Είναι απόλυτα ξεκάθαρο. Η κρίση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού συνεχίζεται. Μαζί με αυτήν συνεχίζεται αμείωτος ο παγκόσμιος οικονομικός πόλεμος που επίσημα ξέσπασε τον Σεπτέμβριο του 2008.
Στο πλαίσιο του πολέμου αυτού, που καίρια εκφράζει την κρίση της πιο παράδοξης και επικίνδυνης ουτοπίας του δήθεν επαναστατικού κινηματικού συντηρητισμού, συνεχίζεται και η ηγεμονική πολιτική των ισχυρών και των οργανωμένων χρηματοοικονομικών συμφερόντων, για τον έλεγχο του χρέους των εθνών. Τούτο, γιατί είναι γνωστό, ότι όποιος ελέγχει το χρέος των εθνών, ελέγχει τον κόσμο ολόκληρο.
Έτσι, μπροστά στα μάτια των λαών, εκτυλίσσεται ένα παιχνίδι ηγεμονίας, που ακατάσχετα και ανηλεώς οδηγεί σε νέες μορφές αποικισμού, οικονομικού την φορά αυτή χαρακτήρα . Ο νεοαποικισμός αυτός δεν είναι άμεσα εμφανής, είναι αριστοτεχνικά μεταμφιεσμένος, ενώ επιχειρεί ταυτόχρονα να νομιμοποιηθεί αναφερόμενος στην αδυναμία εκπλήρωσης των υποχρεώσεων εκ μέρους των αδυνάτων.
Η εργαλειακή λογική επικρατεί, αλλά και επιβάλλεται, καθώς ο προπαγανδιστικός βομβαρδισμός συνεχίζεται με στόχο την εξουδετέρωση των συνειδήσεων και συνακόλουθα των αντιστάσεων των λαών. Μέσο πρωταρχικό των επικυρίαρχων δανειστών και των διεθνών τοκογλύφων είναι η ενοχοποίηση των λαών για το πρόβλημα της κρίσης («μαζί τα φάγαμε!», κ.α.), αλλά και η καλλιέργεια ποικίλων φόβων για τα χειρότερα, που είναι δυνατόν να επισυμβούν.
Επιχειρείται, κατά τρόπο μεθοδικό και μελετημένο, η αδρανοποίηση των κοινωνιών και τούτο βέβαια ευνοείται από το πρωτόγνωρο γεγονός της ύπαρξης εχθρού-φαντάσματος, που και αθέατος και ανώνυμος και δυσδιάκριτος είναι για τον απλό άνθρωπο της καθημερινότητας, το άμεσο, δηλαδή, θύμα του οικονομικού αυτού πολέμου. Ο εχθρός που κήρυξε τον πόλεμο στην κοινωνία είναι, κατά κανόνα, απρόσωπος. Συνήθως τουλάχιστον. Κρύβεται μεταμφιεσμένος πίσω από τις περίφημες ομάδες κεφαλαίων, πίσω από τους τραπεζικούς λογαριασμούς των διεθνών τραπεζών, πίσω από τις υπεράκτιες επιχειρήσεις (off shores) απανταχού της Γης, πίσω από τα λεγόμενα Hedge Funds, μέσα στα αρπακτικά χέρια των διεθνών κερδοσκόπων και βέβαια μέσα στο ρεβανσιστικό περιβάλλον ενός κεφαλαίου, που πάντοτε επιθυμούσε την καταστροφή των εργασιακών σχέσεων και των δικαιωμάτων που κατακτήθηκαν, αλλά κι αυτού του κράτους κοινωνικής πρόνοιας.
