (περ. ε', παρ. 2 αρθ. 6 του ν.3691/2008, όπως ισχύει).


Σχολιάστε εδώ

για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε


x

Τι θέλετε να αναζητήσετε;