Στους χρόνους αυτούς της σύγκρουσης , ο απρόσωπος εχθρός που κήρυξε τον πόλεμο στην κοινωνία, θέτοντας σε κίνδυνο κι αυτήν ακόμα την συνταγματικά κατοχυρωμένη δημοκρατία της λαϊκής κυριαρχίας, δεν είναι μόνος. Έχει τους συμμάχους του. Και αυτοί δεν είναι άλλοι από μια πλειάδα πολιτικών αρχόντων που ο ίδιος επιμελώς δημιούργησε με την τεράστια δύναμη και επιρροή που διαθέτει. Πρόκειται για την σημερινή πλειοψηφία του πολιτικού προσωπικού που βρίσκεται, απανταχού, στην εξουσία και συνεχίζει συνειδητά ή ασυνείδητα, ίσως δε και ασυγχώρητα, να εμφανίζεται θιασώτης μιας επικίνδυνης, όπως αποδεικνύεται, νεοφιλελεύθερης συνταγής που εμφανώς έχει αποτύχει, εγκλωβισμένη στον ολοκληρωτικό και οικονομικίστικο μονολιθισμό της, αλλά και στην μονόπλευρη ακαδημαϊκή εκπαίδευση των υποστηρικτών της.
Και είναι σημαντικό, ότι σήμερα, εν καιρώ οικονομικού πολέμου, κρίσης, ύφεσης και καταφρόνιας, το μέγα πρόβλημα δεν είναι μόνο η οικονομική και οργανωτική ικανότητα του συστήματος να ενσωματώνει τους ανθρώπους στην λογική των μηχανισμών του, αλλά, επίσης και κυρίως η ικανότητά του να ενσωματώνει τις συνειδήσεις των ανθρώπων σε μια καταναλωτική και ατομιστική λογική, που μέσω των μέσων μαζικής επικοινωνίας, εξουδετερώνει το πνεύμα και τον πολιτισμό της συλλογικότητας. Έτσι σε καθεστώς αφόρητης αλλοτρίωσης, το δράμα εκτυλίσσεται κοινωνικά ανεξέλεγκτο, χωρίς προοπτική βελτιώσεων, υποταγμένο στην εργαλειακή λογική των λογιστικών υπολογισμών, των ποσοστών και των διαγραμμάτων, μοιάζοντας μάλλον με τραγωδία στην οποία κυριαρχεί το αναπόφευκτο. (βλ. Κορνήλιος Καστοριάδης: «Η ‘Ελληνική ιδιαιτερότητα- Από τον Όμηρο στον Ηράκλειτο»-εκδ. Κριτική-Αθήνα-2007-σελ. 151-152).
Οι οπαδοί του κυρίαρχου ακόμη μονεταρισμού και της μονοδρομικής σκέψης, αρνούνται, πεισματικά, κάθε εναλλακτική πρόσληψη ή ανάγνωση του πραγματικού. Παρατείνουν, ίσως μάλιστα ενσυνειδήτως, τον δραματικό αυτό πόλεμο κατά της κοινωνίας και του πολιτισμού, επικαλούμενοι μια καθόλα θολή σωτηρία και έναν κάθε άλλο παρά ρεαλιστικό ρεαλισμό. Δηλώνουν, ότι εξυπηρετούν την πρόοδο, πιστεύοντας στην αθροιστικότητα και στην γραμμικότητα του περιεχομένου της και αγνοώντας παντελώς την στοχαστική της διάσταση. Και συγχέουν συνειδητά την έννοια της μεγέθυνσης με αυτήν της ανάπτυξης, αποφεύγοντας βέβαια συστηματικά να προσδιορίσουν την κατεύθυνση και τον προσανατολισμό της τελευταίας. Αδυνατούν να σκεφθούν διαφορετικά. Είναι φυλακισμένοι στον μύθο τους. Είναι πεπεισμένοι για την αλήθεια που πρεσβεύουν, λησμονώντας αδικαιολόγητα την σχετικότητα της αλήθειας αυτής. Εμμένουν στην αποτυχημένη συνταγή τους, σ’ αυτή της λιτότητας , της πάση θυσία δημοσιονομικής σταθερότητας, της περιοριστικής πολιτικής σε καιρό κρίσης, της εκποίησης της δημόσιας περιουσίας, των επιθετικών ιδιωτικοποιήσεων αμφιβόλου τιμής, του εξαρτησιακού δανεισμού, της εσωτερικής υποτίμησης, και του ανταγωνισμού δια της καταστροφής των εργατικών δικαιωμάτων στον βωμό των πλέον αντιδραστικών μορφών ευελιξίας και χάριν της πλέον αμφίβολης μορφής αποτελεσματικότητας.
Βλέπουν δυστυχώς, όπως αντιλαμβάνονται και δυστυχώς δεν αντιλαμβάνονται όπως βλέπουν. Γιατί αναμφίβολα βλέπουν, δεν είναι τυφλοί! Και βέβαια ακούν, δεν είναι κωφοί! Είναι όμως, εγκλωβισμένοι στις ιδεοληψίες μιας δήθεν ‘επαναστατικής’ συνταγής για την ορθότητα της οποίας τους έπεισε κάποτε ο Πρόεδρος Ρήγκαν και η Πρωθυπουργός Θάτσερ, αλλά και ο μέντοράς τους Καθηγητής Φρίντμαν, εκ των μονεταριστών της Σχολής του Σικάγο, τον οποίο βέβαια σε πολλά παρεξήγησαν και σε πολλά υπερέβαλαν στην φονταμενταλιστικού περιεχομένου προσπάθειά τους να αποφύγουν την οποιαδήποτε καταστροφή κεφαλαίου, υπό την πλέον βάρβαρη, μάλιστα, μορφή του, αυτή του κερδοσκοπικού και αρπακτικού χρηματιστηριακού κεφαλαίου.
Η ανθρωπότητα, οι Η.Π.Α., η Ευρώπη και βέβαια η Νότια Ευρώπη, υφίστανται τα δεινά του οικονομικού πολέμου και των απρόσωπων επικυρίαρχων που τον κήρυξαν.
Η Ελλάδα, ασθενής κρίκος στην αλυσίδα των συμφερόντων, οδηγήθηκε σε απαράδεκτες μορφές αποικιακής βαρβαρότητας. Η Ελληνική κρίση, πολυδιάστατου περιεχομένου εσωτερικής και εξωτερικής ευθύνης, συνεχίζεται για πέμπτη χρονιά ανυποχώρητη και η Ελληνική κοινωνία, έρμαιο της λιτότητας, του εξωτερικού χρέους και των καλλιεργούμενων ενοχών, αναμένει απελπισμένα, όσο και οργισμένα, την λήξη των πειραματισμών. Κατανοεί δε απολύτως τα δικά της σφάλματα και τις ευθύνες, μεταξύ των οποίων και η απροθυμία του καθενός Έλληνα ξεχωριστά να αντισταθεί στην ευδιάκριτη, πλην όμως επιμελώς μασκαρεμένη επί χρόνια ανοησία. Καταλαβαίνει όμως επίσης, την επικοινωνιακή κωμωδία που υφίσταται, καθώς τραγέλαφος έχει καταντήσει η αγωνιώδης αναμονή κάποιων καλών δηλώσεων γι’ αυτήν εκ μέρους των επικυρίαρχων.
Υφίσταται τα δεινά της πλέον δυσβάστακτης ανεργίας, της πλέον αυστηρής ύφεσης, της πλέον άνισης διανομής του συνεχώς συρρικνούμενου εισοδήματος, της νέας μετανάστευσης των παιδιών της, της αλματώδους αύξησης των αστέγων, της αναγκαστικής και εκ των συνθηκών απαραίτητης αύξησης των συσσιτίων, της παραχώρησης εθνικού πλούτου στους δανειστές μέσω λεόντειων συμφωνιών και μνημονίων, τέλος της αύξησης των αυτοκτονιών, της εκχώρησης της εθνικής κυριαρχίας και της επερχόμενης αυστηρής εποπτείας.
Και διαισθάνεται η Ελληνική κοινωνία προσβεβλημένη και ανήμπορη και ίσως, δυστυχώς, μέχρι στιγμής παραιτημένη, ότι ο τόπος μεταβάλλεται σε αποικία και π ρ ο τ ε κ τ ο ρ ά τ ο , και αυτό μάλιστα σήμερα, στις αρχές της τρίτης χιλιετίας, του δήθεν πολλά υποσχόμενου millennium. Αισθάνεται η κοινωνία αυτή κουρασμένη, όμως και προσβεβλημένη, καθώς συχνότατα διαπιστώνει, ότι θίγεται η εθνική της αξιοπρέπεια από τις δηλώσεις των επικυρίαρχων που με άπειρο ναρκισσισμό και προκλητική υπεροψία, σπεύδουν να διατυπώσουν, συχνά-πυκνά, απαράδεκτους ισχυρισμούς που τελικά τον δικό τους πολιτισμό θίγουν και βλακωδώς υποσκάπτουν την Ευρωπαϊκή ιδέα και την εναπομείνασα Ευρωπαϊκή αλληλεγγύη.
Είναι μάλλον τραγικό! Εβδομήντα δύο χρόνια μετά τον 2ο πόλεμο και τον αγώνα των Ελλήνων για την ελευθερία, ενάντια στον φασισμό, εξήντα οχτώ χρόνια μετά το τέλος της Εθνικής Αντίστασης, εξήντα τρία χρόνια μετά το τέλος του εμφύλιου πολέμου, τριάντα οχτώ χρόνια μετά την πτώση της δικτατορίας των συνταγματαρχών, δώδεκα χρόνια μετά την είσοδο στην Τρίτη χιλιετία, και πέντε χρόνια μετά την εκδήλωση της παρούσας κρίσης, η Ελλάδα, έχοντας παλέψει για ελευθερία, εθνική ανεξαρτησία, εθνική κυριαρχία και αξιοπρέπεια, γίνεται πειραματόζωο και θύμα ενός οικονομικού πολέμου. Και τίθεται υπό αυστηρή εποπτεία και έλεγχο, στο βωμό του χρέους, της διατήρησης της ευρωζώνης και της Ευρώπης των Τραπεζών, αλλά και της συντήρησης μιας απαράδεκτης νεοφιλελεύθερης ουτοπίας.
Σε κατακλείδα, κατάλαβαν και βαρέθηκαν οι Έλληνες τις απίθανες και πλέον υποκριτικές εναλλαγές που γι’αυτούς εσκεμμένα διαδραματίζονται. Την μία αντιμετωπίζονται σαν μαύρα πρόβατα, ως τεμπέληδες, αναξιόπιστοι και πονηροί, ως ζήτουλες και ταυτόχρονα συβαρίτες, ως ανυπάκουοι και απρόβλεπτοι. Και την άλλη, μόλις δηλώσουν ταπείνωση, υπακοή και υποταγή, μόλις δηλώσουν ραγιάδικα την αποδοχή του υποβιβασμού της μοίρας τους και της ζωής τους, μόλις δεχτούν και υποστούν τις αλλεπάλληλες δόσεις του νεοαποικισμού, αντιμετωπίζονται ως γενναίοι που κάνουν θυσίες για το καλό όλων, ως καλοί μαθητές και αξιόπιστοι εταίροι, ως άνθρωποι εργατικοί και με κατανόηση του γεγονότος ότι δίκαιο είναι το δίκαιο του ισχυρού, ως κοσμοπολίτες που κατανοούν το ‘παγκόσμιο νεοφιλελεύθερο θαύμα’! Και οι επικυρίαρχοι, δανειστές αποικιοκράτες, συνεχίζουν απερίσπαστοι να πιστεύουν στην απόδοση της καταπληκτικής πατροπαράδοτης πολιτικής του μαστιγίου και του καρότου, σήμερα, στην τρίτη χιλιετία της Δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων, των νέων τεχνολογιών, της ανακάλυψης του ανθρώπινου γονιδιόματος, της κατάκτησης του πλανήτη Άρη, στην εποχή του πολιτισμού του αβέβαιου και του πολύπλοκου, του μηνύματος και της πληροφορίας. Πιστεύουν δε. παραδόξως, οι ευαγγελιστές αυτοί των αγορών, ότι οι λαοί θα υπομένουν πάντοτε το μαστίγιο και θα δέχονται πάντοτε ευχαρίστως το καρότο. Θα δούμε. Ας μην υποτιμούμε το γεγονός ότι ζούμε στους καιρούς του τέλους της βεβαιότητας. Και ως Έλληνες, ας μην λησμονούμε τις 10.000 χρόνια της ιστορίας και του πολιτισμού μας , που δίδαξε τον ανθρωπισμό και οδήγησε στην ιδέα της Ευρώπης των λαών.
Του Γιώργου Χατζηκωνσταντίνου
Καθηγητή Οικονομικής Θεωρίας
Σχολιάστε εδώ
για να σχολιάσετε το παραπάνω θέμα πρέπει να εισέλθετε